Κεφαλαιο 8ο

3K 147 5
                                    

Επειτα απο 22 ημερες, η Κωνσταντινα βρισκοταν πλεον σπιτι της, ειχε τραβηξει  μεγαλη ταλαιπωρία απο το ατυχημα που της ειχε προκαλεσει ο αγνωστος αντρας που εψαχνε μερα νυχτα ο αδελφος της. Της ειχαν λειψει ολα, το σπιτι της, ολα τα αγαπημενα προσωπα, ακομα και το σχολειο. Ολοι της οι συμμαθητες δεν την αφηναν σε ηρεμια, καθε μερα , λιγα λεπτα πριν κοιμηθει μιλουσε μαζι τους και τις εδιναν κουραγιο με τον δικο τους ξεχωριστο τροπο. 

Ενιωθε τυχερη γιατι ειχε πολυτιμους ανθρωπους στο πλευρο τους που αγωνιουσαν καθε λεπτο για εκεινη. Ακομα και ο Ορεστης, δεν εφυγε τοσο ευκολα οσο πιστευε. δεν καταφερε να τον διωξει ακομα και με αυτα που του ελεγε με την ελπιδα να τον πληγωσει

Ερωτικο μαχητη των αποκαλουσαν, παντα κοροιδευτικα γιατι ελεγαν πως ετσι κανουν μονο οι ερωτευμενοι εφηβοι, μα εκεινος δεν ενιωθε τιποτα τετοιο, μονοχα πεισμα. Αλλωστε οτι εβαζε στο μυαλο του το καταφερνε, η αντιδραση της Κωνσταντινας θα του στεκοταν εμποδιο;

Ηταν ξαπλωμενη λοιπον κατω απο τα ζεστα πολυχρωμα παπλωματα της και σκεφτοταν χαμογελαστη τις ευχες που της εδιναν καθημερινα διαφορα προσωπα. 

Χαζευε ολα τα αντικειμενα που ειχε ο χωρος της σαν να τα εβλεπε για πρωτη φορα, οταν τα ματια της επεσαν πανω στο πιανο εκει σταματησαν, ουτε η ιδια δεν θυμόταν ποτε ακουμπησε τελευταια φορα τα πληκτρα. Ηθελε να παιξει, δεν την ενοιαζε η ενοχληση που ενιωθε οταν καθοταν καθιστη στην καρεκλα, ουτε τον κίνδυνο που μπορουσε να αποκτησει διοτι η εφηβικη της ωριμοτητα κυριαρχουσε! 

Ετσι σηκωθηκε απο το ζεστο της κρεβατι και με προσεκτικα βηματα πλησιασε το παραθυρο, σταθηκε απο πανω του και με το περασμα του χεριου της χαιδεψε με τοσο λατρεία την γυαλιστερή ξυλινη επιφάνεια. Χωρις να σπαταλήσει αλλο τον πολύτιμο της χρονο καθισε στο καρεκλακι, η ενοχληση μολις ειχε αρχισει αλλα την κοροιδευε για να κανει αυτο που ηθελε. Τα δαχτυλα της ακουμπουσαν καθε πληκτρο προσεκτικα σαν να ηταν κατι ευθραστο μα η μελωδια οταν βαθυνε , βαθυνε μαζι και η πιεση που ακουμπουσε στα δαχτυλα της, ολο και πατουσε περισσοτερα και με γρηγορο ρυθμο ως που η μελωδια γινοταν δυνατοτερη και εντονότερη, τα αυτια της πλημμύρισαν απο τον ηχο που εβγαζε, τα ματια της ηταν κλειστα και οι μνημες ετρεχαν σαν την βροχη , σαν ταινια απο τα ματια της, ως που εφτασε εκεινη η μερα, μονη και αβοηθητη στον αδειο δρομο, η φιγουρα ηταν εκει, απεναντι της. Τρομαγμενη τα ματια της εψαχναν με λαχταρα τα προσωπωδης χαρακτηριστικα του αγνωστου μα η πορτα ανοιξε ξαφνικα και η παρουσια του Γρηγορη την ταραξε για τα καλα 

Μόνο εσένα θέλω δίπλα μου (ΥΠΟ ΔΙΟΡΘΩΣΗ)Where stories live. Discover now