Το Έργο

224 20 281
                                    

Ήταν Μεσοκαλόκαιρο κι είχε πάψει να νοιάζεται ποιά χρονιά διένυαν. Στα αυτιά του είχε υποπέσει πως ετοίμαζαν γιορτές. Επέτειος δέκα ετών από την τελική τους νίκη επί των Λάνκαστερ και την επικράτηση στον χαμότοπο συντριμμιών και λάσπης που κάποτε λεγόταν Λονδίνο. Ήταν η ένδοξη οικογένεια των Γιόρκ, έτσι επαναλάμβανε ακούραστα ο Εδουάρδος, οι θριαμβευτές που είχαν τσακίσει τους εχθρούς και κυριαρχήσει στην ισχυρότερη πόλη του Νησιού, ώστε όλες οι φατρίες τους σέβονταν, τιμούσαν και φοβούνταν.

Σε έναν κόσμο που είχε περάσει απανωτούς παγκόσμιους πολέμους, πυρηνικές διαμάχες, γενοκτονίες και κατακρημνίσεις χωρών, η οικογένεια των παππούδων τους, οι Πλανταγενέτες, είχαν χωριστεί ανώμαλα στους Γιόρκ και τους Λάνκαστερ, ξαδέλφια που για είκοσι χρόνια πάλευαν να επικρατήσουν ο ένας του άλλου. Οι Γιόρκ είχαν δεκατέσσερα παιδιά και μετά τον πόλεμο, έμειναν μόνο τρία, με εκείνον ως μικρότερο.

Ανάσανε τον αέρα· δυσωδία καπνού, χημικών, μια βρωμερή σήψη. Σίγουρα θα γιόρταζαν την επέτειο των σφαγών με κονσέρβες. Αναπολούσε τις ημέρες των μαχών, οπότε συμποσίαζαν με τα πτώματα των νεκρών ξαδέλφων τους. Δεν υπήρχαν πλέον πόλεμοι, άρα ούτε κι εχθροί για τροφή, τουλάχιστον όχι φανεροί.

Τι περίφημα που τα είχε καταφέρει ο Εδουάρδος, ο μεγάλος του αδελφός! Με εκείνον για Αρχηγό, οι Γιόρκ είχαν οδηγηθεί στη νίκη. Δέκα χρόνια αργότερα, αριθμούσαν πάνω από το δεκαπλάσιο πληθυσμό, θυμίζοντας ανθρώπινη κοινότητα των παλιών καιρών, που τα πάντα φάνταζαν φυσιολογικά, ευπρεπή και ειρηνικά. Ο Εδουάρδος είχε πράγματι κατορθώσει να θάψει όλα τα σύννεφα που πλανιόνταν απειλητικά πάνω από τον οίκο τους στα τρίσβαθα του ωκεανού ή καλύτερα στις κοιλιές της φατρίας του. Δεν υπήρχε αρσενικός Λάνκαστερ, τους είχαν φάει όλους, μαζί κι όσες γυναίκες δεν τους είχαν φανεί χρήσιμες για υπηρέτριες ή ερωτικοί σύντροφοι. Η ανθρώπινη φύση στα καλύτερά της ή μάλλον στα πιο πραγματικά της. Μετά από αδιακοπυς φόνους και θανατώσεις, είχαν οδηγηθεί στην αδηφαγία. Αν μη τι άλλο, τον κανιβαλισμό που οι παππούδες τους εγκαθίδρυσαν, είχαν κατονομάσει ανθρώπινη εξέλιξη. Εφόσον δεν υπήρχαν ζώα βρώσιμα στον πλανήτη, έπρεπε να αναζητήσουν τη γλυκύτητα και την ανάγκη του κρέατος αλλού.

Ο πόλεμος είχε σβήσει ή μάλλον ναρκωθεί. Εκείνος, είχε γεννηθεί κι ανατραφεί στον πόλεμο, είχε μάθει να μιλάει σαν στρατηγός και να σκοτώνει καλύτερα από την ομιλία. Δε δεχόταν που τα πάντα γύρω του είχαν ημερώσει και γαληνεύσει. Λαχταρούσε ξανά το αίμα, το χάος, την ατέρμονη δράση και τη γεύση της σάρκας. Ο αδελφός του είχε αποδειχτεί επιπόλαιος, αιθεροβάμων, μαλθακός Αρχηγός. Αντί να σχεδιάζει μάχες ασταμάτητα, φόνους γειτονικών φατριών για επίδειξη δύναμης και πανηγύρια αίματος, κυνηγούσε ολημερίς γυναίκες, χασκογελώντας στα δωμάτια μαζί τους, για να κυλιέται ξεδιάντροπα στα πατώματα.

🎉 You've finished reading Ριχάρδος ο Τρίτος ο Δυστοπικός {Cover by the_girl_who_knew_} 🎉
Ριχάρδος ο Τρίτος ο Δυστοπικός {Cover by the_girl_who_knew_}Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα