Κεφάλαιο 1

2.3K 189 49
                                    

Ο καπνός είχε απλωθεί στο δωμάτιο σαν ομίχλη και το οξυγόνο χανόταν σιγά σιγά.
Η Μάριον κοιμόταν βαθιά μετά από μία ακόμη κουραστική μέρα διδασκαλίας.
Δίπλα της κοιμόταν η Σεσίλια, η υπηρέτρια της,μια γυναίκα γύρω στα 40 που τη φρόντιζε από όταν ήταν μωρό.

Μέσα στο λήθαργο της ένιωσε ένα χέρι να τη σπρώχνει βίαια προσπαθώντας να την ξυπνήσει.
Άνοιξε τα μάτια,το τσούξιμο που ένιωσε την έκανε να τα κλείσει με μιάς ενώ ο βήχας την έπνιξε όταν ο καπνός μπήκε στα σωθικά της.

"Σήκω Σεσίλια,ξύπνα, το κάστρο δέχεται επίθεση".

Η Σεσίλια άνοιξε με δυσκολία τα μάτια μην μπορώντας να καταλάβει ακόμη τι συμβαίνει.
Ο φύλακας του ορόφου προσπαθούσε να ανοίξει τα παράθυρα ώστε να βγει ο καπνός έξω.

"Τι είναι,τι συμβαίνει Τζον,τι καπνός είναι αυτός.Παναγιά μου,οι κυράδες μου".
Σηκώθηκε απ'το κρεβάτι,άρπαξε τα ρούχα της και τα φόρεσε όπως όπως. Ο Τζον ήδη προσπαθούσε να σηκώσει τη Μάριον .
Έψαξε γύρω μα δεν έβλεπε το άλλο κορίτσι το δικό της κρεβάτι ήταν άδειο.

"Που είναι η Ραβένα,που χάθηκε?".

"Πάμε γρήγορα έχω τη Μάριον η Ραβένα είναι στο δωμάτιο των αφεντάδων".

Ο Τζον κατέβηκε τη σκάλα και με προσοχή οδήγησε τις γυναίκες από την κουζίνα σε μία κρυφή καταπακτή.
Η Σεσίλια άρχισε να καταλαβαίνει τι συμβαίνει όταν είδε μερικές γυναίκες απ'το προσωπικό χωμένες εκεί κάτω.
Ο Τζον άφησε τη μικρή στην αγκαλιά της ,που είχε ξυπνήσει και έβηχε ασταμάτητα αφού δεν είχε καταπιεί και λίγο καπνό.
Ήταν τρομοκρατημένη.

"Πάω να βρω τις κυράδες,μην κουνηθήτε από δω ότι και αν γίνει".

Οι γυναίκες τρομαγμένες κοιτούσαν η μία την άλλη χωρίς να ξέρουν τι πραγματικά έχει συμβεί. Το κακό όμως γύριζε στο μυαλό τους τρομάζοντας τις σκέψεις τους.

"Επίθεση. Κάναν επίθεση. Θέλουν το κάστρο",είπε μία απ' τις γυναίκες ,υπεύθυνη για τις προμήθειες και γυναίκα του Τζον,με τρεμάμενη φωνή.

"Ποιός,ξέρουμε ποιος είναι?",ρώτησε μία αλλη.

Το βλέμμα της έδειχνε πιο τρομαγμένο από ποτέ όταν έφερε στο μυαλό της τον Ρόμπερτ Γκρούμπερ, έναν αδίστακτο πολεμοχαρή λόρδο που μόνος του σκοπός ήταν η αύξηση της περιουσίας του και η επέκταση των κτημάτων του.
Ανελέητος , αιμοσταγής ,δεν άφηνε τίποτα όρθιο στο πέρασμα του.
Αν και όπως συνηθιζόταν οι περισσότεροι ιππότες που επιτίθονταν σε ένα φέουδο,έπαιρναν στη δούλεψή τους τους υπηρέτες και όσο για τους κυρίους τους παραχωρούσαν στο κάστρο τους ένα διαμέρισμα ,εκείνος σκότωνε με τον πιο άγριο τρόπο όσους στέκονταν εμπόδιο στο δρόμο του. Ούτε υπηρέτης, ούτε και άρχοντας έβγαινε ζωντανός από τα χέρια του.

"Ο..... Ρόμπερτ Γκρούμπερ,θαρρώ",είπε η γυναίκα διστακτικά, προφέροντας το όνομά του σιγά από φόβο και μόνο.

Όλες οι γυναίκες τσίριξαν στο άκουσμα του ονόματός του.Κάποιες άρχισαν να προσεύχονται,μην και πέσουν στα χέρια του,δεν είχαν ακουστεί λίγα για άγριους βιασμούς γυναικών απ' τους ακόλουθους του ή για άγριες δολοφονίες.
Η Σεσίλια έσφιξε στην αγκαλιά της τη Μάριον που έδειχνε τρομοκρατημένη,όχι όμως τόσο όσο ήταν η ίδια γνωρίζοντας τη σοβαρότητα της κατάστασης στην οποία είχαν βρεθεί.
Απ' έξω ακούγονταν φωνές, ποδοβολητά αλόγων ,σπαθιά να συγκρούονται μεταξύ τους και η μυρωδιά του καπνού που σιγά σιγά έμπαινε στην κρυψώνα τους.
Οι γυναίκες έτρεμαν και η μία είχε κουρνιάσει δίπλα στην άλλη αγκαλιασμένες περιμένοντας τη λύτρωση τους ή το τέλος τους.

Μετά από αρκετές μαρτυρικές ώρες αγωνίας και φόβου ,σιωπή είχε απλωθεί παντού.Με πρόσωπα μαυρισμένα απ'τον καπνό οι γυναίκες άρχισαν να ανασαλέβουν κοιτάζοντας η μία την άλλη.
Δεν ήξεραν αν έπρεπε να σηκωθουν ή
αν έπρεπε να μείνουν εκεί μέχρι κάποιος να τις ειδοποιήσει ότι είναι πλέον ασφαλείς,οτι όλα είχαν τελειώσει .
Η πόρτα άνοιξε ξαφνικά και οι αχτίδες του ήλιου εισέβαλαν στην καταπακτή.
Είχε ξημερώσει.Πόσες ώρες κράτησε το κακό και πόσοι είχαν μείνει ζωντανοί δεν ήξερε κανείς.
Ο Τζον ήταν αυτός που τους άνοιξε να βγουν. Στην αγκαλιά του κρατούσε τη μεγάλη κόρη του λόρδου Ντε Μπερ, Ραβένα.
Το κορίτσι φορούσε ακόμη τη νυχτικιά της,που από λευκή τώρα ήταν γκρίζα και βρώμικη, σκισμένη σε κάποια σημεία και.......ματωμένη.
Η Σεσίλια έβγαλε μία κραυγή και έτρεξε κοντά στην κυρά της.
Μόλις κοίταξε το πρόσωπο της, ούρλιαξε απ'τη φρίκη που αντίκρυσε .
Αυτή η κυρά της δεν είχε γλιτώσει απ' τη φρικαλεότητα του λόρδου Γκρούμπερ.
Μία μεγάλη χαρακιά από μαχαίρι ξεκινούσε απ' το σαγόνι της και έφτανε μέχρι το αριστερό της φρύδι.Το δέρμα είχε ανοίξει στα δύο και το μάτι της έδειχνε θολό σαν να είχε δεχτεί βάρβαρο χτύπημα.
Όποιος έκανε αυτό όμως δεν έμεινε εκεί.Το βλέμμα της Σεσίλια κατηφόρησε στο άψυχο κορμί της κοπέλας μα στάθηκε εκεί χαμηλά, ανάμεσα στα πόδια της.
Έκλεισε τα μάτια της σφιχτά μην αντέχοντας να βλέπει άλλο.
Αίμα έτρεχε απ' τα πόδια του κοριτσιού, ο άθλιος την είχε βιάσει.Ενα κορίτσι μόλις 14 χρονών.

"Είναι ζωντανή",είπε μονάχα ο Τζον. "Αναπνέει ακόμα".

Την ακούμπησε στο πάτωμα στην αγκαλιά της Σεσίλια.Οι υπόλοιπες γυναίκες πλησίασαν και ένιωσαν πόνο για το καημένο το κορίτσι.
Η Μάριον με τη φρίκη στα μάτια έκλαιγε για την χαμένη αθωότητα της αδερφής της.

"Και οι αφέντες?",ρώτησε διστακτικά η Σεσίλια ενώ η Μάριον κρεμόταν απ' τα χείλη του να δει τι θα πει.
Ο Τζον απλά κούνησε το κεφάλι. Η γυναίκα έπιασε το στόμα της να μην φωνάξει.
Ηταν όλοι νεκροί,η Μάριον ήταν ορφανή από γονείς ενώ η ζωή της Ραβένα κρεμόταν από μία λεπτή κλωστή.

Αιχμάλωτη Του Μίσους ΤηςWhere stories live. Discover now