25 ( θανάσιμος κίνδυνος α παρτ)

30 2 0
                                    

Η Ντανιέλα άφησε το τζειμς και τη Πιλαρ να τρώνε και ξεκίνησε για σπίτι της.
Αμαδορ είχε φύγει πριν δύο ώρες, προφανώς για να βρει τη παμελα.
Αυτή η σκέψη την πονούσε, σαν μαχαιριά στη καρδιά της, αλλά προσπαθούσε να μη το σκέφτεται.
Κάλεσε ταξί, αγόρασε ενα αναψυκτικό με ανθρακικό απο ένα συνοικιακό μαγαζάκι και κάθησε όσο περίμενε.
Έσφιξε τη καφετια της καμπαρντίνα και κοίταξε αφηρημένα τον νυχτερινό ουρανό.
Χαζεψε τα σύννεφα να αρμενίζουν στο νυχτερινό ουρανό, τυλίγοντας τη χλωμή, μυστηριώδη σελήνη.
Η ντανιέλα πήρε μια ανάσα.
Σηκώθηκε και πέταξε το μισοάδειο βαζάκι στα σκουπίδια.
Επιβιβάστηκε στο ταξί, που μολις είχε φτάσει.
Ο οδηγός τη βοηθήσει να με τις τσάντες της.
Ήταν ένας νέος ωραίος ανδρας με σκούφι, από το οποίο ξέφευγαν μερικές καστανοξανθες μπούκλες, τα πράσινα του μάτια κρύβονταν πίσω από μαύρα γυαλιά.
- crasias( Ευχαριστώ)! Μουρμούρισε η Ντανιέλα και βολεύτηκε στο πίσω κάθισμα.
Έψαξε το Τηλέφωνο της.
Κάλεσε τον Σάιμον.
- Ελα, νατι!
- Που χάθηκες εσύ, βρε; Φασαρία ακούω!
- Τρέχω με εκείνο το τύπο που σου έλεγα, παραλίγο να πεθάνει από τα ναρκωτικά! Τελευταία στιγμή τον προλάβαμε!
- Ευτυχώς που προλάβατε!
- Μη τα Ρωτάς, κορίτσι μου! Πάντως, θα έχω μισή ώρα κενό! Είπε στο καφέ amigo, αν θες έλα από εδώ!
- Θα δούμε...
Μέχρι να τελειώσει το τηλεφώνημα είχαν φτάσει στη γραφική, μικρή γειτονιά.
Πέρασαν μπροστά από ένα επιβλητικό παλιό κτήριο και μια παλιά, κλειδωμένη αποθήκη.
Έφτασαν στη γειτονιά της.
Το αυτοκίνητο του Αμαδορ ήταν παρκαρισμένο απέξω.
Αυτός κάθονταν λίγο πιο πέρα, αγκαλιά με τη Παμελα.
Η ντανιέλα έσφιξε μουδιασμένη τα χέρια της.
Μέχρι να το συνειδητοποιησει, είχαν προσπεράσει τη πρασινοβαμμένη πολυκατοικία.
- Τι κάνετε; Σταματήστε! Φώναξε η Ντανιέλα κοιτώντας πίσω.
- Σκάσε! Ούρλιαξε ο οδηγός και ανέπτυξε ταχύτητα.

Φύλακας ΆγγελοςWhere stories live. Discover now