Κεφάλαιο 5

2.4K 183 15
                                    

" Μάρτιν, έλα αγόρι μου, έλα..." είπε τρυφερά η Άννα, κουνώντας έντονα το σακουλάκι με τις κροκέτες. Όπου και να κρυβόταν ο Μάρτιν, αρκούσε να ακούσει τον ήχο της στερεάς γατοτροφής για να εμφανιστεί, νιαουρίζοντας δυνατά και με ανυπομονησία. Εκείνη έβαζε μία ικανή ποσότητα τροφής στο πλαστικό μπωλ και αυτός την επιβράβευε με έξτρα χάδια στους αστραγάλους του, περνώντας πολλές φορές τη φουντωτή ουρά του ανάμεσα από τα πόδια της. " Μην αγοράσεις ξανά ξεσκονόπανα, έχουμε τον Μάρτιν για αυτή τη δουλειά" γελούσε η Ζωή. Αλλά τώρα, ο Μάρτιν δεν εμφανιζόταν. " Ψι, ψι, ψι, που είσαι, αγοράκι μου;" ξαναφώναξε η Άννα και τότε άκουσε ένα μικρό γρύλισμα από το δωμάτιο της Ζωής. Ακολούθησε τους ήχους της γάτας και ανάβοντας το φως βρήκε τον Μάρτιν με τη μουσούδα του σε ένα μαύρο κομμάτι πανί. " Τί κάνεις εδώ, χαζούλη;" απευθύνθηκε στο ζωάκι η Άννα. " Ξέχασες πως είναι η ώρα του πρωινού; Σου έχω σπέσιαλ κοτοπουλάκι για σήμερα, άιντε πάμε, γιατί θα αργήσω..." Ανασήκωσε τον Μάρτιν στην αγκαλιά της ο οποίος επέμενε να κρατά με τα νύχια του αυτό το βαμβακερό πανί. Αν και είχε ευνουχίσει τον γατούλη, η Άννα δεν του είχε κόψει ποτέ τα νύχια. Ένιωθε πως αυτό θα ήταν μία βαρβαρότητα. Βέβαια, τα έπιπλά τους υπέφεραν από τις διαρκείς γρουτζουνιές και τα "λιμαρίσματα" του γάτου, που έβρισκε τρομερή ευχαρίστηση στο να λειαίνει τα νύχια του στο ξύλο των επίπλων και στη στόφα του καναπέ. Τώρα κρατούσε σαν τρόπαιο αυτό το πανί με τα νύχια του και στα μάτια του φαινόταν πως ήταν αποφασισμένος να μην το αφήσει με τίποτα. " Τι βρήκες, βρε, και το κρατάς σαν κόρη οφθαλμού; Δείξτο μου!" είπε η Άννα γελώντας με τον εαυτό της που άνοιγε κανονική συζήτηση με τον γάτο. Με τον Μάρτιν ακόμα αγκαλιά, βγήκε από το δωμάτιο και κατευθύνθηκε στην κουζίνα. " Δες τι σου βαλα, κοτόπουλο!" ειπε με ένα θριαμβευτικό τόνο και άφησε απαλά το ζώο να πέσει στο πάτωμα. Ο Μάρτιν ρίχτηκε με βουλιμία στο φαγητό και αυτή μπόρεσε να του αποσπάσει από τα νύχια αυτό το μαύρο ύφασμα. Ήταν ένα συνηθισμένο αντρικό σλιπάκι, μαύρο στο χρώμα. Η Άννα απομάκρυνε το σλιπ από το σώμα της κάνοντας έναν μορφασμό αηδίας, κρατώντας το σαν μολυσμένο υλικό, σαν πυρηνικό απόβλητο που όφειλε να το εξαφανίσει πριν την μολύνει με την τοξικότητά του. Με την κίνησή της αποκαλύφθηκε η ετικέτα στην πίσω όψη του εσώρουχου. Ήταν ένα σλιπάκι από αυτά που υπέγραφε ο Μπέκαμ για την H&M, ένα τρομερά συνηθισμένο σλιπάκι, από αυτά που πωλούνται κατά χιλιάδες στο πολυκατάστημα. Τέτοια φορούσε και ο Δημήτρης. Τέτοια φοράει και ο Δημήτρης, σκέφτηκε ξανά η Άννα. Υπερνικώντας τη σιχαμάρα της έφερε το εσώρουχο κοντά στην μύτη της προσπαθώντας να "αρπάξει" τη μυρωδιά του με την όσφρησή της. Το ύφασμα ανέδιδε το άρωμα της Ζωής το οποίο υπερκάλυπτε οποιαδήποτε άλλη μυρωδιά. " Μην ξαναπάρεις ποτέ ξένα εσώρουχα" είπε με διδακτικό τόνο στον γάτο, ο οποίος είχε τελειώσει το φαί και την κοιτούσε μαζεμένος, τρομαγμένος από την έντονη χροιά της φωνής της. " Θα αρρωστήσεις, μικρέ μου, θα κολλήσεις κανένα αφροδίσιο απ' όλους αυτούς που κουβαλάει η άλλη μαμά σου".  Η Άννα άνοιξε τον κάδο απορριμάτων κάτω από τον νεροχύτη και έριξε το εσώρουχο στα σκουπίδια, κάνοντας έναν μορφασμό αηδίας. Μετά πήγε στο μπάνιο και έπλυνε καλά τα χέρια της. Για σιγουριά, πέρασε και με απολυμαντικό τις παλάμες της.Έπρεπε να θυμηθεί να κάνει μία συζήτηση με τη Ζωή. Άραγε έπαιρνε προφυλάξεις η φίλη της; Ή αφηνόταν χύμα σε κάθε άγνωστο εκθέτοντας το σώμα της στους κινδύνους των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων; Η Άννα είχε παρακολουθήσει στο αμφιθέατρο του νοσοκομείου μία διάλεξη ενός καθηγητή λοιμωξιολογίας, ο οποίος φωτογράφισε με τρομερά ζοφερά χρώματα την κατάσταση των σεξουαλικά μεταδιδόμενων νόσων στην Ελλάδα. " Οι Έλληνες δυστυχώς δεν παίρνουν τις κατάλληλες προφυλάξεις, δεν φαίνεται να έχουν εκπαιδευτεί πάνω σε αυτόν τον τομέα με αποτέλεσμα η συχνότητα αυτών των νοσημάτων διαρκώς να αυξάνεται. Επίσης, έχουμε αύξηση νοσημάτων που μέχρι πρότινος ήταν σε χαμηλά επίπεδα, όπως για παράδειγμα η σύφιλη" είχε καταλήξει ο καθηγητής.

Οποτεδήποτε η Άννα άρχιζε απέξω απέξω μία συζήτηση για αυτά τα νοσήματα, η Ζωή την έκοβε με ένα θυμωμένο: " Ξέρω, ξέρω..." Ωστόσο η Άννα ένιωθε ευθύνη για την υγεία της φίλης της. Στο κάτω κάτω η ίδια ανήκε σε υγειονομικό προσωπικό και όφειλε διπλά να ευαισθητοποιήσει τη Ζωή, η οποία- όπως υποψιαζόταν η Άννα- έδειχνε ανεμελιά- ή καλύτερα  επιπολαιότητα σε αυτό το θέμα.

Προβληματισμένη, μπήκε κάτω από ντουζ και πέρασε όλο το κορμί της δύο φορές με το σφουγγάρι, και μάλιστα με Dettol, σαν να ήθελε να σαρώσει οποιοδήποτε μικρόβιο είχε μεταπηδήσει από το εσώρουχο στο δέρμα της. Ο φόβος την έκανε παρανοϊκή. Δεν άντεχε να μην έχει τον πλήρη έλεγχο και ένιωθε πως η Ζωή με την αχαλίνωτη συμπεριφορά της εξέθετε και τις δυο τους σε κινδύνους. Και τον Μάρτιν! Ποιος ξέρει τίνος εσώρουχο ήταν αυτό... Τι μικρόβια σέρνονταν πάνω του...Άσε που με το μπες βγες τόσων αντρών, ανθρώπων που ούτε που ξέρανε από που κρατάει η σκούφια τους, μπορεί να κινδύνευαν και σε άλλο επίπεδο. Τόσα διαβάζανε στις εφημερίδες και στο ίντερνετ. Αν κάποιος από όλους αυτούς ξαναγύριζε για να τις κλέψει; H για να τους κάνει κάποια μεγαλύτερη βλάβη, σωματική για παράδειγμα; H Ζωή διασκέδαζε με τους φόβους της. " Σιγά, βρε, που θα μας την πέσουν οι μπούληδες... Οι περισσότεροι από αυτούς είναι πιλότοι, τουτέστιν βουτυρόπαιδα, για τους οποίους  ΕΓΩ είμαι η επικίνδυνη, χαχα"

Μη φεύγεις, αγάπη μου...Where stories live. Discover now