Κεφάλαιο 22

49 4 0
                                    

Τζέιντ
«Και που θα σε πάει;» Ρώτησε όλο περιέργεια η Στέισι παίρνοντας στην αγκαλιά της τον Μαξ. Καθόμασταν στο τραπέζι της κουζίνας της, εκείνη μαγείρευε. Ο Έντι άπλωσε τα χεράκια του προς την μεγάλη κατσαρόλα έτοιμος να πιάσει την κουτούλα αλλά όταν είδε λίγο καλύτερα το περιεχόμενό της, την σούπα λαχανικών της Στέισι τα μάζεψε και πάλι πίσω κάνοντας μια έκφραση αηδίας.

Γέλασα. «Δεν ξέρω. Δεν μου λέει.»

Η Στέισι έστρεψε αμέσως το συνοφρυωμένο της πρόσωπό προς τα εμένα. «Τι εννοείς δεν σου λέει;» Ο Έντι στην αγκαλιά της είχε αρχίσει να εκνευρίζεται θέλοντας επειγόντος να ακουμπήσει τα πόδια του στο πάτωμα.

Γέλασα και πάλι, ήταν τόσο αστείος όσο χτυπιότανε στην αγκαλιά της Στέισι. «Είναι έκπληξη, λέει. Μου είπε όμως ότι θα είναι κάπου καλά.» Της εξηγώ ακριβώς τι μου είχε πει χτες το βράδυ ο Στέφαν.

Με είχε στην αγκαλιά του, η ανάσα του ήταν βαριά, αλλά τα μάτια του κοιτούσαν απευθείας μέσα στα δικά μου τόσο ανυπόμονα γι'αυτό το γεγονός που δεν μπορούσα να φανταστώ προς τι η όλη ανυπομονησία.

Η Στέισι αγανακτισμένη με τον Έντι τον άφησε κάτω και εκείνος έτρεξε μέσα στο δωμάτιο όπου ήταν η Λίλη με τον Μαξ θέλοντας να παίξει. «Μπορείς να κρατήσεις τον Μαξ;» Ρώτησα όταν μείναμε μόνοι μας.

«Τζέιντ, πραγματικά θα το έκανα, αλλά ο Άντριου και εγώ υποσχεθήκαμε στους γονείς μας να πάμε αυτό το σαββατοκύριακο να τους δούμε.» Με κοιτούσε λυπημένη που δεν μπορούσε να με βοηθήσει. «Θα φύγουμε αύριο το πρωί.»

Η Στέισι με τον Άντριου ήταν μαζί από το λύκειο, κατάγονταν από την ίδια πόλη δύο ώρες μακριά από την Βοστώνη. Τους θαύμαζα γι'αυτό ήταν η απόλυτη απόδειξη πως τέτοιες μπορούσαν να κρατήσουν. Είχαν αντέξει την απόσταση για δύο ολόκληρα χρόνια, όσο ο Άντριου ήταν στο πανεπιστήμιο μέχρι και εκείνη να αποφοιτήσει και να έρθει να στη Βοστώνη. Μετά από τόσα χρόνια μπορούσα να πω πως τα δικά μου μάτια φαίνονταν ένα ζευγάρι το δεν είχε χάσει το πάθος και τον έρωτα.

«Δεν έχεις κάποιον άλλον να σου κρατήσει τον μικρό;» Αναρωτήθηκε νιώθοντας άσχημα, καθώς ανακάτευε την σούπα.

Και όμως δεν είχα. Η Στέισι και ο Άντριου ήταν οι μόνοι που είχα, με είχαν βοηθήσει πάρα πολύ με τον Μαξ και ήμουν ευγνώμων. Ήταν κατά κάποιο τρόπο ότι πιο κοντινό είχα σε δική μου οικογένεια.

Η Στέισι δεν ρώτησε τίποτα άλλο και με άφησε να σκεφτώ.

Η μόνη λύση που μου ερχόταν στο μυαλό ήταν να ζητήσω από τον Στέφαν να μιλήσει με τους γονείς του αν μπορούν να κρατήσουν τον Μαξ, αλλά δεν ένιωθα και πολύ άνετα με αυτό, όσο και να ήξερα ότι εκείνοι θα χαιρόντουσαν.

Ξαφνικά η Στέισι κάθεται δίπλα μου σε ένα από τα σκαμπό της κουζίνας της. «Ο Χάρρυ; Μήπως μπορεί να τον κρατήσει ο Χάρρυ;» Πρότεινε η Στέισι λίγο φοβισμένα.

«Όχι.» Είπα αμέσως κουνώντας το κεφάλι μου. Δεν είχα αφήσει ποτέ τον Χάρρυ μόνο του με Μαξ και εάν θα το έκανα δεν θα μπορούσα να βγάλω από το μυαλό μου όλες τις σκέψεις για το τι μπορεί να συμβεί. «Όχι, Χάρρυ.»

«Δεν τον εμπιστεύεσαι;» Ακούμπησε το ζεστό χέρι της πάνω στο δικό μου. Τα καστανά μάτια κοιτούσαν τα δικά μου προσπαθώντας να τα διαβάσουν, όπως έκανε πάντα, άσχετα που πολλές φορές νόμιζα πως ήξερε ήδη της απαντήσεις απλά ήθελε να βρει κάποια απόδειξη για να σιγουρέψει τις υποθέσεις της.

Διέκοψα αμέσως την οπτική επαφή γιατί αισθανόμουν ότι θα καταλάβαινε πολλά περισσότερα. Κοίταξα τα χέρια μας στο τραπέζι. «Δεν τον έχω αφήσει ποτέ μόνο του μαζί του, δεν νομίζω πως τώρα είναι η καλύτερη στιγμή, όσο και να τον εμπιστεύομαι.» Απάντησα απλά.

Δεν ήταν ότι δεν εμπιστευόμουν τον Χάρρυ, αλλά είχα αμφιβολίες τις οποίες δεν θα ήθελα να τις σκέφτομαι όσο είμαι με τον Στέφαν σε κάτι που έχει σχεδιάσει εκείνος και μάλιστα είναι πολύ ενθουσιασμένος γι'αυτό. Άλλωστε το πιθανότερο θα ήταν ο Χάρρυ να μην μπορεί κιόλας να τον κρατήσει, πως θα έφευγε από την γυναίκα του και θα έλειπε τόσες ώρες για ένα βράδυ.

Η Στέισι δεν φαινόταν και πολύ ικανοποιημένη με την απάντηση μου όταν ένωσα και πάλι τα μάτια μου με τα δικά της. «Τον αγαπάς ακόμη έτσι;» Ρώτησε αιφνιδιαστικά και εγώ έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Δεν περίμενα τέτοια ερώτηση.

«Τζέιντ, δεν χρειάζεται να κρύβεσαι από εμένα, είμαι η καλύτερη σου φίλη.» Και είχε δίκιο, δεν χρειαζόταν να κρύβομαι από εκείνη, διότι εκείνη ήταν πάντα εκεί για μένα και στα δύσκολα και στα εύκολα. «Λοιπόν τον αγαπάς ακόμη;» Επανέλαβε την ερώτηση της περιμένοντας μια απάντηση πλέον.

Δεν μπορούσα να το πω με λόγια, γιατί αυτή η ερώτηση εμπεριείχε όλο όσα προσπαθούσα να κρύψω από τον ίδιο μου τον εαυτό, οπότε κούνησα απλά του κεφάλι μου.

