13.

64 9 2
                                    

(Σημείωση της συγγραφέως: Όπως είχα αναφέρει και στο προηγούμενο κεφάλαιο, τούτο το κεφάλαιο θα είναι αρκετά μεγάλο, οπότε πάρτε ποπ κορν, καθίστε σε έναν καναπέ ή στην καρέκλα σας και απολαύστε :Ρ)

 Η αίθουσα Α107 ήταν μια αίθουσα με κάτασπρους τοίχους και μαρμάρινα πλακάκια και έμοιαζε να φωτίζει από μόνη της. Τα φώτα που άναβαν στην χαμηλή σκάλα, αλλά και το φυσικό φως του ηλίου που έμπαινε από τα παράθυρα στη μια πλευρά της αίθουσας, έκαναν το μέρος να μοιάζει απίστευτα καθαρό. Κάτι που το απολάμβανα και με το παραπάνω.

 Η αίθουσα όμως ήταν αρκετά μικρή, σε σχέση με το χολ στην υποδοχή. Οι καρέκλες επίσης ήταν μετρημένες και αυτό έδειχνε ότι δεν θα ήταν πολλοί άνθρωποι στο ιβέντ. Υπήρχαν ήδη άνθρωποι μέσα στην αίθουσα, αλλά κανένας δεν έδειξε να δίνει σημασία σε εμένα και τον Σάιμον. Μπροστά από τις καρέκλες, υπήρχε ένα άσπρο πανί, στο οποίο θα έπεφτε το φως του προτζέκτορα που βρίσκονταν ψηλά στο ταβάνι.

 Ο Σάιμον εντόπισε κάτι γνωστούς του και μου έκανε νόημα ότι θα επέστρεφε σε λίγο. Κούνησα το κεφάλι μου και πήγα κάθισα διακριτικά στις μπροστινές καρέκλες. Θα μπορούσα να καθίσω στις πίσω, έτσι ώστε να μην φαίνομαι, αλλά αν καθόμουν στις μπροστά, δεν νομίζω να διέκοπταν το ιβέντ, αυτοί από το φάνσαιν που θα ήθελαν να με μπουζουριάσουν, και να γίνονταν ρεζίλι μπροστά σε όλους, έτσι ώστε να με συλλάβουν. Θα περίμεναν να τελειώσει. Λίγο ήξεραν όμως ότι είχα σχέδιο. Μόλις τελείωνε το ιβέντ, θα έβαζα ένα μαύρο καπέλο που είχα στην τσάντα μου, θα μάζευα τα μαλλιά μου σε ουρά και θα αναμιγνυόμουν με το πλήθος. Θα έβγαινα από εκεί ινκόγκνιτο.

 Μια γυναίκα ήρθε και κάθισε δίπλα μου. Μόλις την κοίταξα μου άστραψε ένα χαμόγελο.

 «Βανέσα;» έκανε. «Εσύ δεν είσαι;».

 Χαμογέλασα μέσα από τη μάσκα μου, αλλά δεν την κατέβασα. Τα μάτια μου έδειχναν ήδη ότι χαμογελούσα. «Σάρα! Πως είσαι;».

 Η γυναίκα με αγκάλιασε σφιχτά και μου χάιδεψε το κεφάλι. «Εγώ καλά είμαι, κορίτσι μου. Εσύ πως είσαι; Φαίνεσαι... ταλαιπωρημένη» γύρισε το κεφάλι μου με το χέρι της από τη μια και από την άλλη πλευρά και το εξέτασε με πονεμένο ύφος.

 «Είμαι καλά» είπα ψέματα. «Απλά λίγο άρρωστη».

 «Για αυτό και η μάσκα;» έκανε η Σάρα.

 Κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά και ξεκινήσαμε μια συζήτηση από το που πήγαμε και τι κάναμε μέσα σε αυτές τις ημέρες, μέχρι και για τα ταξίδια, τα εισιτήρια και τις τιμές των ξενοδοχείων σήμερα.

Τι να το κάνω (A Kim Namjoon story)Where stories live. Discover now