33

255 17 6
                                    

Ήμουν έξω από το γραφείο της αγχωμένη και πήγενα πάνω κάτω, μετά από λίγα δευτερόλεπτα άνοιξε η πόρτα και μου έκανε νόημα να περάσω μέσα.
Ε:γ-γειά σ-σου Μ-Μ-Μυρτώ
Μ:κυρία Μυρτώ
Ε:ορίστε?
Μ:θα με λες κυρία Μυρτώ, Μυρτώ σκέτο είναι μόνο για συγγενείς και φίλους.
Ε:μάλιστα κυρία Μυρτώ
Είπα κάπως εκνευρισμενη.
Δεν γίνεται μετά από όλα αυτά που περάσαμε να με θεωρεί ξένη, αλλά από την άλλη έχουν περάσει 3 χρόνια έχει συνεχίσει την ζωή της και μπορεί να είναι και π-παντρεμένη, όχι όχι στην ίδεα και μόνο τρελαίνομαι.
Μ:λοιπόν σε φώναξα έδω για να σου πω πως είμαστε ένα από τα ποιο γνωστά ξενοδοχεία στην χώρα
Ε:το γνωρίζω
Μ:χαίρομαι, αυτό που θέλω από εσένα είναι να είσαι αυστηρή με προσωπικό και να ελέγχεις να είναι όλα σωστά.
Ε:μάλιστα
Μ:ωραία μπορείς να πηγαίνεις δεν σε χρειάζομαι κάτι άλλο.
Ήθελα τόσο πολύ να την σφίξω στην αγκαλιά μου την έχω συγχωρέσει και θα μπορούσαμε να κάνουμε μια νέα αρχή αλλά δεν είναι πλέον η Μυρτώ που είχα γνωρίσει τότε έχει αλλάξει.
Μ:τι στέκεσαι ακόμα εδώ δεν άκουσες τι σου είπα!
Ε:συγνώμη κάτι σκεφτόμουν, ότι χρειαστείτε φωνάξτε με.
Είπα και έφυγα αμέσως.

Νιώθω την καρδιά μου να σφίγγεται όλο και πιο πολύ από την ώρα που την είδα, πραγματικά δεν την ξεπέρασα ποτέ και κάθε φορά που την βλέπω την ερωτεύομαι όλο και περισσότερο.

Ήμουν στο σπίτι και είχα πάρει την Λυδία να της πω όλα όσα έγιναν σήμερα.
Λ:καλά και τώρα τι θα κάνεις?
Ε:θα προσπαθήσω να την πλησιάσω να μάθω τι έκανε όλο αυτον τον καιρό και μετά θα κάνω κίνηση
Λ:και αν δεν θέλει
Ε:αν δεν θέλει τότε θα συνεχίσω την ζωή μου δεν θα την πιέσω
Λ:μπράβο αυτό να κάνεις δεν θα την παρακαλάς κιόλας.
Μιλήσαμε λίγο ακόμα με την Λυδία και μετά το κλείσαμε.

Ήταν πρόγευμα και σκέφτηκα αφού δεν είχα να κάνω κάτι να ετοιμάστω να πάω μια βόλτα στην πόλη, πήγα στο δωμάτιο μου ντύθηκα βάφτηκα ελαφρώς και πήγα να φύγω αλλά μια φιγούρα από το απέναντι σπίτι με έκανε να μείνω κόκαλο, όχι δεν μπορεί μέσα σε τόσες χιλιάδες σπίτια, σε τόσες χιλιάδες πόλης δίπλα από την Μυρτώ ήρθα και έμεινα γιατί? Γιατί η ζωή είναι τόσο δύσκολη μαζί μου τι της έκανα?

Καθόμουν και την κοιτούσα από το μπαλκόνι, δεν με είχε παρατηρήσει, ήταν κάπως περίεργη σαν να έκλαιγε δεν ήμουν και πολύ σίγουρη. Εκείνη την στιγμή γύρισε και είδε ότι την κοιτάω και αμέσως τράβηξε την κουρτίνα, δεν γίνεται να κάτσω με σταυρωμένα χέρια κάτι πρέπει να κάνω, πρέπει να την πλησιάσω και να μάθω αν νιώθει ακόμα κάτι.

Το Κορίτσι Του διπλανού Σπιτιού Where stories live. Discover now