Κεφάλαιο 4ο: Το Τέλος Και Η Αρχή

5 1 2
                                    

"Άγγελος Βρυέννιος, πρίγκιπας της Λιβέσα, δεύτερος γιος του βασιλιά Μιχαήλ. Είναι πολύ καλή επιλογή συζύγου για την Αριάδνη μας, πατέρα. Και σε εκείνη φάνηκε να αρέσει πολύ."

"Δεν με ενδιαφέρει η καταγωγή του παιδί μου. Καλός άνθρωπος με νοιάζει να είναι, ευγενικός, με καλή καρδιά. Μόνο τέτοιοι νέοι θα σας πάρουν νύφες. Τι να τα κάνεις τα αξιώματα, αν δεν υπάρχει ομορφιά ψυχής στα μάτια του άλλου."

Η Βασιλίνα χαμήλωσε το βλέμμα. Συνειδητοποίησε πως ο πατέρας της, όταν της ζήτησε να μάθει για τον νέο που χόρεψε τόσο όμορφα με την Αριάδνη τους, ήθελε να μάθει για τον χαρακτήρα του, το ποιόν του κι όχι την κοινωνική του θέση.

Αυτό το χρέος που της ανέθεσε, να αποκαταστήσει τις αδερφές της, την είχε αγχώσει. Μιλούσαν για το μέλλον των ανθρώπων που σημαίναν τα πάντα για αυτούς. Την άγχωσε τόσο που ξέχασε πως πρώτο και κύριο λόγο έπρεπε να παίξει η ευτυχία τους. Αγνή ψυχή εννοούσε ο πατέρας της όταν έλεγε πως έψαχνε ΄΄κατάλληλους συζύγους΄΄ για τις κόρες του, κι όχι πλούσιους ευγενείς, με γη και δύναμη.

Καθόταν μαζί με τον πατέρα της σε έναν από τους πέτρινους πάγκους του βασιλικού κήπου. Πιο πέρα, στο γρασίδι πλάι στην λιμνούλα, η Αριάδνη μάθαινε στην Ροδάνθη να φτιάχνει στεφανάκια από λουλούδια, και λίγο παραπέρα η Αλεξία κι η Μυρσίνη εξασκούνταν στην ξιφασκία.

"Χάνεις πολύ εύκολα την ισορροπία σου, Αλεξία" είπε η Μυρσίνη με την συνηθισμένη στρατιωτική της αυστηρότητα. "Πρέπει να κατανέμεις το βάρος του σώματος ισόποσα στα πόδια".

"Από υποδείξεις, Μυρσίνη, άλλο τίποτα βλέπω" της απάντησε εκείνη οξύθυμα.

"Για εξάσκηση δεν ήρθες; Αν θέλεις να σου χαϊδεύω τα αυτιά πες το μου να μην χάνω κι εγώ τον χρόνο μου".

"Ε βέβαια, γιατί είσαι άλλωστε και πολυάσχολη" ψέλλισε η Αλεξία ειρωνικά.

Ο Αυγουστίνος, που παρακολουθούσε από μακριά την σκηνή, γέλασε σε αντίθεση με την Βασιλίνα που ενοχλούνταν με τους παλιμπαιδισμούς των αδερφών της. Πότε θα ωρίμαζαν επιτέλους; Δεν ήταν πια μικρές να χαζολογούν η μία με την άλλη. Ο Αυγουστίνος, που σαν να διάβασε την σκέψη της, έκλεισε το χέρι της μέσα στο δικό του, σαν να της έλεγε: ΄΄ Μην θυμώνεις παιδί μου, άστες έτσι ανέμελες που είναι΄΄. Πολύ τις έκανε χάζι εκείνος.

"Πώς είσαι, πατέρα; Δεν μου φαίνεσαι πολύ καλά. Είσαι χλωμός και τα μάτια σου είναι κουρασμένα" είπε ανήσυχα.

You've reached the end of published parts.

⏰ Last updated: Jan 02 ⏰

Add this story to your Library to get notified about new parts!

The Five Queens Where stories live. Discover now