Κεφάλαιο Τρία

426 51 10
                                    

Στα τελευταία μέτρα πριν το Σάντοουφορτ Μουρ ο Κάρτερ κατέρρευσε και έπρεπε να τον στηρίζω πάνω μου για να μπορέσω να τον μεταφέρω. Μόλις έφτασα στην καγκελόπορτα, έχοντας κάνει τον κύκλο γιατί οι περισσότερες φιγούρες ήταν στο σημείο από όπου είχαμε μπει στο δάσος εγώ και ο Κάρτερ, άρχισα να φωνάζω για βοήθεια.
"Ντέβερελ! Κρις! Βοήθεια!"
Πριν προλάβω να ξαναδοκιμάσω, η οικογένειά μου όρμησε έξω από το κτίριο και με πλησίασαν. Ο Κρις ήταν ο πρώτος που έσκυψε και έπιασε τον Κάρτερ από τους ώμους, που τώρα έμοιαζε πολύ πιο χλωμός από το συνηθισμένο του. Ο Ντέβερελ τον άρπαξε από τα πόδια και τον μετέφεραν σβέλτα μέσα.
"Τί στα κομμάτια έγινε; Για φαγητό δεν θα πηγαίνατε;" ρώτησε ο Ντέβερελ ταραγμένος. Με την βοήθεια του Κρις ανέβασαν τον Κάρτερ στο δωμάτιό μου και τον απίθωσαν στο κρεβάτι μου μαλακά.
"Μας επιτέθηκαν" σχολίασα με σπασμένη φωνή.
"Λύκοι; Νεράιδες, τι;" ρώτησε ο πατέρας μου.
"Τίποτα από αυτά" απάντησα, απομακρύνοντας τα μαλλιά από το πρόσωπο του Κάρτερ. "Οι φιγούρες που είδα δεν ήταν από τον δικό μας κόσμο".
Οι πάντες γύρω μου, ακόμα και η καημένη η Σκάι που τώρα έμπαινε στο δωμάτιο κουτσαίνοντας, πάγωσαν. "Τι εννοείς, Ρέιβεν;" επέμεινε εκείνος.
"Δεν ξέρω, πραγματικά! Το μόνο που ξέρω είναι ότι ένιωσα ξαφνικά περίεργα. Τράβηξα τον Κάρτερ από το χέρι για να αρχίσουμε να τρέχουμε και να έρθουμε πίσω και τότε τον χτύπησε ένα βέλος. Μόλις κοίταξα να δω από που είχε έρθει, είδα πολλές φιγούρες μαζεμένες, με ανθρώπινη μορφή". Ο Κρις ανασήκωσε τον Κάρτερ με μεγάλη ευκολία και έσπασε την μύτη του βέλους που εξείχε από πίσω του.
"Μάγκα, θα τα δεις όλα για λίγο, αλλά το καλό είναι πως δεν θα πεθάνεις. Συγκεντρώσου σε αυτό".
Ο Κάρτερ έγνεψε θετικά και αρπάχτηκε από τα χέρια μου, τραβώντας με κοντά του.
"Μει-μείνε μαζί μου" έκανε αδύναμα. Άφησα ένα φιλί στο μέτωπό του και κοίταξα τον Κρις γνέφοντας θετικά. Η λαβή του Κάρτερ κόντεψε να μου σπάσει τα κόκαλα, αν και κάτι τέτοιο δεν ήταν εφικτό. Αν ήταν όμως, θα το είχε σίγουρα κάνει. Η κραυγή πόνου που έβγαλε καθώς ο Κρις τράβηξε με μια γρήγορη κίνηση το βέλος από την πληγή, μου έσκισε την καρδιά στα δύο. Το σώμα του κλονίστηκε από σπασμούς για λίγο και έπειτα μια απαίσια μυρωδιά κατέκλυσε το χώρο, ενώ ο Κάρτερ ηρεμούσε.
"Θεέ μου" ψέλλισα. Το βλέμμα μου συνάντησε εκείνο του Κρις και έπειτα του πατέρα μου.
Το βέλος ήταν βουτηγμένο σε δηλητήριο.


=================*=================*==================*=================


"Η μόνη λύση είναι αίμα βρικόλακα!" σχολίασε ο Κρις, ακινητοποιώντας τον Κάρτερ που χτυπιόταν, έπειτα από μερικά μόνο δευτερόλεπτα ηρεμίας. Οι ίριδες των ματιών του από εκπληκτικό γαλάζιο είχαν γίνει ένα ματωμένο κόκκινο και κάτι που έλεγε πως αυτό δεν ήταν και πολύ καλό. Έβγαζε άναρθρες κραυγές σαν πληγωμένο ζώο και χτυπιόταν ασύστολα. Φώναξα τον Ντεβ με το βλέμμα μου όπου και πήρε τη θέση μου δίπλα στον Κάρτερ και έτρεξα στο κοντινότερο έπιπλο, από όπου έβγαλα και ένα μαχαίρι.
Ήταν δώρο γενεθλίων από τον Κρις πριν από μερικούς αιώνες αυτό το μαχαίρι και είχε ένα φίδι κουλουριασμένο στη λαβή. Πλησίασα τον Κάρτερ που είχε γίνει μούσκεμα στον ιδρώτα και έτρεμε σύγκορμος, χωρίς να παραμερίσω τον Ντεβ από τη θέση του.
"Ρέιβεν!" φώναξε αυστηρά ο πατέρας μου, αλλά δεν είχα απολύτως καμία πρόθεση να σταματήσω. Ο Κάρτερ χρειαζόταν αίμα και αν έπρεπε να περιμένω μέχρι να αποφασίσουμε ποιός είχε περιθώριο να νιώσει αδυναμία για μερικές ώρες, θα τον είχα χάσει.
Χωρίς να πω απολύτως τίποτα και καταπίνοντας όποια φοβία για τον πόνο που θα ακολουθούσε, έσκισα το εσωτερικό του καρπού μου με το μαχαίρι και έφερα το ματωμένο μου χέρι πάνω από τα χείλη του. Κόλλησε το στόμα του λαίμαργα στον καρπό μου και ήπιε τόσο, ώστε να μου φέρει ζαλάδα. Ο Κρις δοκίμασε να τον σταματήσει, αλλά κούνησα αρνητικά το κεφάλι. Ο Κάρτερ το χρειαζόταν περισσότερο από μένα τη δεδομένη στιγμή.
Έπειτα από λίγο και υπό το εξαγριωμένο βλέμμα του πατέρα μου ο Κάρτερ έπεσε στα μαξιλάρια, αναπνέοντας κάπως πιο φυσιολογικά, με τα μάτια κλειστά. Η Σκάι καθόταν στη γωνία με το βλέμμα παγωμένο από τρόμο, ο Κρις και ο Ντεβ τον κρατούσαν ακόμα, η μητέρα μου είχε το χέρι της τρυφερά στο γόνατό του και ο πατέρας μου δεν έπαιρνε τα μάτια του από πάνω μου. Μόλις ο Κάρτερ ηρέμησε και άρχισε να αναπνέει εντελώς φυσιολογικά, έφερα το ματωμένο μου χέρι στα χείλη, έγλειψα την πληγή για να σταματήσω την αιμορραγία και παραμέρισα τον αδερφό μου διεκδικώντας μια θέση δίπλα στον βρικόλακά μου. Έριξα το κεφάλι μου στο κεφάλι του κρεβατιού, προσπαθώντας να σταθεροποιήσω τον κόσμο που γύριζε. Ο Κάρτερ έψαξε στα τυφλά το χέρι μου ανάμεσα στα σκεπάσματα και το έσφιξε στιγμιαία. Με ένιωσα να χαμογελάω, παρόλο που η κατάσταση δεν ήταν και συνώνυμη της χαράς. Έπειτα ανασηκώθηκα, τραβώντας το πουκάμισό του προς τα πάνω για να τσεκάρω την πληγή. Έκλεινε με ταχύτατους ρυθμούς μέχρι που έπειτα από λίγο δεν έμεινε τίποτα για να δεις, παρά μόνο ένα κομμάτι λευκού δέρματος.
Ο Κρις ξεροκατάπιε και σηκώθηκε όρθιος. "Ας τους αφήσουμε για λίγο μόνους" είπε, βγάζοντάς τους όλους έξω από το δωμάτιο.
Ο πατέρας μου κοντοστάθηκε στην πόρτα και με κοίταξε. "Πρέπει να μιλήσουμε" είπε αυστηρά. "Το αργότερο σε πέντε λεπτά να είσαι στο γραφείο μου". Και με αυτά τα λόγια βγήκε κλείνοντας την πόρτα πίσω του.
"Σε έβαλα σε μπελάδες" ακούστηκε η αδύναμη φωνή του Κάρτερ έπειτα από λίγο. "Συγνώμη".
Συγκράτησα τα δάκρυά μου και τον πλησίασα. "Μην το λες αυτό" του είπα, με τα δάχτυλά μου μέσα από τα μαλλιά του. Το πρόσωπό του είχε ήδη αρχίσει να αποκτάει την φυσιολογική - για βρικόλακα - χλομάδα του.
"Νιώθεις αδύναμη;" σχολίασε φέρνοντας με κόπο το χέρι του στο πρόσωπό μου, τραβώντας μια αόρατη γραμμή από τα βλέφαρα ως τα χείλη μου.
"Καλά είμαι, Κάρτερ" είπα. "Μια χαρά νιώθω".
Αυτό δεν ήταν αλήθεια. Όποια άλλη φορά είχε πιεί το αίμα μου, το έκανε συνήθως σε φάση που δεν υπήρχε περίπτωση να προσέξω ότι ήμουν αδύναμη, γιατί είχα άλλα, πιο σημαντικά πράγματα στο κεφάλι μου. Να μην φωνάζω, ας πούμε. Ποτέ δεν είχε πιεί βέβαια τόσο πολύ. Αυτή η φορά ένιωθα λες και μου είχαν βγάλει τις μπαταρίες και αποδυναμωνόμουν αργά αλλά σταθερά. Βέβαια όταν ξεκόλλησε τα χείλη του, ένιωθα ακόμα πιο χάλια και τώρα μπορούσα να σταθώ όρθια χωρίς να φοβάμαι μην σωριαστώ κάτω, παρόλο που το δωμάτιο δεν είχε σταθεροποιηθεί εντελώς ακόμα. Πολύ αργά, επανερχόμουν στο φυσιολογικό.
"Λες ψέμματα" είπε ο Κάρτερ χαμογελώντας. "Νιώθεις χάλια. Για χάρη μου".
Δεν μπήκα στον κόπο να απαντήσω, παρά τις διαφορές μας και το γεγονός ότι δεν τον γνώριζα τόσο όσο τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς μου, εκείνος έμοιαζε να με ξέρει απέξω κι ανακατωτά. Τον φίλησα απαλά, αλλά εκείνος ανταπέδωσε με μια θέρμη που με τρόμαξε σχεδόν. Έσυρα το χέρι μου στο στήθος του και απομακρύνθηκα.
"Για μια στιγμή φοβήθηκα πως δεν θα μπορούσα να το ξανακάνω αυτό" είπε με χαμηλή φωνή.
Τον φίλησα ξανά και σηκώθηκα όρθια, στηρίζοντας το κορμί μου στο ξύλο του κρεβατιού.
"Θα επιστρέψω σε πέντε λεπτά. Πάω να τσακωθώ με τους δικούς μου και έπειτα δε θα φύγω από το πλάι σου".
"Ανυπομονώ" είπε πονηρά. "Και ζήτα συγνώμη εκ μέρους μου".
Ρίχνοντάς του μια τελευταία ματιά, βγήκα από το δωμάτιο.


================*================*================*================*=======


"Κάθισε, Ρέιβεν" είπε ο πατέρας μου, καθισμένος στο γραφείο του. Η μητέρα μου και ο Ντεβ βρίσκονταν στα δεξιά του, προσπαθώντας και οι δύο να με προετοιμάσουν για αυτό που θα ακολουθούσε. Δεν χρειαζόταν, ήξερα ότι θα άκουγα τον εξάψαλμο.
Κάθισα σε μια καρέκλα, τυπικά και χωρίς να μιλάω. Ένιωσα αμέσως καλύτερα και ευγνωμοσύνη στον πατέρα μου που δεν με άφησε να στέκομαι όρθια.
"Αυτό που έκανες ήταν πολύ επιπόλαιο" είπε σταυρώνοντας τα χέρια πάνω στην ξύλινη επιφάνεια.
"Δεν είχα άλλη επιλογή" απάντησα κοφτά και σταθερά. Το περπάτημα με είχε βοηθήσει και πλέον ένιωθα απλώς λίγο αδύναμη.
"Μπορούσαμε να βοηθήσουμε εμείς, οι μεγαλύτεροι και να μην πειραματίζεστε χωρίς να ξέρετε τις επιπτώσεις".
Ήμουν πολύ σίγουρη ότι θα μετάνιωνα τα επόμενα λόγια, ότι θα με έφερναν σε δύσκολη θέση, αλλά εκείνη την ώρα δεν μπόρεσα να συγκρατηθώ. "Δεν είναι η πρώτη φορά" απάντησα. "Συνέρχομαι αρκετά γρήγορα, απλώς σήμερα ήπιε λίγο παραπάνω. Θέλω να πω, καλά έκανε, είχε δηλητήριο να τρέχει στις φλέβες του".
Τα μάτια του πατέρα μου γούρλωσαν από έκπληξη και όχι τόσο από θυμό. Η μητέρα μου κάλυψε το πρόσωπό της, μη θέλοντας να ακούσει άλλα και ο Ντεβ άρχισε να χαχανίζει.
"Το έχει ξανακάνει αυτό; Έχει τραφεί και άλλη φορά από εσένα; Πότε, γιατί;"
"Έχει τραφεί ξανά από εμένα κι εγώ από εκείνον" είπα, αποφεύγοντας να διευκρινίσω τις συνθήκες. Ε δεν θα έδινα και την κάθε λεπτομέρεια!
Το ύφος του πατέρα μου έδειξε ξαφνικά μια διάθεση να μην ακούσει τίποτα παραπάνω και σοκ. Μεγάλο σοκ. Ο Ντέβερελ άρχισε πλέον να γελάει κανονικά, κοπανώντας το χέρι του στο γόνατο.
"Θεέ μου, Ρέιβεν, αυτό δεν χρειαζόταν πραγματικά να το μάθω!" έκανε ο πατέρας μου κλείνοντας τα μάτια του.
"Εσύ ρώτησες" είπα ατάραχα. Μισή ντροπή δική του, μισή δική μου. Δικό του πρόβλημα όμως, τί είχε βάλει με το μυαλό του. Μεταξύ μας, αποκλείεται να έφευγε πολύ από την πραγματικότητα.
Δεν ένιωθα καμία επιθυμία να αρχίσω να τρέχω, ή να φύγω από εκεί μέσα. Ήμουν απολύτως σίγουρη για τις πράξεις μου που δεν ένιωθα την ανάγκη να δικαιολογηθώ για το παραμικρό. Ακούγεται περίεργο, και σοβαρά, δεν είμαι ούτε κατά διάνοια τόσο φιλελεύθερη όσο ακούγομαι, αλλά στην προκειμένη φάση το τί γνώμη θα σχημάτιζαν οι δικοί μου για την σχέση μου με τον Κάρτερ δεν με απασχολούσε ούτε στο ελάχιστο. Με απασχολούσε όμως ο ίδιος ο Κάρτερ.
"Τελείωσε το κήρυγμα;" ρώτησα. "Μπορώ να φύγω; Τον έχω αφήσει ώρα μόνο του".
Ο πατέρας μου απέφυγε ακόμα και να με κοιτάξει, αλλά μου έκανε νόημα με το χέρι για να φύγω, ο Ντεβ γελούσε ακόμα σα χαζό και η μητέρα μου ήταν διχασμένη ανάμεσα στο ποιόν έπρεπε να ηρεμήσει πρώτα. Εμένα που είχα πάρει φόρα, ή τον πατέρα μου που έμοιαζε να θέλει να κοπανήσει το κεφάλι του στον τοίχο.
