9

31 5 0
                                    

Είχαν περάσει δύο εβδομάδες και τα δυο παιδιά δεν μιλιουνταν. Και οι δυο για τον ίδιο λόγο.

Εκείνο το βράδυ

Δεν είχαν ανταλλάξει ούτε μια κουβέντα, ούτε ενα βλέμμα.

Ο Νοεμβρίος κόντευε να τελειώσει. Το κρύο είχε ξεκινήσει για τα καλά. Η νύχτα είχε μεγαλώσει.

Ηταν Παρασκευή βράδυ και η Έλλη κατευθυνόταν προς το ζαχαροπλαστείο του Νάσου. Ήθελε να του μιλήσει. Όσο πιο πολυ φοβόταν να κανει το πρώτο βήμα στην διάλυση της σιωπης τους, τοσο πιο πολυ της έλειπε η παρέα του.

Η Έλλη μεσα στο διάστημα που δεν μιλούσαν, συνειδητοποίησε πόσο σημαντική ηταν η παρουσία του Νάσου στην ζωη της. Μπορεί να την εκνεύριζε μερικές φορές, όμως αυτές οι μικρές στιγμές ήταν το αγαπημένο μέρος της ημέρας της. Το βράδυ που κοιμήθηκαν μαζι, ήταν το μοναδικό, τα τελευταία δύο χρόνια που δεν ξύπνησε μέσα στη νύχτα λόγω του στρες που είχε συνηθίσει να εμφανίζει ο οργανισμός της, σε καθημερινή βάση.

Φυσικά και ο Νάσος δεν διέφερε. Χωρίς την Έλλη να του φωνάζει και να εκνευρίζεται με οσα της λέει, η ζωη του ήταν βαρετή. Και φυσικά δεν μπορούσε να ξεχάσει εκείνο το βράδυ. Κάθε φορά που ξαπλώνε στο κρεβάτι του, όσο κουρασμένος και να ήταν, όταν στο μυαλό του επέστρεφε εκείνη η φωνούλα που του υπενθύμιζε την απρόσμενη κίνηση του να την φέρει πιο κοντά του, εκείνος κοκκινιζε και έβριζε τον εαυτό του, που φέρθηκε τόσο αλλοπρόσαλλα.

Η Έλλη μπήκε φουριοζα μεσα στο μαγαζί και ξεχνώντας την αγχώδης διαταραχή της και την δυσκολία της να μιλά σε άγνωστους, έφτασε με γρηγορα βήματα στο ταμείο και ζήτησε να μάθει που βρίσκεται ο Νάσος.

- Καλησπέρα, είναι ο Νασος εδω;

Η μητέρα του Νάσου την κοίταξε έκπληκτη. Ο τόνος της φωνής της προδιδε την βιασύνη και την σύγχυση της. Δεν μπορούσε ομως να αγνοήσει το γεγονός οτι μια κοπέλα θελει απεγνωσμένα να δει τον γιο της, που έρχεται στην δουλειά του για να τον βρει.

- Είναι στην αποθήκη, φτιάχνει κάτι κούτες. Εσυ ποια εισαι κορίτσι μου;

- Ελλη με λένε. Παμε στο ίδιο σχολείο.

- Θες να τον φωνάξω;

- Οχι δεν χρειάζεται θα παω εγω να τον βρω.

Η Έλλη κατέβηκε τα σκαλιά αναψοκοκκινισμενη με τις γαλλικές πλεξούδες της να πέφτουν πανω στους ώμους της και χωρίς καθυστέρηση μπήκε μέσα στην αποθήκη.

Somebody To YouWhere stories live. Discover now