Κεφάλαιο 1: Ακολουθώντας τις γραμμές.

207 25 234
                                    


"When the night, has come.
And the land is dark.
And the moon,
is the only, light we'll see.
No I won't, be afraid.
No I won't be afraid.
Just as long,
as you stand, stand by me."

  Άκουγε το αγαπημένο της κομμάτι στο ραδιόφωνο, όσο προχωρούσε στους φωτεινούς δρόμους του βραδινού Λας Βέγκας. Η φωνή του Ben King καθώς και το γεγονός ότι έχει μέρες να δει ή έστω να μιλήσει με τον μπαμπά της έκανε την καρδιά της να σφιχτεί. Το δυνάμωσε λίγο ακόμη, είχε λίγα λεπτά ακόμη μέχρι να φτάσει στον τόπο.

" If the sky that look upon.
Should tumble and fall.
Or the mountain should
crumble to the sea.
I won't cry,
I won't cry.
No, I won't shed a tear.
Just as long as you stand.
Stand by me."

Έκλεισε το ραδιόφωνο, έσβησε τα μεγάλα φώτα και την μηχανή του ψηλού αυτοκινήτου. Έπιασε το βαλιτσάκι της από την θέση του συνοδηγού και κατέβηκε από το αυτοκίνητο κλείνοντας την πόρτα. Κούμπωσε μέχρι πάνω το δερμάτινο -δανεικό και αγύριστο απ τον πατέρα της- σακάκι της. Το Λας Βέγκας αυτή την εποχή είχε μια παράξενη υγρασία, καταλάβαινες το τοπίο γύρω σου να γίνεται απόκοσμο σχεδόν. Η Ειρήνη -ξαδέρφη της- πλησίασε κοντά της.
<<Τυπικότατη η δεσποινίδα Μυλωνά.>> γέλασε, μαζεύοντας τα μαλλιά της.
<<Άστα αυτά σε μένα!>> δήθεν την αγρίεψε <<Τι αποφάσισες να κάνεις με την Άνν;>> τη ρώτησε κοιτάζοντάς την εξεταστικά <<Και... Δεν θέλω υπεκφυγές. Δεν υπάρχει καμία περίπτωση να μου ξεφύγεις!>> μισόκλεισε απειλητικά τα μάτια της και γύρισε το βλέμμα της πλησιάζοντας αργά κοντά στο ασθενοφόρο και τα περιπολικά.
<<Εγώ γιατί έχω μπλέξει με το σόι σας;>> απόρησε η Ειρήνη γελώντας <<Δεν ξέρω Ερμιόνη, δεν νομίζω πως νιώθω έτοιμη για συγκατοίκηση. Μια συγκατοίκηση,το ξέρεις πολύ καλά αυτό, θέλει πολλά τα οποία εγώ αυτή την στιγμή δεν μπορώ να προσφέρω. Θέλω τις ελευθερίες μου, να παίρνω αέρα.>> προσπάθησε να εξηγήσει στην ξαδέρφη της, χωρίς όμως να την πείθει και πολυ.

Η Ερμιόνη σήκωσε το βλέμμα της ψηλά κοιτάζοντας τον καθαρό ουρανό και τα αστέρια. Ύστερα χαμογέλασε πονηρά και φόρεσε τα γυαλιά μυωπίας της.
<<Θέλεις ελευθερίες και τα τελευταία σχεδόν δέκα χρόνια μένεις με τον Μυλωνά. Ο οποίος Μυλωνάς καταλαβαίνει τα πάντα, ας το ξαναπώ ΤΑ ΠΑΝΤΑ...>> τόνισε την φράση της <<απο τον τρόπο που αναπνέεις. Το λες και αντιφατικό.>> αστειεύτηκε και την χτύπησε απαλά στον ώμο.
<< Σε παρακαλώ πολύ! Ο θείος είναι άλλο. Μπορεί να καταλαβαίνει τα πάντα αλλά είναι αθόρυβος και διακριτικός, έχω τον χώρο μου.>> της εξήγησε <<Και μην μιλάς εσύ που τον αποφεύγεις τόσες μέρες γιατί φοβάσαι να του πεις ότι σούταρες τον Τομ!>> της χαμογέλασε γεμάτη ειρωνεία και σήκωσε την κίτρινη κορδέλα.

𝐂𝐡𝐢𝐦𝐞𝐫𝐚.Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα