Γιατί λιποθύμησα??

343 21 9
                                    

Η καθηγήτρια Μακγκόνακαλ και ο καθηγητής Ντάμπλντορ τους πλησίασαν. Ο Ντάμπλντορ είχε ένα ύφος σαν να το περίμενε ενώ η Μακγκόνακαλ μας κοίταζε σαν να μην πίστευε στα μάτια της << για μισώ λεπτό... Εγινε αυτό που κατάλαβα?? >> γύρισε προς τον Λούσιο << της έκανες πρόταση γάμου - γύρισε πρός την Ναρκύσσα - και εσύ δέχτηκες ??>> τα δύο παιδιά χαμογέλασαν στην καθηγήτριά τους και έγνεψαν καταφατικά ενώ ο Ντάμπλντορ πήρε τον λόγο << ακριβός όπως το κατάλαβες Μινέρβα >> << μα αυτό είναι το θέμα Αλμπους δεν το κατάλαβα >> είπε η Μακγκόνακαλ που άρχισε να συνειδητοποιεί τι είχε συμβεί << τι δεν κατάλαβες Μινέρβα ήμασταν όλοι παρόντες σε μια πράξη αληθινής αγάπης >> ο Ντάμπλντορ ακουγόταν κάπως αγανακτισμένος << μα είναι πολύ μικροί και οι δύο ο Λούσιους δεν έχει τελιώσει ακόμα το έβδομο έτος και η Ναρκύσσα είναι στο  έκτο >> ο Ντάμπλντορ πήγε να μιλήσει αλλά ο Λούσιους τον έκοψε << κυρία Μακγκόνακαλ το σχόλιό σας μου δίνει λαβή να πω στην Σίση κάτι που θέλω εδώ και ώρα - γύρισε προς αυτή - σου έκανα πρόταση γάμου γιατί σε αγαπάω πιο πολύ απο οτιδήποτε άλλο στον κόσμο αλλά αυτός ο γάμος θα γίνει οταν και οι δυό μας έχουμε στα χέρια μας το απολυτήριο του Χόγκουαρτς. Δεν θέλω σε καμία εικοσαριά χρόνια να μου χτυπάς ότι εξαιτίας μου δεν τελείωσες το Χόγκουαρτς >> γέλασε και έπεσε στην αγκαλιά του η Μακγκόνακαλ έχοντας καλυφθεί πλήρως απο τα λόγια Λούσιου ευχήθηκε στους δύο πολύ αγαπημένους της μαθητές τα καλύτερα. Ολα ήταν πανέμορφα εκτός απο αυτό που ένιωθε όλα γύριζαν τα πόδια της δεν της κρατούσαν άλλο τα πάντα άρχισαν να σκοτεινιάζουν το τελευταίο πράγμα που άκουσε ηταν τον Λούσιο και την Μακγκόνακαλ να φωνάζουν ταυτόχρονα το όνομά της μετά ξύπνησε στο ιατρείο με σχεδόν όλους τους καθηγητές και τον Λούσιο απο επάνω της << κάντε πιό πίσω να πάρει λίγο αέρα η κοπέλα >> αναγνώρισε αμέσως της φωνή της Μακγκόνακαλ και χαμογέλασε αχνά << είσαι εντάξει γλυκιά μου?? >> ρώτησε όλο ανησυχία την Ναρκύσσα μόλις κατάλαβε ότι είχε ξυπνήσει << που είναι ο Λούσιους?? >> << εδώ είμαι αγάπη μου >> της είπε και της έπιασε τι χέρι << γιατί λιποθύμησα?? >> << απο την εξάντληση λόγο υψηλού πυρετού 39.3 έφτασες απορώ πως δεν κατάλαβες νωρίτερα ότι είσαι άρρωστη >> πήρε τον λόγο η Μακγκόνακαλ << μπορείτε να φύγετε θα κάτσω εγώ μαζί της και εσύ Λούσιους έχεις μάθημα τωρα που είδες ότι είναι καλά πρέπει να γυρίσεις στην τάξη >> δεν είχε νόημα να πάει κόντρα στην καθηγήτριά του έτσι φίλησε της Ναρκύσσα και έφυγε. Η μέρα της Ναρκύσσα με την καθηγήτρια Μακγκόνακαλ πέρασε πολύ ευχάριστα και δύο μέρες μετα μπόρεσε να επιστρέψει στο δωμάτιό της. Περίμενε γράμμα του όλη την μέρα απο κάποια στιγμή και μετά απελπίατικε γιατί κατάλαβε ότι δεν θα της έστελνε γράμμα για να πάει αλλά θα την άφηνε να ξεκουραστεί << λες και θα μου ηταν μεγάλη κουράσει να κάνω 20 βήματα και να πάω να κοιμηθούμε μαζί >> μονολόγησε, έβαλε το νυχτικό της, πήρε ένα βιβλίο, ξάπλωσε στο κρεβάτι της και άρχισε να διαβάζει την στιγμή που μια σταχτή κουκουβάγια χτύπησε με το ράμφος της το παράθυρο << Άντριαν σε έστειλε ο Λούσιους να μου φέρεις γράμμα?? >> ρώτησε γλυκά την κουκουβάγια χαϊδεύοντας την ο Αντριαν έκραξε δυνατά και τέντωσε το πόδι του που ήταν δεμένο το γράμμα << σε ευχαριστώ Αντριαν πήγανε δεν θα στείλω απάντηση >> του είπε του έδωσε και μία λιχουδιά και η κουκουβάγια έφυγε πετώντας γρήγορα πίσω στον αφέντη της ,η Ναρκύσσα άνοιξε τον πάπυρο και άρχισε να διαβάζει :

Ηθελα να σου στείλω νωρίτερα αλλά δεν μπορούσα γιατί ήταν εδώ τα παιδιά και αν τα έδιωχναν μπορεί να το καταλάβαιναν . Σε περιμένω Λούσιους.

Δεν έχασε χρόνο έτρεξε στο δωμάτιο του χωρίς να την δεί κανείς χτύπησε συνθηματικά την πόρτα και μπήκε μέσα. Αυτό που αντίκρισε δεν το περίμενε παντού υπηρχαν κεριά και πάνω στο κρεβάτι ροδοπέταλα αυτός βρισκόταν στην μέση του δωματίου με δυο ποτήρια κόκκινο κρασί στα χέρια του τον πλησίασε αργά σταμάτησε σε απόσταση αναπνοής απο αυτόν, τον κοίταξε στα μάτια της έδωσε το ενα ποτήρι και έκανε μια πρόποση << η κάθε μέρα μας να είναι τόσο όμορφη όσο αυτή η νύχτα >> ήπιε μία γουλιά απο το κρασί της και το άφησε πανω στο γραφείο που ήταν πίσω της το ίδιο έκανε και αυτός μετά την πηρε στην αγκαλιά του και άρχισε να την φιλάει, αυτή ένιωθε να ξαναπερνει ζωή με αυτό το φιλί ηταν αυτό που της έλειπε της ημέρες που πέρασε στο αναρρωτήριο, του είχαν λείψει τα χείλια της, η παρουσία της, η ανάσα της, η φωνή της χωρίς αυτή ηταν σαν νεκρός δεν ένοιωθε όλα ήταν άχρωμα, άγευστα και άοσμα αλλά μόλις βρισκόταν δίπλα του όλα ξεπερνάνε ζωή . Την σήκωσε στην αγκαλιά του και την μετέφερε στο κρεβάτι για άλλη μια φορά όλα ήταν μαγικά την κράτησε στην αγκαλιά του και την πήγε σε άλλους ορίζοντες που ήταν μόνο οι δυό τους. Το επόμενο πρωί ξύπνησαν και οι δύο σε κακά χάλια η Ναρκύσσα είχε ξανά ανεβάσει πυρετό και όπως όλα έδειχναν είχε κολλήσει και τον Λούσιο δεν μπορούσαν να κουνηθούν με το ζόρι έκανα ενα ντούς και με τα ραβδιά τους συμάζεψαν λίγο το δωμάτιο έβαλαν τις μπιζάμες τους και ξάπλωσα στο διπλό κρεβάτι μετά εστιλαν με τον Αντριαν γράμμα στην καθηγήτρια Μακγκόνακαλ η οποία τους περιποιήθεικε χωρίς να ρωτήσει για το πως βρέθηκε η Ναρκύσσα στο δωμάτιο του Λούσιου και πως αυτός είχε κολλήσει αφού δεν είχαν βρεθεί σχεδόν καθόλου.

                                                                          

Αλλα είπα άλλα έκανα άλλα έγιναν και ανέβασα σήμερα κεφάλαιο γιατί έτυχε να έρθω για κάτι δουλειές πίσω στο σπίτι μου αλλά αύριο δεν θα ανεβάσω κεφάλαιο γιατί ξανά φεύγω δεν ηταν το κεφαλαιο που υποσχέθηκα αυτό θα το γράψω σήμερα και αύριο καλές απόκριες καλη καθαρά Δευτέρα τα λέμε στο επόμενο κεφάλαιο φιλιά.

                                         Χαρούλα Τσόλη

♡♡♡♡♡♡♡♡♡♡♡♡♡♡♡♡♡♡♡♡♡♡♡♡

Χάρι Πότερ : Η αγάπη ενός θανατοφάγουΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα