~4 ετών~

101 10 0
                                    

{Λοιπόν. Είμαι μια κοπέλα, μια απλή κοπέλα που της αρέσει να γράφει. 

Ήμουν πάντα χαμογελαστή, με μία θετικότητα στο βλέμμα.}

Θα σας πω πότε είχε κλονιστεί αυτήν η ηρεμία της ξεγνοιασιάς στο πρόσωπό μου. Θυμάμαι, πρέπει να ήμουν γύρω στα 4 χρόνια της ζωής μου. Είχαμε βγει μια βόλτα με τους γονείς μου με το παλιό αυτοκίνητό μας, ένα ρενό που οι γονείς μου έδωσαν χρόνια από την ζωή τους ως αντάλλαγμα. Θα περνούσαμε, θυμάμαι αχνά, από έναν δρόμο που τον διέσχιζαν γραμμές του τραίνου. 

Έβρεχε, ήταν σκοτεινά, ήταν εκείνη η στιγμή που ο ήλιος ξαπλώνει πάνω στην άνετη αγκαλιά των γύρω λόφων για να ξεκουραστεί. Και λόγω της καταιγίδας που αναμενόταν να γίνει ακόμα δριμύτερη, το σκοτάδι ήταν τριπλάσιο σε ισχύ απ'όσο θα ήταν υπό κανονικές συνθήκες.
Ο πατέρας μου, ως συνήθως, λάτρης της παραδοσιακής μουσικής της πατρίδας μας, τραγουδούσε με την καρδιά του γεμάτη από πληρότητα. 

Θα έγραφα τι έκανε η μητέρα μου αλλά νιώθω ότι μία πρόταση δεν μπορεί να την περιγράψει. Ούτε καν ένας τόμος, μια εγκυκλοπαίδεια, ούτε μια σειρά βιβλίων. Μια μάνα για το παιδί της είναι σελίδες ατελείωτες, ατέρμονες. 

Η μάνα. Η μαμά. Η μητέρα μου. Μια ανάμνηση ακόμα και στο παρόν που γλυκά σε φιλά στο μέτωπο και μένει για πάντα εκεί. Πάνω από το προσκέφαλό σου. Ότι και να γίνει, ότι και να κάνεις. Δολοφόνος να γίνεις, η μάνα θα είναι εκεί για να σε αθωώσει, να ηρεμήσει την ψυχή σου από τις ενοχές. Αυτό είναι η μάνα. 

Η δική μου μητέρα, λοιπόν, χαμογελούσε όλο αγάπη στην βροχή. Όχι επειδή της αρέσει ιδιαίτερα, αλλά επειδή ξέρει ότι και η βροχή είναι ένα κομμάτι της ζωής και έχει μάθει να το βλέπει με ευχαρίστηση κάθε φορά που εμφανίζεται στον δρόμο της. Η μητέρα μου, χαμογελούσε στον καθρέφτη που αντικατρόπτιζε εμένα στην πίσω θέση του αυτοκινήτου. Μου έδειχνε με το γεμάτο σοφία δάχτυλό της τις αστραπές που άστραφταν πάνω στο υποσυνείδητό μου. ΄

Έτσι λοιπόν, με την προαναφέρουσα κατάσταση στο εσωτερικό του αυτοκινήτου, φτάσαμε κοντά στην διασταύρωση δρόμου και γραμμών του τραίνου. Σε μία στιγμή του δευτερολέπτου ένιωσα την καρδιά μου να μου τρυπάει με μανία όλα τα σημεία του σώματός μου. Η μητέρα μου είχε σταματήσει να χαμογελάει, ο πατέρας μου είχε ξάφνου σταματήσει να τραγουδάει. 

Κάτι είχε πατήσει το αυτοκίνητο την ώρα που ο πατέρας σταμάτησε το όχημα όταν είχαμε πλέον φτάσει σε πολύ κοντινή απόσταση από τις γραμμές του τραίνου, και λόγω της βροχής είχαμε μια ώθηση 1,5 μέτρου πιο μπροστά απ'όσο έπρεπε, με αποτέλεσμα να στεκόμαστε πάνω στις γραμμές. Θυμάμαι τόσο καθαρά το πρόσωπο του πατέρα μου, χλωμό, γεμάτο τρόμο, να αντικρίζει τα αγαπημένα μάτια της μητέρας μου.. Η μητέρα μου είχε πάψει να χαμογελάει, τα μάτια της είχαν πάψει να γυαλίζουν από αισιοδοξία. Εγώ.. Εγώ έντρομη, αμίλητη. Το εκνευριστικό καμπάνισμα των αυτόματων σηματοδοτών που προανακήρρυταν τον ερχομό του τραίνου, τα ένιωθα ως καρφιά στην καρδιά μου και πέτρες στα αυτιά μου.

Ο πατέρας μου, μετά από λίγες στιγμές απόλυτου σοκ, άνοιξε την πόρτα του και πήγε μπροστά από το καπό του αυτοκινήτου και άρχισε να σπρώχνει. Την ίδια απολύτως κίνηση μιμήθηκε και η μητέρα μου. Εγώ καθόμουν με μάτια να πλημμυρίζουν από τρόμο, και κοίταζα την ζωή μου χωρισμένη σε δύο ανθρώπους να κινδυνεύει. 

Έκλεισα τα μάτια μου για μια στιγμή και μία Αγία, η Αγία Αικατερίνη, που μου έδωσε το όνομά της και όχι μόνο, μου μίλησε ήρεμα σε γλώσσα που μόνο εγώ καταλάβαινα.. "Αικατερίνη, θυμήσου, θυμήσου αυτήν την θυσία που κάνουν οι γονείς σου, θυμήσου την αγάπη που τους χρωστάς, θυμήσου ότι θα είσαι πάντα ο άγγελός τους να τους προστατεύεις με την αγνή αγάπη σου.." 

Άνοιξα τα μάτια μου και είδα άλλους 5 ανθρώπους να είναι μπροστά από το αυτοκίνητο και να σπρώχνουν με δύναμη, δύναμη ψυχής. 

Το αυτοκίνητο πήγε επιτέλους γύρω στα 2 μέτρα πιο πίσω και όλοι αγκαλιάστηκαν με μία ηρεμία στα πρόσωπά τους. Οι γονείς μου χαμογελούσαν γεμάτοι ευγνωμοσύνη για την βοήθεια που δέχτηκαν σε αυτήν την δύσκολη στιγμή. Το περίεργο ξέρετε πιο ήταν; Ότι ήμασταν σε μία τελείως ερημωμένη περιοχή που σπάνια θα έβλεπες αυτοκίνητα, κόσμο, κίνηση. Και έτσι ξαφνικά εμφανίστηκαν 5 αυτοκίνητα από το πουθενά.


"Θυμήσου", είπε, και ακόμα θυμάμαι. 


~Ημερολόγιο~Where stories live. Discover now