Ένα διαφορετικό πρωινό

299 33 29
                                    

Οι ακτίνες του έντονου ήλιου διαπέρασαν το παράθυρο, κάνοντας τη Σαμπρίνα να σηκωθεί μεμιάς από το κρεβάτι και να μπει στο μπάνιο για να πλυθεί. Το νερό έπεσε καυτό στο κορμί της, όσο καυτή ήταν και η προηγούμενη νύχτα που έκαναν έρωτα για ώρες° πρώτη φορά αισθανόταν ευτυχισμένη κι αυτό τη φόβιζε, έτρεμε στην ιδέα πως ίσως έκανε κάποιο λάθος που θα ανάγκαζε τον Αντόνιο να τη διώξει, κρατώντας μονάχα για τον εαυτό του το παιδί τους, όμως της είχε πει ν' αδειάσει το μυαλό της και αυτό προσπάθησε γι' ακόμα μια φορά να κάνει.

Βγήκε από την μπανιέρα με μια πετσέτα τυλιγμένη στο κορμί της και κάθισε μπροστά από το παράθυρο ατενίζοντας τον ορίζοντα. Ο ουρανός ήταν πεντακάθαρος, η θάλασσα γαλήνια και ο ήλιος δυνατός λες και το καλοκαίρι αποφάσισε να μπει γρηγορότερα μες στον Φλεβάρη, να κλέψει λίγη από τη δόξα του χειμώνα.

Σήμερα δε θα ήταν σαν τις προηγούμενες μέρες που ήταν κλεισμένη μες στο σπίτι ούτε θα περνούσε τις ώρες της στην αμμουδιά. Σήμερα ήταν Κυριακή, μια Κυριακή διαφορετική από τις άλλες° ο Αντόνιο δε δούλευε και, μετά από όσα έζησαν μαζί, στο ίδιο κρεβάτι, πέθαινε από την ανυπομονησία της να του προτείνει να την πάει για πρώτη φορά βόλτα με το σκάφος του. Έτσι, ξέβαψε καλά το πρόσωπό της να διώξει τα υπολείμματα του μακιγιάζ που επέμεναν παρότι είχε πλυθεί πολύ καλά, φόρεσε ένα φαρδύ μαύρο παντελόνι, για να είναι άνετη, ένα μακρυμάνικο μαύρο ζιβάγκο και τα αθλητικά της παπούτσια, στέγνωσε τα μαλλιά της που τα μάζεψε μισά μισά και, όντας φρέσκια και ευδιάθετη, άρχισε να κατεβαίνει τρέχοντας τη μεγάλη, μαρμάρινη σκάλα, βλέποντάς τον να κάθεται στον καναπέ και να μιλάει με τον πατέρα του.

«Καλημέρα!» τους είπε, «Ελπίζω να μην ενοχλώ», και κάθισε στα πόδια του, αφήνοντάς του υγρά φιλιά στο μάγουλο και στον λαιμό του.

«Καλημέρα! Τι λες κόρη μου, εσύ να ενοχλείς;» είπε με χαμόγελο ο Κάμπο, ευτυχισμένος για τον γιο του και την αγάπη που έβλεπε στα μάτια τους. «Εμένα να με συγχωρείτε, πάω να παίξω σκάκι με τον παππού. Να εξασκήσει λιγάκι το μυαλό του», συνέχισε να χαμογελά και τους άφησε στην ησυχία τους.

Ο Άντονι χάιδεψε τα μαλλιά της, τα πράσινα μάτια της έλαμπαν και είχε και πάλι αυτή την ανεμελιά που λάτρεψε από την πρώτη μέρα που την είδε. Φίλησε τα χείλη της και την έσφιξε στην αγκαλιά του. «Καλημέρα», της ψέλλισε ενώνοντας τα μέτωπά τους. Η χθεσινή νύχτα που πέρασε στην αγκαλιά της ήταν απερίγραπτη, κάθε φορά που την άγγιζε ήταν λες και έπεφτε στην κόλαση και καιγόταν στην ηδονή της.

ΓΥΝΑΙΚΑ ΔΗΛΗΤΗΡΙΟWhere stories live. Discover now