Η Στέισι αναστέναξε και ακούμπησε στην πλάτη του σκαμπό της. Ήξερα πως διαφωνούσε σε αυτό επέμενε πως δεν θα έπρεπε να αφήσω τον Χάρρυ να τρυπώσει ξανά στην καρδιά μου έπειτα από όλα όσα είχε κάνει. Τι γινόταν όμως αν δεν είχε καταφέρει να φύγει ποτέ;

«Και ο Στέφαν; Εκείνον δεν τον αγαπάς;»

Πήρα μία βαθιά ανάσα και προσπάθησα να βάλω σε μία σειρά τα πράγματα μέσα στο κεφάλι μου, όλο όσα ένιωθα για να μπορέσω να της τα εξηγήσω. «Τον αγαπάω τον Στέφαν, ήταν υπέροχος, ξέρω πόσο με αγαπάει, πόσο αγαπάει τον Μαξ, βλέπω πως έχει χειριστεί το θέμα με τον Χάρρυ, άλλος στην θέση του δεν θα ήταν τόσο ψύχραιμος. Με κάνει να νιώθω πως θα μείνει εδώ, πως θα μείνει δίπλα μου για πάντα. Απλά....» Δεν μπόρεσα να συνεχίσω τις τελευταίες λέξεις μου θα ήταν μεγάλη αποκάλυψη και δεν ήμουν σίγουρη αν μετά θα μπορούσα να τις θάψω και πάλι μέσα μου.

«Απλά αγαπάς τον Χάρρυ περισσότερο.» Συνέχισε η Στέισι μελαγχολικά. Ήξερε όσο και εγώ πως ο Χάρρυ δεν ήταν καλός για μένα και στεναχωριότανε που με έβλεπε να το περνάω πάλι όλο αυτό εξαιτίας του.

«Μόνο που δεν θέλω, θυμώνω με τον εαυτό μου που νιώθω έτσι για εκείνον, που δεν μπορώ να τον διαγράψω έτσι απλά από την ζωή μου, πριν διαλύσω ότι όμορφο έχω με τον Στέφαν.» Ένιωθα τα μάτια μου ήδη υγρά και τις λέξεις να βγαίνουν πιο δυσνόητες. Είχα ρίξει τόσα δάκρυα για τον Χάρρυ που είχα υποσχεθεί πολλές φορές ότι δεν θα έκλαιγα ποτέ ξανά για εκείνον, όμως για πολλοστή φορά είχα αθετήσει την υπόσχεση στον εαυτό μου. Θύμωνα με τον εαυτό μου που ήμουν είκοσι δύο χρονών και ακόμα έβαζα τα κλάματα τόσο εύκολα.

Η Στέισι αναστέναξε και με τράβηξε στην αγκαλιά της, δεν την αρνήθηκα. Την χρειαζόμουν! Την αγκάλιασα σφιχτά και άρχισα να κλαίω πάνω στο ώμο της. «Μην τον αφήσεις, Τζέιντ, να σε καταστρέψει.» Με συμβούλεψε. «Μην τον δεχτείς πίσω, οι άνθρωποι δεν αλλάζουν και ιδιαίτερα ο Χάρρυ. Θα σε πληγώσει ξανά και ξανά και ακριβώς επειδή ξέρει πόσο τον αγαπάς, βασίζεται σε αυτό -τόνισε- ξέρει ότι θα τον δέχεσαι πάντα πίσω.» Ήξερα ότι όλα όσα έλεγε ήταν αλήθεια, απλά δεν ήξερα πως θα έπρεπε να κλείσω για πάντα το κεφάλαιο Χάρρυ Ντέιβις.

Με απομάκρυνε από πάνω της, με κράτησε από τους ώμους και πλέον με κοιτούσε απευθείας στα μάτια. «Μην τον αφήσεις, Τζέιντ. Αξίζεις πολύ περισσότερο από αυτό. Έχεις κάτι πολύ όμορφο και ξεχωριστό με τον Στέφαν, συγκεντρώσου σε αυτό, αξίζεις να είσαι ευτυχισμένη και χαρούμενη και ο Στέφαν είναι διατεθειμένος να προσπαθήσει πολύ γι'αυτό. Μην αφήσεις τον Χάρρυ να το διαλύσει αυτό.» Έβλεπα πόσο πολύ την πονούσε να με βλέπει έτσι, αλλά άλλο τόσο πονούσα εγώ μέσα μου.

Κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά και εκείνη άρχισε να σκουπίζει τα μάτια μου. Η Στέισι ήταν δυνατή, ήταν πολύ πιο δυνατή, πολλές φορές απορούσα ακόμη πως είχα καταφέρει να φτάσω στο σημείο που ήμουν τώρα και ακόμη δεν μπορούσα να βρω απάντηση.

Ακούστηκε η κεντρική πόρτα και η Στέισι σκούπισε το πρόσωπό μου με πιο γρήγορες κινήσεις πλέον. Γρήγορα εμφανίστηκε ο Άντριου με χαιρέτησε και χαμογέλασε στην γυναίκα του και της έδωσε ένα πεταχτό φιλί. Έπειτα κάθισε δίπλα μας. «Τι λένε εδώ τα κορίτσια;» Ρώτησε με ένα μεγάλο χαμόγελο.

Η Στέισι με κοίταξε για λίγο και στην συνέχεια απάντησε. «Ο Στέφαν, ετοιμάζει έκπληξη στην Τζέιντ.» Του απάντησε χαμογελαστά εκείνη. Η Στέισι πάντα έλιωνε μπροστά στο Άντριου.

Ο Άντριου σήκωσε τα φρύδια. «Εκπλήξεις ακούω, γιορτάζετε κάτι;» Ήταν πάντα τόσο καλός και ευγενικός.

«Όχι, απλά θα με βγάλει έξω.» Απάντησα προσπαθώντας να δείχνω τον ενθουσιασμό μου.

Αμέσως πολλά βήματα ακούστηκαν από τον διάδρομο και η Λίλη με από πίσω της τον Μαξ και τον Έντι έτρεχαν στην κουζίνα. Ο Έντι έτρεξε κατευθείαν στον μπαμπά του και εκείνος τον πήρε αμέσως στην αγκαλιά του. Η Λίλη στάθηκε μπροστά, «Μαμά, πεινάω.»

Μόλις τότε συνειδητοποίησα πόση ώρα είχε περάσει από τότε που ήρθαμε. Ο Μαξ ήρθε προς τον μέρος μου για να καθίσει στην αγκαλιά μου, φαινόταν κουρασμένος. Τον απέτρεψα αμέσως, αφού σηκώθηκα όρθια. «Πρέπει να φύγουμε ο Στέφαν θα μας περιμένει στο σπίτι.»

Με το που γύρισα το κλειδί στην πόρτα η φωνή του Στέφαν ακούστηκε από την κουζίνα. «Τζέιντ;»

Όλο το σπίτι μύριζε εκείνη την υπέροχη σάλτσα που μόνο ο Στέφαν ήξερε να φτιάχνει. «Πες μου ότι μαγειρεύεις!» Αναστέναξα έτοιμη να τρέξω και να επιτεθώ στην κατσαρόλα. Ο Μαξ δίπλα μου έμοιαζε κουρασμένος αλλά δεν είχα σκοπό να τον αφήσω να πάει για ύπνο πριν πάει οχτώ, γιατί μετά θα μας τρέλαινε όλο το βράδυ.

«Ναι!» Άκουσα τον Στέφαν να γελάει. «Φτιάχνω αυτή την τέλεια σάλτσα που σου αρέσει.» Ένιωθα ήδη να μου τρέχουν τα σάλια. «Σε πέντε λεπτά θα είναι έτοιμη.»

Βοήθησα τον Μαξ να βγάλει το μπουφάν και τα παπούτσια διότι ακόμη είχε το χέρι του δεμένο, είχαν περάσει μόνο τρεις μέρες από την ημέρα στο νοσοκομείο και ακόμη παιδευότανε σε πολλά πράγματα.

Αμέσως μόλις πλύναμε τα χέρια μας και πήγαμε στην κουζίνα, η μυρωδιά του φαγητού ήταν ακόμη πιο έντονη, μύριζε τόσο νόστιμα. Ο Στέφαν βρισκόταν πίσω από τον πάγκο ετοιμάζοντας τα πιάτα μας. Είχε αλλάξει από τα ρούχα τις δουλειάς και φορούσε τις φόρμες του, ήταν υπερβολικά χαρούμενος. Χαμογέλασα όταν τα μάτια του συναντήθηκαν με τα δικά μου. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι ήταν για το οποίο ήταν τόσο χαρούμενος τις τελευταίες μέρες.

Ο Μαξ περπάτησε μέχρι τον πάγκο, ο Στέφαν τον σήκωσε την αγκαλιά του και τον έβαλε να καθίσει στην άκρη του πάγκου. Τον κοίταξε λίγο περισσότερο. «Τι έγινε μικρέ;»

«Είναι κουρασμένος.» Του απάντησα, πριν του δώσω ένα φιλί στο στόμα και έπειτα σταθώ μπροστά από το Μαξ. Αμέσως εκείνος στήριξε το κεφάλι του πάνω μου για να στηριχτεί. \

«Μαμά, νυστάζω.» Παραπονέθηκε, η φωνή του απαλή, ίσα που ακούστηκε.

«Το ξέρω, μωρό μου, λίγη υπομονή. Είναι νωρίς να πας για ύπνο τώρα και μετά δεν θα κοιμηθείς όλο το βράδυ. Λίγη υπομονή.» Προσπάθησα να τον ενθαρρύνω με ένα  χαμόγελο.

Γύρισα το βλέμμα μου στον Στέφαν. «Η Στέισι δεν μπορεί να κρατήσει τον μικρό αύριο βράδυ.» Του ανακοίνωσα αμέσως.

«Γιατί;» Ρώτησε αμέσως ξαφνιασμένος.

«Θα πάνε στους γονείς τους για το Σαββατοκύριακο.»

«Α, και τώρα;» Αναρωτήθηκε αγχωμένος. Τα μάτια του κοίταζαν περισσότερο εμένα παρά την σάλτσα που ανακάτευε μπροστά του.

«Έλεγα μήπως λέγαμε τους γονείς σου. Λες να έχουν κάποιο πρόβλημα;» Αναρωτήθηκα λίγο διστακτικά.

Το χαμόγελο απλώθηκε πάλι στο πρόσωπό του. «Κανένα. Τρελαίνονται για τον Μαξ.»

Τότε όμως ξαφνικά πετάχτηκε ο Μαξ. «Ο μπαμπάς; Αύριο δεν θα έρθει ο μπαμπάς;» Πετάχτηκε από την αγκαλιά μου. Αυτό η αλήθεια είναι πως μου είχε διαφύγει. Ο Χάρρυ σχεδόν κάθε Σάββατο απόγευμα έρχεται και βλέπει τον Μαξ και περνάει όλο το απόγευμα εδώ μαζί του.

Ο Στέφαν με κοίταξε λίγο και εγώ εκείνον. «Μαξ, δεν ξέρω αν θα έρθει.» Του είπα χωρίς καμία σιγουριά. Θα έπρεπε να μιλήσω με τον Χάρρυ στο τηλέφωνο, αν μπορούσε τουλάχιστον να έρθει νωρίτερα.

Τα ματάκια του Μαξ φαίνονταν απεγνωσμένα. Περίμενε πως και πως κάθε Σάββατο να δει τον μπαμπά του και να παίξει μαζί του. «Γιατί να μην κρατήσει ο μπαμπάς;» Αναρωτήθηκε έπειτα.

Κοίταξα ξανά τον Στέφαν, ο οποίος σήκωνε τους ώμους δίχως να θέλει να πάρει μέρος σε αυτό. Αναστέναξα. «Δεν ξέρω, Μαξ. Μπορεί και εκείνος να μην μπορεί να σε κρατήσει τόση ώρα, μπορεί να έχει κάποια δουλειά.» Δουλειά, που στην συγκεκριμένη περίπτωση ονομάζεται σύζυγο.

«Σε παρακαλώ, σε παρακαλώ, σε παρακαλώ.» Άρχισε να λέει φέρνοντας τα δύο χεράκια του μαζί και ανοιγοκλείνοντας τα ματάκια του. «Θέλω να δω τον μπαμπά μου.» Συνέχισε.

Δεν ήξερα τι να κάνω, ήθελε να δει τον μπαμπά του και εγώ δεν μπορούσα να του το αρνηθώ αυτό, αλλά πόσο ήσυχη θα ήμουν εγώ αν περνούσανε τόσες ώρες μόνοι;

«Σε παρακαλώ, μαμάκα.» Συνέχισε την γλυκιά φατσούλα.

Και τότε λύγισα. «Καλά, θα τον ρωτήσω, αλλά εκείνος υπάρχει περίπτωση να μην μπορεί.» Προσπάθησα να του μετριάσω τις προσδοκίες. Ο Χάρρυ όντως υπήρχε να μην μπορούσε.

«Πάρ'τον τηλέφωνο τώρα αν είναι, σε περίπτωση που θα αρνηθεί να πάρω τους γονείς μου.» Μίλησε τότε ο Στέφαν ο οποίος έμοιαζε πως δεν του άρεσε τόσο αυτή η επιλογή.

Τον κοίταξα λίγο παραπάνω. «Απλά και η μητέρα μου φαντάζομαι θα θέλει να προετοιμάσει πράγματα.» Δικαιολογήθηκε.

«Ναι, μαμά.» Συμφωνούσε και ο Μαξ, σαν όλη η νύστα που είχε, εξαφανίστηκε.

Τους κοίταξα για λίγο και τους δύο. «Καλά.»

Τότε με αργίες κινήσεις  έβγαλα το τηλέφωνο μου από την πίσω τσέπη του τζιν μου, το άνοιξα και κάλεσα τον αριθμό του. Μπορούσα να πω πως είχα ήδη αρχίσει να αγχώνομαι τώρα που περίμενα να ακούσω την φωνή του αλλά προσπαθούσα να το κρύψω όσο κοιτούσα τα δύο πρόσωπά μπροστά μου.

Μερικά χτυπήματα αργότερα το σήκωσε. «Τζέιντ;»

«Γεια σου Χάρρυ. Σε ενοχλώ;» Ρώτησα γρήγορα και ένιωθα την καρδιά μου να αυξάνει ρυθμούς.

«Όχι, πες μου.» Άκουγα περιέργεια στην φωνή του.

«Μπορείς αύριο να κρατήσεις τον Μαξ, μέχρι το βράδυ;» Ρώτησα αμέσως όσο κοίταξα τον Μαξ που κρεμόταν κυριολεκτικά από τις λέξεις μου.

Για λίγο σιωπή. Το έπαιζα χαλαρή, όμως δεν ήμουν. «Εσύ δεν θα είσαι εκεί;» Ήταν η επόμενη ερώτησή του.

«Ο Στέφαν και εγώ θα βγούμε για φαγητό. Μπορείς να κρατήσεις τον Μαξ;»

«Εεε, μπορώ.» Ακούστηκε αβέβαιος.

Εγώ όμως ήθελα να είμαι σίγουρη και όχι να με στήσει τελευταία στιγμή. «Σίγουρα;»

«Ναι, θα είμαι εκεί, το υπόσχομαι.» Μου απάντησε και έπειτα από τα κανονίσματα με την ώρα το κλείσαμε.

«Θα έρθει.» Λέω και στους δύο μπροστά μου.

Ο Μαξ είχε πετάξει από την χαρά του που θα έμενε με τον μπαμπά του, όμως εμένα με είχαν ήδη πιάσει οι αμφιβολίες μου. Όταν γύρισα να κοιτάξω τον Στέφαν όμως το χαμόγελο που υπήρχε τόσες μέρες στο πρόσωπό του δεν υπήρχε πλέον, φαινόταν πως περίμενε πολύ ο Χάρρυ να έλεγε όχι στο τηλέφωνο.

Do you still love me?Where stories live. Discover now