κεφάλαιο 11

41 7 6
                                    

Ο Ντάνιελ και ο Γουίλιαμ είχαν πάει στο χωριό της Ελίζας. Πέρασαν από τα κελιά που κρατούνταν αιχμάλωτοι ο Ραμόν και η Σελένα για να βεβαιωθούν ότι ο λυκάνθρωπος που πιάστηκε, δεν ήταν ο ίδιος με αυτόν που είχε υπερασπιστεί την Ελίζα. 

Ωστόσο η ίδια η Ελίζα φοβόταν για την ασφάλεια του λυκάνθρωπου και της μάγισσας. Ήταν πολύ ταραγμένη. 

Όλο το χωριό συζητούσε για αυτούς. 

"Το βράδυ θα τους κάψουμε" έλεγε ένας χωριανός. 

"Θα πληρώσουν τα τέρατα. Θα μετανιώσουν την ώρα που γεννήθηκαν. Θα πεθάνουν αργά και βασανιστικά" είπε ένας άλλος. 

Η Ελίζα ανατρίχιασε με τα λόγια τους. Πήγε να βρει τον πατέρα Ρόμπινσον μα του μιλήσει. 

"Πάτερ μου τι γνώμη έχετε για τον λυκάνθρωπο και την μάγισσα που έπιασαν οι κυνηγοί;" τον ρώτησε. 

"Είναι πλάσματα του Κακού. Είναι ικανοί να βλάψουν θανάσιμα τους καλούς ανθρώπους και να μολύνουν τις αγνές ψυχές τους"

"Άρα θεωρείτε ότι επιβάλλεται να θανατωθούν;" 

"Ναι" είπε ο ιερέας χωρίς κανέναν δισταγμό. 

"Και αν δεν έχουν καμία σχέση με το Κακό; Και αν έχουν καλή ψυχή;" 

"Αδύνατον Ελίζα μου" 

"Γιατί το λέτε αυτό πατέρα Ρόμπινσον; Ίσως να μην είναι όπως πιστεύουμε. Μπορούμε να τους δώσουμε μια ευκαιρία. Ας μην τους σκοτώσουμε. Είναι αμαρτία" 

Ο παπάς χαμογέλασε και χάιδεψε το κεφάλι της Ελίζας. 

"Έχεις μεγάλη καρδιά κορίτσι μου, αλλά αυτά τα πλάσματα δεν χρειάζονται την συμπόνια μας. Το μόνο που αρμόζει είναι να τους συμπεριφερόμαστε βάναυσα, γιατί έτσι μια ημέρα θα μπορέσουμε να τους εξαλείψουμε από προσώπου γης" της είπε. 

Τότε η Ελίζα σκέφτηκε να του μιλήσει για τον Μάθιου, για το πως της είχε φερθεί και ας ήταν λυκάνθρωπος, όμως έπειτα κατάλαβε ότι δεν ήταν καλή ιδέα. Δεν ήξερε πως θα αντιδρούσε ο πατέρας Ρόμπινσον. Ίσως να έβαζε με τον νου του τα χειρότερα για εκείνη. Ότι ήταν δηλαδή αιρετική ή μάγισσα. 

Το μόνο άτομο που μπορούσε να ανοιχτεί ήταν η φίλη της η Έμμα. 

"Αν έτσι πιστεύετε, αυτή θα είναι η αλήθεια πάτερ μου. Και τώρα με συγχωρείτε, πρέπει να φύγω" του είπε η κοπέλα. 

"Ο Θεός μαζί σου" 

Η Ελίζα έφυγε από την εκκλησία και πήγε να βρει την Έμμα. 

"Θέλω να σου μιλήσω" της είπε. 

"Φυσικά!" απάντησε εκείνη. 

Τότε η Ελίζα της αφηγήθηκε τι είχε συμβεί στο πανηγύρι της πόλης. Ότι ο λυκάνθρωπος που την είχε σώσει, είχε έρθει να την βρει και ότι την φίλησε. Της είπε επίσης πως ο λυκάνθρωπος και η μάγισσα που επρόκειτο να θανατώσουν οι συγχωριανοί τους ήταν ο αδερφός του και η κοπέλα του αδερφού του. 

"Απίστευτο! Τι σκοπεύεις να κάνεις;" την ρώτησε η Έμμα. 

"Θα προσπαθήσω να τους ελευθερώσω" 

"Εντάξει Ελίζα μου" είπε η φίλη τη δισταχτικά. 

"Γιατί το λες έτσι;" 

"Είναι λυκάνθρωπος. Μήπως δεν είναι τόσο καλός όσο πιστεύεις; Μήπως δεν πρέπει να ανακατευτείς;" 

"Έμμα, αν τον γνώριζες θα καταλάβαινες. Είναι υπέροχος! Και είμαι σίγουρη ότι ο Ραμόν και η Σελένα είναι το ίδιο καλοί"

Ο Ραμόν και η Σελένα είναι οι αιχμάλωτοι μας;" 

"Ναι Έμμα" 

"Κάνε ότι πιστεύεις. Να ξέρεις ότι εγώ δεν θα πω τίποτα σε κανέναν" 

"Ευχαριστώ! Είσαι η μόνη που μπορώ να στηριχτώ" της είπε η Ελίζα και την αγκάλιασε. 

Κάτω από το φως της ΣελήνηςWhere stories live. Discover now