ΘΥΜΟΣ

951 25 21
                                    


<<ΜΠΑΜΠΑ>> είπε η Ευγενία, νιώθοντας το στομάχι της να δένεται κόμπος και τα πόδια της να τρέμουν. Ο Λάμπρος κοιτούσε το αυτοκίνητο σοκαρισμένος. Αισθανόταν το αίμα του να βράζει από το θυμό. Τη πλησίασε έξαλλος. <<Τι γίνεται εδώ Ευγενία; Τι πράγματα είναι αυτά;>>, <<Μπαμπά να σου εξηγήσω>> του απάντησε με δάκρυα στα μάτια. Ο Κώστας βλέποντας τη σκηνή, βγήκε βιαστικά από το αυτοκίνητο και πήγε κοντά στο κορίτσι, που έτρεμε από ταραχή. <<Κύριε Λάμπρο, θα σας εξηγήσω εγώ...>>, <<ΚΥΡΙΕ ΛΑΜΠΡΟ; Με ξέρεις; Ποιος είσαι εσύ;>>, <<Κώστα με λένε. Κώστα Ιακωβίδη. Είμαι... φίλος της Ευγενίας από την Θεσσαλονίκη>>, <<Φίλος; Μόνο φίλος δεν είσαι νεαρέ. Σας είδα!>>. Η ψυχραιμία της Ευγενίας, είχε εξαντληθεί και έβαλε τα κλάματα. <<Μπαμπά, σε παρακαλώ>> του είπε παρακαλετά και ο πατέρας της, την κοίταξε αυστηρά. <<Με την Ευγενία είμαστε καιρό μαζί και ήθελα να σας πω ότι...>> ξεκίνησε να λέει ο Κώστας, μα ο Λάμπρος του έριξε ένα παγωμένο βλέμμα. <<Καμία εξήγηση δεν θέλω από εσένα. Θα μου τα πει η κόρη μου. Προχώρα Ευγενία, πάμε σπίτι>>, <<Μα ήθελα να σας πω...>>, <<ΔΕΝ ΘΕΛΩ ΚΟΥΒΕΝΤΑ ΜΑΖΙ ΣΟΥ. ΕΥΓΕΝΙΑ ΠΡΟΧΩΡΑ ΝΑ ΦΥΓΟΥΜΕ>>. Πρώτη φορά το κορίτσι έβλεπε έτσι τον πατέρα της, που πάντα ήταν συμπονετικός και γεμάτος κατανόηση. Κατέβασε το κεφάλι ντροπαλά και άνοιξε το βήμα της. <<Τζένη, σε παρακαλώ, τηλεφώνησε μου. Θα περιμένω>> της φώναξε ο νεαρός. Η Ευγενία του έριξε μία τελευταία ματιά, με τα γαλάζια μάτια της να είναι πρησμένα από το κλάμα. Προχώρησε πίσω από τον πατέρα της, που βάζιδε γρήγορα με νευρικότητα. Μόλις έφτασαν κάτω από το σπίτι, ο Λάμπρος σταμάτησε. <<ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΑ ΕΥΓΕΝΙΑ; ΠΟΣΟ ΚΑΙΡΟ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΑΥΤΟ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗ ΠΛΑΤΗ ΜΑΣ;>>. Εκείνη δεν του απάντησε, και χαμήλωσε το βλέμμα, χωρίς να σταματήσει να κλαίει. <<ΜΙΛΑ!>>, <<Περίπου 1.5 χρόνο>> ψέλισσε, με φωνή που έτρεμε. <<ΤΙ ΠΡΑΓΜΑ; Η μάνα σου το ξέρει;>>. Κούνησε το κεφάλι της αρνητικά. <<Οι αδελφές σου;>>. Αυτή τη φορά, έγνεψε θετικά. <<Προφανώς και το ξέρουν! Ποιος θα σου έκανε πλάτες για να κουβαλάς τον αγαπητικό στο χωριό;>>. Ένας λυγμός ήρθε στο κορίτσι. <<Προχώρα να πάμε επάνω. Με απογοήτευσες Ευγενία>> της είπε αυστηρά και ανέβηκε τις σκάλες.

Η Βαλεντίνη χάζευε στη τηλεόραση, καθισμένη στο τραπέζι της κουζίνας, όταν μπήκε μέσα ο Λάμπρος με την Ευγενία, βαλαντωμένη στο κλάμα. <<Τζένη μου! Τι έπαθες κοριτσάκι μου;>> ρώτησε τρομαγμένα και σηκώθηκε γρήγορα, από τη θέση της. Η αδελφή της έπεσε στην αγκαλιά της και άρχισε πάλι να τρέμει. <<ΜΠΑΜΠΑ ΤΙ ΕΠΑΘΕ; ΤΙ ΕΓΙΝΕ;>> ρώτησε ξανά, χαιδεύοντας τα ξανθά μαλλιά της Ευγενίας. <<Τι έπαθε; Θες να μάθεις τι έπαθε;>> απάντησε νευρικά ο δάσκαλος. Από τη κάμαρη βγήκε ταραγμένη η Βιολέτα. <<Ευγενία μου...>> ψέλισε και αγκάλιασε με τη σειρά της, την αδελφή της. <<Αφήστε τα καλοπιάσματα. Πόσο καιρό ξέρατε ότι η αδελφή σας τραβιέται με ένα Κώστα και δεν μίλησε καμιά;>>, <<Αυτό ήταν;>> ρώτησε αδιάφορα η Βαλεντίνη. <<ΛΙΓΟ ΣΟΥ ΦΑΙΝΕΤΑΙ;>>, <<Καλά για αυτό κλαίει; Τρόμαξα. Νόμιζα έπαθε κάτι κάποιος>>, <<Βαλεντίνη κάτι ρώτησα>>, <<Εγώ το ήξερα από πριν τα φτιάξουν>> του απάντησε με θράσος και ο Λάμπρος έμεινε άφωνος. <<Τι πράγμα;>>. Η Ευγενία τη σκούντησε για να σταματήσει να μιλάει, μα εκείνη την αγνόησε. <<Δικό της θέμα είναι μπαμπά. Εντάξει, λάθος που δεν σας το είπε αλλά μεγάλη κοπέλα είναι>>, <<Βαλεντίνη ακούς τι λες;>>, <<Μια χαρά ακούω τι λέω. Έχει ένα δεσμό, όπως τα περισσότερα κορίτσια στην ηλικία της. Ζήτα συγνώμη που δεν τους το πες, να τελειώνουμε>>. Ο Λάμπρος βγήκε εκτός εαυτού. <<ΠΩΣ ΘΑ ΤΟ ΠΩ ΣΤΗ ΜΑΝΑ ΣΑΣ;>> φώναξε και η Ευγενία ξεκίνησε πάλι το κλάμα. <<Σε παρακαλώ μπαμπά, μην της πεις. Σε παρακαλώ>>, <<Δεν έχω μυστικά από τη γυναίκα μου Ευγενία! Σε αντίθεση με σένα που μας άφησες στα σκοτάδια!>>, <<Χαρά στο νέο, που θα πάθει και σοκ η μαμά. Τόσο καιρό τη παρακαλάει να της πει αν έχει κάποιο δεσμό>> πέταξε η Βαλεντίνη και οι αδελφές της, την κοίταξαν σαστισμένες. <<ΚΑΙ ΜΑΣ ΛΕΕΙ ΨΕΜΑΤΑ! ΠΟΙΟΣ ΞΕΡΕΙ ΠΟΣΑ ΨΕΜΑΤΑ ΜΑΣ ΕΧΕΙ ΠΕΙ ΑΚΟΜΑ>>, <<Μπαμπά για την Ευγενία μιλάς. Πρόσεχε λίγο. Τόσα χρόνια δεν σας έχει δώσει το παραμικρό δικαίωμα και...>>, <<Και τα έδωσε όλα μαζεμένα>> συμπλήρωσε, σταυρώνοντας τα χέρια μπροστά στο στήθος του. Το κορίτσι μην αντέχοντας τις προσβολές του, έφυγε κλαμμένη προς την κάμαρη, με την μικρή να την ακολουθεί, κοιτάζοντας τον πατέρα της εκνευρισμένα. Η Βαλεντίνη δεν τις ακολούθησε. <<Δεν το περίμενα από σένα>> του είπε γεμάτη θυμό. <<Πρόσεχε πως μου μιλάς Βαλεντίνη! Εσύ θα τη πληρώσεις>>, <<Πώς της μίλησες έτσι; Η Τζένη είναι η καλύτερη απ' όλες μας. Δεν σας έδωσε ποτέ δικαίωμα! Ήταν άριστη σε όλα>>, <<Μάλλον τη χάλασε η Θεσσαλονίκη>>, <<Δε ντρέπεσαι να μιλάς έτσι; Δηλαδή η μάνα μας που σε είχε αγαπητικό ήταν σκάρτη>>, <<ΠΡΟΣΕΧΕ ΠΩΣ ΜΙΛΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΝΑ ΣΟΥ! ΜΑΖΕΨΕ ΤΟ ΣΤΟΜΑ ΣΟΥ>>. Το κορίτσι κούνησε το κεφάλι της απελπισμένα. <<Τι κάθομαι και σου μιλάω; Δεν το περίμενα από σένα μπαμπά. Κρίμα κι είχα άλλη άποψη>> του είπε και μπήκε κι αυτή στη κάμαρη.

ΕυγενίαΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα