ϟ14.

890 81 10
                                    

 Toronto, Canada 1985.

  Justin.

 Είχαν περάσει σχεδόν 2 μήνες από την φυγή της Emilia. Η ζωή μου έχει αλλάξει στο έπακρο. Μπορώ να πω πως συνεχώς ψάχνω τρόπους για να απασχολώ το μυαλό μου. Για να μην την σκέφτομαι! Είναι τόσο δύσκολο να την διαγράψω σαν να μην έγινε τίποτα. Δεν μπορώ να καταλάβω πως εκείνη τα κατάφερε τόσο απλά... Κάνω καθημερινά προπόνηση τις περισσότερες ώρες της ημέρας. Ακόμη και στην ομάδα ράγκμπι ζήτησα να ξανά μπω και ο γυμναστής Cameron με έβαλε στην ομάδα χωρίς δεύτερη σκέψη. Ήξερε πόσο καλός ήμουν και πόσες νίκες είχε πάρει το σχολείο χάρις εμένα.

  Έβαλα τα ακουστικά μου και προχωρούσα στον δρόμο. Πήγαινα προπόνηση για μια ακόμη φορά. Ήξερα πως μόνο όταν εκτόνωνα τον θυμό μου μπορούσα να ηρεμήσω αλλιώς ήμουν όλη μέρα σε υπερένταση και έτοιμος να σκοτώσω τον Joseph Campeli. Τον μισούσα τόσο πολύ αυτόν τον άνθρωπο. Ήθελα να τον σκοτώσω με τον χειρότερο τρόπο.

  «Justin, ήρθες!» είπε ο προπονητής μου μόλις μπήκα μέσα. Τόσος ενθουσιασμός που με βλέπει;

  «Ναι.» είπα μονολεκτικά και άφησα το σακίδιο μου στα αποδητήρια.

  «Μου έκαναν μια πρόταση για έναν επαγγελματικό αγώνα στο Λονδίνο. Νομίζω πως είσαι πανέτοιμος να πας. Με αυτήν την προπόνηση που κάνεις τον τελευταίο καιρό τους έχεις χωρίς αμφιβολία.» είπε ο προπονητής μου σίγουρος για μένα αλλά μόλις άκουσα την τοποθεσία γούρλωσα τα μάτια μου και τον κοιτούσα σαν χαμένος. «Δεν. Δεν σου αρέσει η πρόταση;» με ρώτησε τραυλίζοντας.

  «Όχι θα χαιρόμουν πολύ αν πήγαινα.» είπα χαμογελώντας.

  «Ωραία τότε! Χρειαζόμαστε αυτήν την δήλωση από τους γονείς σου και είμαστε έτοιμοι.» είπε ο προπονητής. Ήμουν τόσο ευτυχισμένος. Θα πήγαινα να την βρω ο κόσμος να χαλούσε.

  Γιαγιά Emilia.

  Ο καιρός περνούσε και το κοριτσάκι μου βρισκόταν στην ίδια ακριβώς κατάσταση. Αν δεν έρθει ο Joseph να την πάρει, θα την πάω εγώ στο Τορόντο.

  «JOSEPH ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΑΡΕΙΣ ΑΠΟ ΕΔΩ ΤΗΝ EMILIA. ΔΕΝ ΝΟΙΑΖΕΣΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΣΟΥ;» του φώναζα στο τηλέφωνο.

  «Επειδή νοιάζομαι είναι εκεί μητέρα. Δεν καταλαβαίνεις;» με ρώτησε.

  «Όχι! Τι να κάνω; Όσο πάει χειροτερεύει.»

  «Γιατί δεν τηλεφωνείς στον Ryan; Ξέρεις πόσο αδυναμία έχει στον ξάδερφο της.» είπε ο γιος μου και είχε απόλυτο δίκιο. Έπρεπε να πάρω τον άλλον γιο μου για να του πω να στείλει τον μικρό για ένα μικρό χρονικό διάστημα.

A Thousand Years.Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang