Κεφάλαιο 7

141 30 31
                                    

Την επόμενη ημέρα, η Ρεγγίνα μάζευε τα ρούχα του Φοίβου σε μια βαλίτσα. Έκλαιγε καθώς κοιτούσε τα ρούχα του.

<<Θα στον φέρω πάλι>> της είπε ο Άκης. <<Στον λόγο μου. Θα στον ξανά φέρω πίσω όσο πιο γρήγορα μπορώ και θα έρθω και εγώ μαζί του>>.

Η Ρεγγίνα τον κοίταξε με κόκκινα, βουρκωμένα μάτια.

<<Τι νομίζεις; Ότι εμείς οι δύο τελειώσαμε; Ακόμα δεν αρχίσαμε>> την φίλησε στα χείλια και την κράτησε από τα μπράτσα. <<Έχω ένα σχέδιο. Για την ασφάλεια σου δεν θα στο αποκαλύψω, όμως θα απαλλάξει τον Φοίβο από αυτούς που τον κυνηγάνε. Μόλις το καταφέρουμε αυτό θα γυρίσουμε πάλι εδώ, σε εσένα>>.

Η γυναίκα κούνησε καταφατικά το κεφάλι της. Ξεκίνησαν για το αεροδρόμιο. Ήταν και οι τρείς απαρηγόρητοι. Ο Φοίβος όμως ήξερε, ένιωθε ότι επιτέλους ολοκληρώθηκε η οικογένεια τους. Τι κι' αν αναγκαζόντουσαν τώρα να φύγουν μακριά από την μητέρα του; Κάποια στιγμή θα γυρνούσαν πίσω και τότε ο μπαμπάς του θα γινόταν ζευγάρι με την μαμά του και θα ήταν μια κανονική οικογένεια.

Έφυγαν, ο Φοίβος και ο Άκης χωρίς να ανταλλάξουν άλλες υποσχέσεις με την Ρεγγίνα. Ούτε ότι θα την πάρουν τηλέφωνο, ούτε ότι κάποτε θα ξανά επιστρέψουν. Μερικές φορές τα λόγια είναι περιττά και το μόνο που κάνουν είναι να ανοίγουν περισσότερες πληγές.

Μετά από δύο χρόνια.

Ο χρόνος περνούσε χωρίς να δίνει σημασία στον πόνο της. Έβλεπε κάθε μέρα το ''φάντασμα'' του γιού της να της χαμογελάει και να την κοιτάει. Δεν υπήρχε πια νόημα χαράς. Δεν υπήρχε νόημα για τίποτα. Το νόημα της ζωής της είχε φύγει. Μέσα στον χρόνο, ένιωθε να παλεύει με τα λεπτά που περνάνε. Πλέον οι αναμνήσεις της ήταν τόσο θολές, σαν ένα όνειρο.

Η ζωή της ήταν άδεια. Στο μυαλό της τριγυρνούσε ο Φοίβος κάθε μέρα της ζωής και την βασάνιζε η απουσία του. Δεν πίστευε πια ότι οι δύο άντρες τις ζωής της θα ξανά γυρνούσαν. Δεν είχαν καμιά επικοινωνία μαζί της. Την είχαν ξεχάσει. Εκείνη όμως δεν τους ξέχασε ποτέ. Πάντα ήταν ριζωμένοι μέσα στο μυαλό της και την καρδιά της.

Η Ρεγγίνα είχε βγει ένα ραντεβού πάνω στην προσπάθεια της να αρχίσει πάλι να ζει σαν φυσιολογικός άνθρωπος... Μια και από τότε που την εγκατέλειψε ο Φοίβος και ο Άκης, είχε πέσει σε βαθιά κατάθλιψη και δεν είχε πια όρεξη για ζωή. Δεν την ευχαριστούσε τίποτα πλέον. Όποτε κάποια στιγμή, μετά της πιέσεις της Κάτιας, που πραγματικά ανησυχούσε για την Ρεγγίνα, είπε να βγει ένα ραντεβού με κάποιον που η ίδια της είχε συστήσει. Ένα αποτυχημένο ραντεβού. Ο τύπος ήταν βλάκας. Στην πρώτη μισή ώρα είχε βαρεθεί την ζωή της.

Γύρισε σπίτι διαλυμένη και κουρασμένη, από το βάρος της απουσίας του γιοι της. Ο Άκης μπορεί να ήταν μια γνωριμία μι' ας μόνο ημέρας, όμως ήταν κάτι δυνατό και ήταν και πατέρας του Φοίβου. Μπήκε δυστυχισμένη μέσα στο σπίτι της και έσπρωξε την πόρτα με το πόδι της να κλείσει. Έκανε μερικά βαριά βήματα μέσα στο σπίτι, όταν άκουσε το κουδούνι της πόρτας να χτυπάει. Έκανε μεταβολή και γύρισε πίσω. Γύρισε το πόμολο και την άνοιξε. Από πίσω ήταν ο Φοίβος και ο Άκης... Καμιά αντίδραση... Ούτε από εκείνους, ούτε από εκείνη. Καμιά φωνή... καμία κίνηση. Τα μάτια της βούρκωσαν. Είχε υποστεί ένα τεράστιο, ευχάριστο σοκ. Ο Φοίβος ήταν αυτός που μίλησε πρώτος. <<Μαμά, αυτός ο τύπος που βγήκες πριν μαζί του δεν κάνει για σένα. Άλλος είναι για σένα...>> κοίταξε με νόημα τον Άκη. Αμέσως ρίχτηκε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. <<Συγνώμη που δεν επικοινωνήσαμε μαζί σου. Ήταν επικίνδυνο>> της είπε ο Άκης.

<<Δεν έχει σημασία τώρα πια... Φτάνει που είστε εδώ>> είπε η Ρεγγίνα και οι τρείς έμειναν μπλεγμένοι μέσα σε μια μεγάλη αγκαλιά....

Τέλος.


~Τελείωσε και αυτή η νουβέλα! Εύχομαι ολόψυχα να σας άρεσε! Περιμένω όπως πάντα σχόλια σας και αστεράκια σας~

Τι ήσουν πριν σε βρω...Where stories live. Discover now