1

28 5 0
                                    

  Η Λιάνα είχε μόλις ξυπνήσει. Η όψη της ήταν κουρασμένη και ταλαιπωρημένη. Είχε πολλές μέρες τώρα που έβλεπε διάφορα όνειρα που της στερούσαν τον καλό ύπνο. Όμως όσο και να προσπαθούσε να καταλάβει ή να θυμηθεί το όνειρο που είχε δει, δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τίποτα στο μυαλό της σχετικά με αυτό. Σαν δια μαγείας, τα όνειρα τής κατέστρεφαν τον ύπνο ομως όταν ξυπνούσε διαγραφόταν από την μνήμη της.
  Πριν ακόμη ανατείλει ο ήλιος, αυτή είχε σηκωθεί και είχε αρχίσει να ετοιμάζεται για την δουλειά της. Παρατηρούσε το πρόσωπο της στο καθρέφτη. Ήταν θαμπό και τα μάτια της ήταν υπογραμμισμένα με μαύρο ανεξίτηλο. Το δέρμα της ταλαιπωρημένο και χαραγμένο, σαν όλες εκείνες οι νύχτες που δεν είχε κοιμηθεί καλά είχαν αφήσει από ένα σημάδι. Ήταν κουρασμένη όμως δεν το παραδεχόταν. Ήξερε πως εάν παραδεχτεί πως σιγά σιγά κατέρρεε από την κουράσει, θα έχανε τη δύναμη της να συνεχίσει και θα έδινε την ευχαρίστηση σε όλους αυτούς τους ανθρώπους που ήθελαν να την δουν αδύναμη. Είχε σταματήσει να ελπίζει πως η ζωή της θα άλλαζε και άρχιζε απλά να δέχεται αυτό που είναι. "Καλημέρα, αγάπη μου. Γιατί ξύπνησες τόσο νωρίς;". Ήταν η Ιφιγένεια, η μαμά της Λιάνας, που φίλησε και άρχισε να χαϊδεύει την κόρη της. Ήξερε καλά τι κουβαλούσε στη καρδιά η Λιάνα όμως γνώριζε πως η ίδια δεν μπορεί να την βοηθήσει. Το μόνο που μπορούσε να κάνει είναι να της δίνει αγάπη και να την φροντίζει. Πολλες φορές ανησυχούσε για την υγεία της αφού μόνο τους τελευταίους 3 μήνες, που είχε αλλάξει δουλεία , είχε χάσει πολλά κιλά τα οποία ήταν αναγκαία για το σώμα της Λιάνας,όπου ήταν ψηλή και πλέον μπορούσες να διακρίνεις τα κόκκαλα της. Όμως, όπως και να ήταν η μητέρα της την θαύμαζε για την απερηγραπτη ομορφιά της. Είχε ένα αγγελικό πρόσωπο όμως με έντονα χαρακτηριστικά. Τα μπλε της μάτια σε αντίθεση με τα κόκκινα φυσικά της χείλη τραβούσε πολλά βλέμματα όπου και αν πήγαινε. Όμως τώρα η Ιφιγένεια έβλεπε εκείνο το όμορφο πρόσωπο τόσο κουρασμένο που σαν μητέρα δεν άντεχε άλλο.
  "Σήμερα το απόγευμα θες να πάμε για ψώνια μαζί;". Η Λιάνα κατάλαβε πως η μητέρα της ανησυχούσε για εκείνη και για αυτό συμφώνησε με την πρόταση της.

Εφτασε στη δουλειά πριν από όλους, όχι επειδή αγαπούσε την δουλειά της, αντίθετα το σιγχενοταν αυτό το μέρος, αλλά επειδή δεν ήθελε να προλάβει τον πατέρα της που θα ξυπνούσε σε λίγο.
  Ο Μάκης, ο συνεργάτης της , την καλημερισε όπως συνήθως μόλις μπήκε στο ξενοδοχείο. Αυτοί μοιραζόταν τον ίδιο χώρο δουλειάς εδώ και τρεις μήνες όμως δεν είχαν ανταλλάξει ούτε μια κουβέντα εκτός από τον τυπικό χαιρετισμό,που και αυτό ήταν κάπως αδιάφορο. Η Λιάνα ήταν υπάλληλος στην υποδοχή και ο Μάκης ήταν αυτός που βοηθούσε τους πελάτες να πάνε στα δωμάτια τους. Σε αυτό το μικρό χρονικό διάστημα που δούλευε εκεί , είχε έρθει αντιμέτωπη με πολλά πράγματα που την είχαν φέρει σε πολύ δύσκολη θέση.
  Ο υπεύθυνος ήταν πολύ εγωιστής και μίζερος άνθρωπος. Εάν η Λιάνα έκανε ένα λαθος , το αφεντικό τους θα το είχε μάθει πριν καν συμβεί. Αυτός μισούσε τους πάντες σε αντίθεση με το αφεντικό τους. Αυτός αγαπούσε τους πάντες αλλά με έναν άλλο τρόπο. Ένα τρόπο απαγορευμένο σε ένα χώρο δουλειάς. Πολλές κοπέλες είχαν παραιτηθεί λόγο της μεγάλης 'αγάπης" που είχε για το γυναικείο φύλο ο Αντώνης. Όμως η Λιάνα ήταν δυνατή και διαφορετικοί από τις άλλες και δεν έδωσε ποτέ κανενα δικαίωμα σε κανέναν.

Η δύναμη μιας γυναίκαςWhere stories live. Discover now