ʚ1ɞ

42 2 1
                                    

«Κοριτσάκι, που νομίζεις ότι ξέρω εγώ αν δεν θα με καρφώσει στην αστυνομία μετά ;»

Ο Άστρεϋ στέκονταν σε έναν σκοτεινό και βανβαλισμένο στενό δίχως φωτισμό - εκτός από τα κοκκινόπα φωτάκια της μηχανής όπου την καβαλούσε μία γυναικεία φιγούρα -.

Τα βανβαλισμένα μέρη ήταν συχνό φαινόμενο καθώς, όλοι κάπως έπρεπε να εκφράσουν τις πιο βαθιές και καλά κρυφές σκέψεις τους.

Όμως δεν μπορούσε να αγνοήσει το γεγονός πως ένιωθε μία νότα φόβου να δένει στα αγκάθια του τον λαιμό του.

Είχες δέσει στο δάκτυλό του, ένα πακέτο με λευκούς κόκους μέσα. Δεν είμαστε πλέον μικρά παιδιά, μεγαλώσαμε και κάναμε βλαβερές δουλειές, για το έξαλο ποσό τον 50 δολαρίον, ίσα ίσα δύο πακέτα τσιγάρα και κάτι σκονισμένα μακαρόνια από το ράφι του φθηνότερου σουπερμάρκετ πλέον.

Δεν είμαστε πλέον παιδιά μεγαλώσαμε.

Σε λίγο θα έπαιρνε μέρος ένα ξέφρενο πάρτι δίπλα, ήταν υπόγειο για τους πιο ξέφρενους της παρέας από το Λός Άντζελες. Ήταν υπόγειο για να παίξουν παιχνίδια και λαβύρινθους ώστε να το βρούν και να μπουν. Ήταν όλα παιδιαρίστικα παιχνίδια.

Ψέματα, είμαστε μεγάλα παιδιά πλέον και κάνουνε απαγορευμένα πράγματα υπόγεια κατοχυρωμένα από τον νόμο και το σωστό.

"Κοίτα στεκόμαστε εδώ αρκετή ώρα, πες στο αφεντικό σου να κουβαλιθεί εδώ ή σάλτα και γαμήσου"

Τι θέλει και αυτή και τον έχει να περιμένει ; Αν θέλει να βγει μπροστά και να τον σταματήσει από αυτό να κοιτάει μόνο τον δικό της βιματισμό.

Σέρνονται όλοι από την μύτη στην δουλειά είτε είναι νόμιμο είτε όχι.

Η κοπέλα φόραγε ένα μαύρο κράνος μηχανής ώστε αν πλακώσει ο νόμος να καταφύγει χωρίς να την δουν πράγμα ανησυχητικό.

"Θα σου φέρω το αφεντικό, πασαρέτο όμως πρώτα."

Τι νόμιζε ότι θα πάρει σαν απάντηση, αρνήθηκε και βημάτισε πίσω, αυτή δεν μίλαγε πολύ και ζήταγε πολλά ποιός ξέρει ότι δεν ήταν κρυφό όργανο ; Μασκαρεμένο για να προκαλεί φασαρίες.

"Ώ έλα ποιός είσαι εσύ τώρα, που δεν έχεις υπομονή και χρόνο"

Συνήθως οι δουλειές έχουν τα υπεροχά τους και τα μειονεκτήματα τους, είτε αυτό είναι ο μισθός και οι συνάδελφοι.

Πλησίασε κοντά του με την παλιομοδίτικη μηχανή αργά.

"Όλοι τέτοιες ιστορίες λέτε από μικρά, μαλάκες όταν δεν πληρώνετε μας χρεώνετε δύσκολα ξενύχτια πείνας."

Πήγε να συμπληρώσει μία παραπάνω φράση στον λόγο του όταν παράτησε, στην πνιχτή τσέπη του μπουφάν της λεφτά.

Έπνιξε ένα κατά ειρωνικό γελάκι στο πρόσωπο της, έχωσε τα χέρια στης τσέπες του και άρχισε να απομακρύνεται στο κρύο.

"Θα στα έδινα αλήθεια, αλλά θα μπορούσα να μην πληρωθώ εγώ !"

Όχι, αυτό τώρα δεν έπρεπε να της ξεφύγει.

"Κάποιοι κυνηγάτε τα ναρκωτικά όπως ο διάολος το λιβάνι, δεν ακούγεσαι εξαρτημένη, όμως λες ψέματα."

Σπάνιο φαινόμενο να αγοράζει κάποιος ναρκωτικά, δίχως εξάρτηση, μετά είναι μονόδρομος, με πολλά δύσκολα στενά και σίγουρο θάνατο στις οδηγίες.

"Δουλεύω για το πάρτυ που θα γίνει, θα σε πληρώσω από την τσέπη μου, δεν έχω άλλη επιλογή." Ήταν καλύτερο που το εξομολογήθηκε, από το να κάθονται εκεί σαν τους τυφλούς.

Ο Άστρεϋ δεν τόλμησε να μιλήσει, πήρε τις αποστάσεις του και άπλωσε το χέρι του κάτω από την ζακέτα, άρπαξε γρήγορα τα λεφτά, αμέσως πέταξε τα λεφτά πάνω στην μηχανή.

Η κοπέλα ξεκίνησε για τον δικό της μονόδρομο ελπίζοντας χωρίς να περιέχει ουσίες και αυτός για το σπίτι του.

Φωτογράφισε με την μνήμη του τελευταία στιγμή τον αριθμό της μηχανής, ποτέ δεν ξέρεις.

Έτσι ;

«ciao-9345»

Ψίθυροι του ακούστηκαν, προσπαθώντας να βγάλει νόημα αφού η μηχανή μπροστά έγινε καπνός.

Ποτέ δεν ομιλούσε τόσο πολύ με πελάτες του, ποτέ ξανά δεν θα το επαναλάμβανε.

Περπατώντας και περπατώντας μέσα στην πίκρα του, άκουσε έναν μεγάλο κρούτο και αμέσως κόρνες και συρίνες να έρχονται από επάνω.

Ήταν πολύ μακρυά από την περιοχή που έκανε την ενήλικη δουλειά, το έβαλε κατευθείαν στα πόδια, όσο μπορούσαν να τρέξουν και αυτά.

Κάνεις δεν θα κοιτούσε ποτέ πίσω, πάντα ακολουθείς τον δικό σου δρόμο.

Περίμενε να περάσει από ένα φανάρι που οπότε ήθελε κόσμο είτε τον αποθούσε, θα μπορούσε να παρομοιαστεί με πολλά.

"Καλωσορίσατε στο σόου !"

εμπρꪮᥴᥴ ;    ఌ︎𝗮𝘀𝗵𝘁𝗿𝗮𝘆Where stories live. Discover now