2

196 11 0
                                    

Τα βλέφαρα της ήταν βαριά από την άυπνη νύχτα που είχε μόλις φύγει. Προσπαθούσε με νύχια και με δόντια να συγκεντρωθεί στο πηγάδι και στο νερό που όλο και ανέβαινε.

Ο Πύργος ήταν πιο ήσυχος από άλλες φορές με τον Μάρκο να έχει μόλις μπαρκάρει για έναν μήνα, δείχνοντας σε άλλους καπεταναίους την αξία του, και τον Σωτήρη να έχει ακολουθήσει.

«Θα μπορούσες να έχεις ζητήσει από την Μορφούλα να κάνει αυτήν τη δουλειά.» Τα δάχτυλα του Αντρέι ακούμπησαν τα δικά της και τράβηξαν το γεμάτο μπουγέλο από τα χέρια της.

«Αντρέι, άστο μην μας πάρει κανα μάτι.»

«Μα, αυτό θελουμε.» Της απάντησε, ακουμπώντας τον κουβα πάνω στις πέτρες.
Ύστερα σκούπισε τα χέρια του μεταξύ τους και κοιταξε ένα γύρω.

«Το σκέφτηκες; Σου είπα να το ξανασκεφτείς.» Τον ρώτησε.

Ο άντρας απλώς εγνευσε και έφτασε ένα τσιγάρο μέσα από τη ζώνη του. Το ακούμπησε στα χείλη του και μια μικρή φλόγα ξεπετάχτηκε από ένα μαραφέτι που η Θεοφανώ δεν είχε ξαναδεί.

«Και;» Ήταν ανυπόμονη.

«Δεν άλλαξε κάτι Θεοφανώ, τη δίκη σου απάντηση περιμένω.»

«Η ζωή σου θα καταστραφεί.» Του υπενθύμισε.

«Τη ζωή μου την ορίζω εγώ. Και γι'αυτό θέλω και για εσένα το ίδιο. Εάν δεν θέλεις, απλά πρέπει να μου το πεις-»

«Θέλω.» Της ξεπετάχτηκε χωρίς να το περιμένει.

Για δεύτερη φορά απ'όταν τον είχε γνωρίσει, οι άκρες των χειλιών του μάζεψαν ελαφρώς. Όμορφος. Ήταν όμορφος και όταν χαμογελούσε.

«Ωραία, τότε μετά από το φαγητό θα μιλήσω στον Μιχαήλ.» Έκανε μια ελαφριά υπόκλιση μα εκείνη έπιασε τον πήχη του να τον σταματήσει.

«Σε παρακαλώ, πες μου ξανά ότι είσαι σίγουρος. Δεν αξίζει.» Άλλαξε τη ματιά της από το ένα μάτι του στο άλλο, ψάχνοντας την απάντηση σε αυτό που την έτρωγε.

«Αξίζει.» Επέμεινε.

Ο Φρίξος είχε κοκαλώσει πάνω από το ακονιστήρι, κρατώντας ακόμη μια μικρή μάχαιρα στον αέρα. Κοιτούσε την Θεοφανώ με μια χαραμάδα ανάμεσα στα χείλη, αστεία, γλυκιά. Ήταν τόσο υπερβολικά ο Φρίξος της, ο καλύτερος της φίλος, που της ξέφυγε ένα γάργαρο γέλιο.

«Πάει παλάβωσε.» Επιτέλους μίλησε. «Και εντάξει εσύ, μια ζωή τα μυαλά στα σύννεφα, αλλά από τον Αντρέι δεν το περίμενα.»
Ακούμπησε τη μάχαιρα κάτω και έστριψε όλο του το σώμα προς τα εκείνη. Σαν να ήθελε να τη μαλώσει, ακούμπησε τις παλάμες του στη μέση του και σήκωσε το δεξί του φρύδι.

Υπάρχουν καλοί άνθρωποι Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα