κεφάλαιο 23

1.5K 211 29
                                    


Νομίζω το σοκ που ένιωσα όταν αντίκρισα το σπίτι μου άδειο, ήταν μεγαλύτερο από το σοκ εκείνης της μέρας, που αντίκρισα το όνομά μου χαραγμένο με μελάνι στο σώμα της Σοφίας. Σαν θηρίο στο κλουβί ένιωθα, που του είχαν αρπάξει ότι πολυτιμότερο είχε. Και για μένα, ήταν η κοπέλα με τα μπλε μάτια. Έμπαινα και έβγαινα στα δωμάτια ψάχνοντας ένα δείγμα, κάτι που θα με οδηγούσε στα βήματά της. Δεν υπήρχαν ίχνη αντίστασης, οπότε ακολούθησε το άτομο αυτό χωρίς να διαμαρτυρηθεί. Το καθίκι ο Τζέιμς! 

Άρπαξα το τηλέφωνο και αγνοώντας τις αναπάντητες κλήσεις που υπήρχαν στην οθόνη κάλεσα τους αστυνομικούς με πολιτικά που είχα βάλει να προσέχουν την Σοφία. "Οι εντολές που πήρα ήταν να φύγω από το σπίτι Άλεξ" μου τα μάσησε αμέσως μόλις τον ρώτησα. "Από ποιον πήρες εντολή; Μόνο απο μένα γαμώτο είχαμε συμφωνήσει, μόνο από εμένα!" ούρλιαξα εκτός εαυτού. Ο συνεργάτης μου έμεινε για λίγο σιωπηλός, μα μερικά δευτερόλεπτα αργότερα ανέφερε το όνομα του Τζέιμς. "Οι εντολές ήρθαν από το μεγάλο αφεντικό, δεν γινόταν να παρακούσω" ανέφερε και αμέσως μετά έκλεισε την γραμμή.

Δεν μπορούσα να ηρεμήσω... Όλοι φαινόταν να είναι εναντίον μου, τα πάντα λειτουργούσαν λάθος, ενάντια στο σχέδιο μου, χωρίς την δική μου συγκατάθεση. Το ένστικτό μου μου έλεγε ότι κινδύνευε... εκεί που βρισκόταν η Σοφία κινδύνευε και εγώ δεν μπορούσα να την προστατεύσω πια. Έκανα άσκοπες βόλτες μέσα στο σπίτι προσπαθώντας να σκεφτώ. Προσπαθώντας να λύσω τον γρίφο... πίεζα το μυαλό μου, έβριζα, χτυπούσα το χέρι μου στους τοίχους, στην άκρη δεν έφτανα.

Άρπαξα και πάλι το τηλέφωνο και κοίταξα βιαστικά τις κλήσεις που είχα. Τρεις από άγνωστο αριθμό, και πέντε από την Κάρλα. Πάτησα επανάκληση και περίμενα να ακούσω την φωνή της συναδέλφου μου. "Που είναι;" ήταν το πρώτο πράγμα που την ρώτησα μόλις έφτασε η φωνή της στα αυτιά μου. Την άκουσα να παίρνει μια βαθιά ανάσα κι αμέσως μετά ήρθε η απάντησή της που με εξόργισε. "Σε έψαχνα, σε έχω πάρει τόσες φορές τηλέφωνο!" αποκρίθηκε αγνοώντας την αγωνία στην φωνή μου. "Λέγε γαμώτο! Που βρίσκεται;" η απελπισία είχε αρχίσει να με τυλίγει, και ήμουν σίγουρος οτι δεν θα με βοηθούσε. Η Κάρλα εξαρχής είχε δείξει την αντιπάθειά της απέναντι στην Σοφία, και δεν προσπάθησε ποτέ να το κρύψει. "Είναι καλύτερα εκεί που είναι Άλεξ" είπε σταθερά ενώ από πίσω ξεχώριζα την φωνή του αφεντικού μας. "Που στο διάβολο την έχετε πάει;!" ούρλιαξα στο ακουστικό και οι φλέβες μου είχαν πεταχτεί από την ένταση στον λαιμό μου. "Εκεί που θα έπρεπε να έχει πάει εξαρχής! Ξέχασέ την Άλεξ, ξέχασέ την γαμώτο! Θα σε καταστρέψει δεν το βλέπεις; Δεν το καταλαβαίνεις;" χαμήλωσε την φωνή της, και ήμουν σίγουρος ότι απομακρύνθηκε από τους υπόλοιπους για να μου μιλήσει. Τι στο διάβολο εννοούσε 'εκεί που έπρεπε να είχε πάει εξαρχής;'. "Κάρλα! Πρέπει να την βρω, κινδυνεύει!" μάταια την παρακάλεσα κι εκείνη την στιγμή η απάντησή της με άφησε άφωνο. "Από εσένα κινδυνεύει!" είπε έντονα και αμέσως μετά τερμάτισε την γραμμή.

Πέταξα το τηλέφωνο στον απέναντι καναπέ, βρίζοντας Θεούς και δαίμονες. Που να κινηθώ; Που να έψαχνα; Έπρεπε να βρω τον δολοφόνο; Έπρεπε να ψάξω για την Σοφία; Εάν γύριζα στα κεντρικά γραφεία σίγουρα δεν θα κατάφερνα να ελέγξω τα νεύρα μου, και θα άρπαζα και πάλι τον Τζέιμς από τον λαιμό. Ίσως και να τον έπνιγα έτσι θολωμένος που ήμουν. Έπρεπε να διώξω την ένταση από πάνω μου γιατί γινόταν ο χειρότερος σύμβουλός μου. Μπήκα στο μπάνιο και πέταξα τα ρούχα μου στο πάτωμα. Μπήκα κάτω από το κρύο ντούζ και το παγωμένο νερό με ανάγκασε να συνέλθω απότομα. Το μυαλό μου άδειαζε από την ένταση, μα γέμιζε με την μορφή της. Η θηλιά στο λαιμό έσφιγγε... και έσφιγγε... Έγειρα στα πλακάκια και πήρα μια βαθιά ανάσα. Ένιωθα κουρασμένος... χαμένος... Μακριά της ένιωθα μισός. 'Πως στο καλό κατάφερε και χώθηκε τόσο βαθιά μέσα μου; Πως κατάφερε και μπήκε μέσα στο πετσί μου;' αναρωτιόμουν μα οι ερωτήσεις μου έπεφταν στο κενό. 'Πως μπορούσα να είμαι σίγουρος ότι εκείνη η γυναίκα δεν ήταν επικίνδυνη, πως μπορούσα να ξέρω εάν εγώ είχα θέση στην καρδιά της;' Η μάχη μέσα μου σταματημό δεν είχε. Και ήταν εξοντωτική, δύσκολη, αβάσταχτη...

Λίγη ώρα αργότερα κάθισα στον καναπέ απλώνοντας μπροστά μου τον φάκελο της υπόθεσης καθώς και τον φάκελο με όλες τις εξιχνιασμένες υποθέσεις μου. Θα άρχιζα την έρευνα από την αρχή, θα διάβαζα ξανά και ξανά κάθε λεπτομέρεια, θα κοίταζα προσεκτικά κάθε φωτογραφία από τους τόπους των εγκλημάτων, θα το έπιανα το καθίκι! Θα το έπιανα!

Είχα περάσει ώρες σκυμμένος πάνω από τα χαρτιά μου. Ήταν η δεύτερη φορά που διάβαζα τον φάκελο με τις υποθέσεις μου, μα ειλικρινά δεν μπορούσα να βρω κάποια σχέση με τον γρίφο που προσπαθούσα να λύσω. Σηκώθηκα να βάλω ένα ποτό, και στάθηκα όρθιος πάνω από το γραφείο χαζεύοντας τα χαρτιά πάνω του. Βρισκόμουν στην εξηκοστή έβδομη έκθεση, όπου εξιχνιάστηκε μια υπόθεση δολοφονίας ενός γνωστού επιχειρηματία από την σύζυγό του. Γύρισα την σελίδα, και διάβασα τον αριθμό της υπόθεσης πάνω αριστερά: εξηκοστή ένατη, δίπλα στο όνομά μου, των συνεργατών μου, την ημερομηνία και άλλες λεπτομέρειες της υπόθεσης. Η συγκεκριμένη ιστορία με πήγε λίγα χρόνια πριν. Ένας πατέρας στραγγάλισε την έφηβη κόρη του για να εκδικηθεί την εν διαστάσει σύζυγό του. Ψάχναμε την κοπέλα για μήνες πριν αναγκάσω τον δολοφόνο να ομολογήσει. Πριν προχωρήσω στην επόμενη σελίδα τα μάτια μου καρφώθηκαν και πάλι στον αριθμό πρωτοκόλλου της υπόθεσης. Παραξενεύτηκα. Ξαναγύρισα την σελίδα πίσω, εξηκοστή έβδομη υπόθεση. Πήγα στο επόμενο φύλλο εξηκοστή ένατη 'Τι στο καλό...' αναρωτήθηκα, άφησα στην άκρη το ποτήρι και κάθισα και πάλι στην θέση μπροστά στο γραφείο μου. Έπιασα στα χέρια τον φάκελο και τον ξεφύλλισα βιαστικά ψάχνοντας για τον αριθμό της έκθεσης που έλειπε, την εξηκοστή όγδοη. Η ακολουθία των αριθμών ήταν ολόσωστη εκτός από αυτόν που έψαχνα. Δεν υπήρχε περίπτωση να είχε χαθεί. Τα αρχεία αυτά πάντα βρίσκονται σε καλά φυλασσόμενα δωμάτια που πρόσβαση δεν έχει ο οποιοσδήποτε.

Τι στο καλό συνέβαινε; Είχε σχέση με τον γρίφο που προσπαθούσα να λύσω; Πως ήταν δυνατόν να λείπει μια ολόκληρη υπόθεση από τα αρχεία μου; Ποιος είχε βάλει το χέρι του και γιατί;

Το σημάδιWhere stories live. Discover now