Αφιέρωμα

185 38 55
                                    

Σήμερα με συγκίνησες, μα ήταν η πρώτη φορά που δεν σε άφησα να δεις τα δάκρυά μου να κυλάνε. Εκείνα που πολλές φορές έχεις σκουπίσει, ή μιμηθεί κλαίγοντας και εσύ μαζί μου. Σήμερα με έκανες να σκεφτώ πολύ προσεκτικά, την ιερή λέξη φίλη. Ξεκίνησα να την χρησιμοποιώ παιδί μικρό ακόμη. Σαν φτερούγιζα την πρώτη μου μέρα στο σχολείο, αποκάλεσα ως φίλη μου το ντροπαλό κοριτσάκι με τα ολοστρόγγυλα γυαλιά, απλώς και μόνο γιατί ανταλλάξαμε μερικές κουβέντες και λίγα γέλια. Στην πορεία της ζωής μου, συνειδητοποίησα ευτυχώς όχι πολύ αργά, πως η φίλη η αληθινή, η αδερφή με την οποία μόνο το ίδιο αίμα δεν μοιράζεστε, είναι κάτι πολύ παραπάνω από χιλιάδες ώρες γέλιου και κουβέντας.

Για την ακρίβεια, είναι εκείνη που όταν θα σε δει να κλαις, θα κάνει τα πάντα για να φανεί ψύχραιμη, μα μονάχα τα πρώτα δύο λεπτά. Έπειτα, θα σε συνοδεύσει θέλοντας και μη στον λυγμό σου, γιατί πολύ απλά είναι φίλη, είναι αδερφή και δεν αντέχει να βλέπει το έτερον της ήμισυ να πονά. Φέτος συμπληρώνουμε δέκα χρόνια γνωριμίας. Ήθελα πολλά να σου πω, μα για πρώτη φορά προτίμησα να βάλω στην άκρη τον εγωισμό που με ήθελε να συγκινούμαι και να σε συνοδεύσω στην μεγάλη σου χαρά, την ανακοίνωση του γάμου σου και την μετακόμισή σου την μόνιμη στην επαρχία. Και στις δύο ανακοινώσεις, αυτόματα, με γύρισες χρόνια πίσω. Όταν για πρώτη φορά ήρθα να δουλέψω και έχοντας το άγχος του πρωτάρη, δεν τολμούσα να παραγγείλω ούτε καφέ μην τυχόν και κάνω ακόμη και εκεί λάθος. Σε θυμάμαι να με καλωσορίζεις στο γραφείο και να μου λες κοιτάζοντάς με πλάγια :

΄΄ Ιφιγένεια σύνελθε παιδί μου! Δεν θα ντρέπεσαι και τον καφετζή! Τι έχουμε πει; Πρωτοβουλίες! Αυτό είναι το κλειδί!΄΄

Είχες δίκιο και σε άκουσα. Έκανα τα πάντα, ότι περνούσε από το χέρι μου για να σε κάνω περήφανη, μιας που εσύ μετρούσες ήδη εννέα χρόνια στον χώρο και εγώ είχα μόλις αποφοιτήσει. Το δεκάλεπτο διάλειμμα μας έφερε πιο κοντά. Λίγο λίγο ανοιγόμασταν, μου μίλησες για την ζωή σου, τον πρώτο σου έρωτα και εκεί που είχαμε απορροφηθεί, τρέχαμε σαν τρελές να παραστήσουμε πως δήθεν πνιγόμασταν στη δουλειά ώστε να μην ταράξουμε το αφεντικό. Έπειτα, ήρθαν τα οπτικά συνθήματα που μονάχα εμείς αναγνωρίζαμε. Εσύ έβγαινες στα κρυφά από τον χώρο σου και μόλις οι ματιές μας αντάμωναν, είχαμε ευθύς αποκωδικοποιήσει το μήνυμα και θάψει στη ζούλα όλο το ανδροκρατούμενο περιβάλλον. Θυμάμαι τον πόλεμο που μας έκαναν, τις φορές που προσπάθησαν να μας κακολογήσουν, αλλά εμείς ενωμένες δεν μασήσαμε ούτε τότε. Τις μέρες του κλεισίματος, εκείνα τα Αυγουστιάτικα απογεύματα που όλη η Αθήνα έλειπε, εμείς τρέχαμε να τιμολογήσουμε σαν να μην υπήρχε αύριο ΄΄φτύνοντας τον φανταστικό Μενέλαο΄΄ σε κάθε παραστράτημα και με το σύνθημα ΄΄΄΄Ελα Αστραχάν!'' του γνωστού μας Θανάση Βέγγου.

Καλύτεροι ΦίλοιWhere stories live. Discover now