"Αν με χρειαστείτε κάτι, θα είμαι στο δωμάτιό μου" ανακοίνωσα και έκανα μεταβολή.
Ο Κάρτερ ήταν ακόμα ξαπλωμένος, αλλά μάλλον ήταν πολύ καλύτερα. Είχε βολευτεί πλήρως και όπως με ενημέρωσε είχε ξεφορτωθεί το πουκάμισο γιατί ένιωθε να σκάει από τη ζέστη. Ας πούμε ότι το πίστεψα.
"Πώς πήγε;" ρώτησε μόλις με είδε. Μάζεψα το φόρεμά μου και ξάπλωσα δίπλα του, ρίχνοντας το κεφάλι μου στο στήθος του.
"Έπρεπε να ήσουν από μια μεριά να δεις την έκφραση του μπαμπά μου όταν άκουσε πως το έχουμε ξανακάνει αυτό".
"Θεέ μου, Ρέιβεν, το είπες; Δεν σε πιστεύω!" είπε γελώντας. "Ο καημένος ο μπαμπάς σου! Για καλό δικό του ελπίζω να μην έδωσες κάθε λεπτομέρεια".
"Όχι, μην ανησυχείς, ήμουν πολύ διακριτική. Τώρα βέβαια, έξυπνοι είναι όλοι, αμφιβάλλω αν δεν κατάλαβαν, αλλά δεν με ενδιαφέρει. Δεν θα κάτσω να τα ακούσω κιόλας, επειδή ήθελα να βοηθήσω το αγόρι μου".
Ο Κάρτερ άφησε ένα αδύναμο γελάκι. "Όπα, πως το είπες αυτό; Το αγόρι σου; Μου αρέσει όπως ακούγεται". Το δάχτυλό του ζωγράφισε με καμπύλες την απόσταση από τον λαιμό ως την αρχή του φορέματός μου στο ύψος του στήθους.
"Ε, αφού σου αρέσει να το λέω πιο συχνά" σχολίασα. "Πώς νιώθεις;"
"Τώρα που ήρθες, είμαι καλά. Λίγο αδύναμος νιώθω μόνο, αλλά θα μου περάσει. Με ανησυχεί το τί θα σκέφτονται τώρα οι δικοί σου".
"Να μην σε ανησυχεί. Εδώ δεν ανησυχεί εμένα".
Πριν προλάβει να απαντήσει, κάποιος χτύπησε την πόρτα. Ανασηκώθηκα ελαφρώς, απλά σε περίπτωση που ήταν κάποιος από τους γονείς μου, αλλά ήταν ο Ντεβ.
Ο οποίος άρχισε να γελάει. "Κέινι, μου την χάλασες την αδερφούλα μου" σχολίασε και κάθισε στα πόδια του κρεβατιού γελώντας. "Τον έκανε τούρμπο τον μπαμπά, είναι στο γραφείο του και πάω στοίχημα, αν μας έπιαναν τα παυσίπονα των ανθρώπων, θα είχε ήδη κατεβάσει ένα κουτί".
"Δεν καταλαβαίνω γιατί σοκαριστήκατε έτσι" έκανα αδιάφορα. "Εγώ ανέφερα απλώς πως έχουμε τραφεί ξανά ο ένας από τον άλλον. Αν το δικό σας μυαλό είναι πονηρό, δεν ευθύνομαι εγώ".
Ο Κάρτερ δάγκωσε τα χείλη του συγκρατώντας ένα γέλιο. "Τί λένε οι δικοί σας; Σκοπεύουν να με ξαποστείλουν μόλις σταθώ στα πόδια μου;"
"Μπορεί να το έκαναν αν δεν ήξεραν πόσο πεισματάρικο πλάσμα αγάπησες" σχολίασε ο Ντεβ. "Πριν φύγω, κατάφερα να τους εστιάσω την προσοχή στο ποιοί ήταν αυτοί που σε χτύπησαν, μπας και ξεχάσουν τα υπόλοιπα. Έχουν ήδη κάποιες θεωρίες και ο πατέρας σου έρχεται από στιγμή σε στιγμή".
"Τί θεωρίες; Σας είπα, δεν ήταν πλάσματα του δικού μας κόσμου" μίλησα εγώ.
"Αυτά πες τα στον μπαμπά" έκανε ο Ντεβ. "Αλλά όχι ακόμα, δεν είναι καλή ιδέα. Περίμενε να ηρεμήσουν λίγο τα πράγματα, να ξεχάσει την εικόνα που φύτεψες στο μυαλό του και μετά".
Ταυτόχρονα, ο Ντεβ και ο Κάρτερ ξέσπασαν σε γέλια.
"Έμπλεξα" σχολίασε ο Κάρτερ. "Ο μπαμπάς σου θα θέλει να μου κάνει ΤΗΝ ΚΟΥΒΕΝΤΑ".
"Διόλου απίθανο" του είπε ο Ντεβ, ακόμα γελώντας.



=================*================*===================*=================*



Όταν έφυγε ο Ντέβερελ, ο Κάρτερ με τράβηξε πάνω του και μείναμε έτσι αρκετή ώρα. Αφού αποδείχθηκε πως δεν ήταν τόσο αδύναμος όσο έλεγε, αποφάσισα να σηκωθώ λίγο για να ξεπιαστώ. Έριξα πάνω μου μια ρόμπα και πήγα προς το παράθυρο, νιώθοντας το βλέμμα του Κάρτερ να ζυγιάζει κάθε πόντο στο κορμί μου μέσα από το ελαφρύ ύφασμα.
"Έλα πίσω" είπε αλλάζοντας πλευρό ώστε να με κοιτάει.
Είχα γυρίσει μόλις την πλάτη μου για να το κάνω, όταν το μάτι μου έπιασε μια κίνηση κάπου έξω από την καγκελόπορτα.
Ήταν περίπου δέκα, κανένας δεν ήταν από τον κόσμο μας και όλοι τους στέκονταν λίγο πιο πίσω από τα κάγκελα. Η όρασή μου που ήταν σχεδόν άριστη μέσα στο σκοτάδι όσο και στο φως, με ενημέρωνε πως ο καθένας κρατούσε και από κάτι μυτερό στα χέρια, κάτι που μπορούσε να προκαλέσει ζημιά.
Αυτή ήταν και η πρώτη φορά που τους είδα.




Fangs (Midnight Series: Book Two)Where stories live. Discover now