Αννούλα

194 7 0
                                    


Την επόμενη κιόλας μέρα η Άννα βγήκε και με τη συνοδεία του Λουκά πήγε να συναντήσει τον Σαράντο

"Ελισάβετ,δεν περίμενα να ζητήσεις να με δείς"

"Συγνώμη που σε έφερα εδώ,αλλά έπρεπε να σου δώσω κάποιες απάντησες που κάποτε σου αρνήθηκα"

Η έκφραση του Σαραντου άλλαξε καθώς κατάλαβε αμέσως το λόγο που η Άννα του είχε ζήτησει να πάει στην Πάτρα

"Είχες δίκιο,ο πατέρας εκείνο το βράδυ αποπειράθηκε να με βιάσει"

Η Άννα σταμάτησε για ένα λεπτό και συνέχισε

"Δεν το έκανε,τον έσπρωξα και καρφώθηκε σε μια πιρούνα.Ετρεξα και πήγα στο μοναστήρι να ζητήσω βοήθεια.Οταν η Αυξεντια γύρισε,μου είπε ότι ήταν νεκρός.Φοβηθηκα,δεν είχα άλλον άνθρωπο,ούτε τον ίδιο μου τον πατέρα έτσι κλείστηκα και μαζί μου έκλεισα και αυτό το μυστικό "

"Ελισάβετ"

"Άννα,σε πάρακαλω"

Ο Σαράντος ήπιε λίγο νερό και συνέχισε

"Το φοβόμουν ότι θα άκουγα αυτό το πράγμα.Συγνωμη, ντρέπομαι και σιχαίνομαι που έχουμε το ίδιο αίμα,θέλω αν σκίσω τις φλέβες μου να το βγάλω.Σου προκάλεσε τόσο κακό,σου κατέστρεψε τη ζωή.Τον σκότωσες σε αυτοάμυνα,αν ζούσε θα τον σκότωνα εγώ"

"Λυπάμαι που έπρεπε να στο πω.Για το φόνο όμως,πρέπει να ευχαριστήσεις άλλον"

"Ποιον?"

"Τον Γεράσιμο,μόλις έφυγα πήγε και τον τελείωσε "

"Γιατί μου το πες αυτό το τελευταίο?"

"Θέλω να το ξέρεις,να ειπωθεί η αλήθεια όπως είναι"

"Συμβαίνει και κάτι άλλο?"

"Σαράντο, συνέχισε τη ζωή σου,μην του κάνεις τη χάρη να καταστρέψει τη ζωή σου"

"Είσαι πολύ καλή "

"Αντίο"

Η Άννα σηκώθηκε και έφυγε πάλι για το σπίτι.Ειχε κλείσει το πρώτο χρέος,σειρά είχε ο πατέρας της και μετά θα μπορούσε ελεύθερη να συνεχίσει τη ζωή της χωρίς τύψεις και μυστικά.

"Άννα, είσαι καλά?"

"Ναι, καλύτερα από ποτέ"

"Θα σε πάω σπίτι?"

"Λουκά,θέλω να πας Γερακιανή "

"Είσαι τρελή?Άμα το μάθει ο Πέτρος-"

"Λουκά, πρέπει,αν γυρίσει ο Πέτρος σημαίνει ότι θα φύγουμε.Θελω εγώ η ίδια να το στον πατέρα μου,όχι ο Σαράντος ούτε ο Γεράσιμος "

Μαύρο Ρόδο//🥀Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα