Κεφάλαιο 23

152 24 25
                                    

Ο Τζιάκομο αφαίρεσε τα γυαλιά με τον μαύρο, χοντρό σκελετό και τα εξφενδόνισε στο μαρμάρινο τραπεζάκι τού γραφείου του, πάνω στο οποίο ένα αναμμένο λάπτοπ απεικόνιζε στην οθόνη του ένα μέιλ ανώνυμου αποστολέα. Το περιεχώμενο, από την άλλη, δεν αποτελούσε γρίφο ούτε για τον Τζιάκομο, ούτε για εκείνον που διαχειρίζονταν το λάπτοπ καθισμένος στον καναπέ.

«Λες ο Λουίτζι να έβαλε μυαλό;»

«Αποκλείεται. Εμμέσως μας έστειλε στο διάολο και τους δύο» απάντησε ο Σεμπαστιάνο που στεκόταν λίγο παραπέρα κρατώντας ένα αναμμένο πούρο ανάμεσα στα χοντροκομμένα δάχτυλά του.

«Και άμεσα να σας έστελνε, δίκιο θα είχε» σχολίασε η Φιορέλα τής οποίας η παρουσία φάνηκε να ενοχλεί τον Τζιάκομο.

«Ο πίνακας είναι στο Παρίσι. Δεν χρειάζεται ν' ανησυχείς... τον βρήκαμε» την ενημέρωσε ο Τζιάκομο χαμογελώντας προσποιητά.

«Ξέρεις Τζι... προβληματίζομαι αλήθεια. Θα ήθελα να με βοηθήσεις, ως μεγαλύτερος».

Η Φιορέλα μπήκε στο δωμάτιο και ένευσε στον βοηθό του αδερφού της να πάρει το λάπτοπ και να εξαφανιστεί. Εκείνος υπακούοντας, σε λιγότερο από δέκα δευτερόλεπτα τους άφησε μόνους.

«Δεν μπορώ να αποφασίσω...» συνέχισε με τον ίδιο αργόσυρτο και σιγανό τόνο της «Είναι περίεργο που πλέον δε μ' ενδιαφέρει ο πίνακας, αλλά αν είναι πραγματικά ασφαλής ο Πατέρας Μαρκ;... Ή η τέφρα της μαμάς... Πραγματικά βρίσκομαι σε μεγάλο δίλλημα. Εσύ όμως... τι λες; Αξίζει ο πίνακας περισσότερο; Ο παπάς; Ή τ' απομεινάρια τής μητέρας μας;»

Ο Τζιάκομο ξεροκατάπιε και κοίταξε τον Σεμπαστιάνο για κλάσματα του δευτερολέπτου.

«Φιορέλα...»

«Θα με κορόιδευες για πολλά χρόνια ακόμη, σωστά; Θα μου πλάσαρες μέχρι το τέλος το συναισθηματικό μου δέσιμο κι εγώ η ηλίθια... θα συμφωνούσα, γιατί πάντα κάπως καταφέρνεις να με κάνεις να συμφωνώ! Και... καλά κάνεις στο φινάλε. Είμαι τόσο αφελής, τόσο μαλακή, όπως λες, για να εκτιμήσω στ' αλήθεια τους λόγους που ήθελες να κρατήσεις κρυφό πως πίσω από τον πίνακα έχεις καταχωνιάσει ό,τι έχει μείνει από τη μαμά. Φυσικά κι έχεις δίκιο, Τζι... Φυσικά!...»

Ο Σεμπαστιάνο θέλοντας να γίνει όσο λιγότερο αντιληπτός γίνεται, όσο μιλούσε η Φιορέλα, άφησε το μισοκαμμένο πούρο του πάνω σ' ένα τασάκι και κουμπώνοντας το μεσαίο κουμπί από το μεταξωτό, ακριβό σακάκι του, βγήκε από το γραφείο του Τζιάκομο.

Σκούρο ΓκριWhere stories live. Discover now