Ξεκαθάρισμα

400 42 2
                                    

Νομίζω πως τα προβλήματά μου δεν θα τελειώσουν ποτέ. Αν και η κατά κάποιο τρόπο εξομολόγηση που μου έκανε ο Νίκολας χθες το βράδυ, έκανε τη γενικότερη κατάσταση λίγο καλύτερη, δεν άλλαξε κάτι άλλο. Έμαθα πολλά γι' αυτόν. Τόσα πολλά που δεν μπορώ να τα χωνέψω εύκολα. Ωστόσο, τον αγαπάω και αυτό τα μετριάζει κάπως. Αν και δεν του  είπα πως νιώθω έτσι γι'αυτόν σκοπεύω να το κάνω. Προς το παρόν πρέπει να αντιμετωπίσω τη μαμά γιατί αθέτησα την υπόσχεσή μου να μιλήσουμε πριν πάει στη δουλειά χθες και την Κάιλι που με έχει πάρει άπειρα τηλέφωνα.

Κατεβαίνω στη κουζίνα έτοιμη για όλα. Δεν με εκπλήσσει καθόλου το θέαμα που αντικρίζω. Η μαμά φοράει την ποδιά της και φτιάχνει τηγανίτες. Έχει γυρισμένη την πλάτη της παρόλ' αυτά παρατηρώ πως σφίγγει τους ώμους μόλις με ακούει.

Κάθομαι στο τραπέζι. Σκέφτομαι πόσα πράγματα της έχω κρύψει και μένω έκπληκτη από τον αριθμό. Οι νέες μου...δυνάμεις είναι άγνωστες ακόμη και σε εμένα να τις αναλύσω μαζί της. Ο Νίκολας έχει μαζί μου μία περίεργη σχέση για αρχή που ωστόσο ανθίζει αργά και ωραία, για να μην αναφέρω το γεγονός πως είναι κυνηγός πνευμάτων και αθάνατος. Αναστενάζω αφήνοντας στην άκρη τα υπόλοιπα.

Η μαμά κάθεται απέναντί μου και με κοιτάει με βλοσυρό ύφος καθώς πίνει μία γουλιά καφέ.

-Που ήσουν; ρωτάει επιτακτικά.

Δεν έχω σκοπό να της κρύψω κάτι. Τουλάχιστον τα αυτονόητα. Παρόλ' αυτά επιλέγω να καθυστερήσω λίγο την απάντηση μου.

-Πρώτον χαλάρωσε γιατί δεν έγινε τίποτα από αυτά που φαντάζεσαι. Δεύτερον σου ζητάω συγγνώμη που δεν γύρισα χθες το βράδυ νωρίς.

-Δεν ξέρεις τι σκέφτομαι Άντρεα και ανησυχώ για εσένα. Η Κάιλι έχει πάρει χίλιες φορές τηλέφωνο και από ότι έχω καταλάβει λείπεις πολλές ώρες από το σπίτι.

-Λυπάμαι πραγματικά και σκοπεύω να μιλήσω με την Κάιλι. Χθες ήμουν με τον Νίκολας,λέω και έρχομαι αντιμέτωπη με τη πρωτόγνωρη έκφραση που παίρνει. Ένα συνδυασμό από σφιγμένα φρύδια και ανοιχτό στόμα. Είναι το αγόρι που με έφερε εδώ. Βασικά είναι το αγόρι μου, συνεχίζω και χαμογελάω αμυδρά.

Αυτή χαλαρώνει ελαφρά και με παρατηρεί με τρόπο που δείχνει συμπόνια και περηφάνια μαζί. Ξαφνιάζομαι βλέποντας το τρόπο που αλλάζει διάθεση από τη μία στιγμή στην άλλη.

-Αχ Άντρεα γιατί δεν το έλεγες τόσο καιρό. Μα αυτό είναι υπέροχο νέο, αναφωνεί και χαμογελάει. Μετά όμως σοβαρεύει ξανά.

-Γι'αυτό λείπεις όλη μέρα. Και πως περνάτε τη μέρα σας; Μην μου πεις ότι παράτησες και την κολύμβηση γιατί με πήραν τηλέφωνο για να μάθουν τι είχες και έχασες το μάθημα, με βομβαρδίζει με ερωτήσεις.

Ξεφυσάω αγανακτισμένη και προσπαθώ να μην δείξω κανένα ίχνος ότι της κρύβω κάτι. Αντίθετα παραμένω ψύχραιμη.

-Απλώς κάναμε βόλτα και απολύτως τίποτα άλλο. Δεν πήγα στη κολύμβηση γιατί είχα πονοκέφαλο και μην ανησυχείς, λέω και ο ήχος της κόρνας του αυτοκινήτου μας διακόπτει.

Σηκώνομαι και πηγαίνω προς τη πόρτα. Καλά το κατάλαβα. Ο Νίκολας στέκεται δίπλα στο αυτοκίνητο και με περιμένει. Έχει ακόμη επίδεσμους στο κεφάλι και στο χέρι αλλά αυτό μάλλον δεν το εμπόδισε.

-Θα πας αν μου υποσχεθείς ότι θα προσέχεις μαζί του, θα πηγαίνεις στη κολύμβηση και θα μιλήσεις στη Κάιλι, λέει η μαμά και εμποδίζει την έξοδο μου.
Αναστενάζω και στριφογυρίζω τα μάτια.
-Το υπόσχομαι, αλήθεια. Τώρα άσε με να πάω στο σχολείο, λέω και μόλις φεύγει από μπροστά μου πηγαίνω σχεδόν τρέχοντας προς το αγόρι που αγαπώ.

Στη φωτό η μαμά της Άντρεα,η Ελίζ.

Σε αγαπώ πέρα από το χρόνο Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα