17. Συνεδρία

113 17 4
                                    

Περίμενα έξω από το δωμάτιο της αγαπημένης μου Φλώρας μέχρι την στιγμή που θα άνοιγε η πόρτα και θα έβγαινε ο Παύλος.

Τους άφησα να μιλήσουν μετά την χαζομάρα που ξεστόμισε ο φίλος μου. Μα πως τόλμησε να μιλήσει έτσι σε ένα δεκάχρονο κοριτσάκι; Και μάλιστα στην αδερφή του; Πόσο μυαλό του λείπει, θεέ μου;

Κάθισα σε μια καρέκλα και ακούμπησα το κεφάλι μου στον πίσω τοίχο. Πήρα μια βαθιά ανάσα και έκλεισα τα μάτια μου.

Μου ήρθε αμέσως στο μυαλό η μορφή της. Το γλυκό και όμορφο πρόσωπό της. Τα υπέροχα μάτια της.

Την είδα να μου χαμογελάει. Να μου γνέφει.

Ώρα μετά, άκουσα την φωνή του Παύλου να με φωνάζει. Φαίνεται πως είχα απορροφηθεί από τις σκέψεις μου.

<<Όλα καλά;>> Με ρώτησε ανήσυχος.

Του έγνεψα απλά με μια καταφατική κίνηση και περίμενα χωρίς να έχω κάτι να πω.

<<Έλα μαζί μου>> μου ζήτησε και σηκώθηκα αμίλητος για να τον ακολουθήσω. Φτάσαμε μέχρι το κυλικείο και καθίσαμε σε ένα τραπέζι.

<<Μπορείτε να μας φέρετε δύο φυσικούς χυμούς, ένα στυλό και ένα χαρτί, παρακαλώ;>> Ακούστηκε η φωνή του Παύλου που απευθύνθηκε σε κάποια υπάλληλο. 

<<Ευχαρίστως>> του χαμογέλασε και απομακρύνθηκε από κοντά μας.

<<Παύλο...>> Ξεκίνησα να λέω αλλά με σταμάτησε με μία κίνηση του χεριού του.

<<Μην βιάζεσαι>> μου ζήτησε και υπάκουσα σαν σκυλάκι.

Γύρισε το βλέμμα του στο κινητό του και με αγνόησε επιδεικτικά. Στιγμές μετά, όταν η σερβιτόρα μας έφερε αυτά που της ζητήσαμε, ο Παύλος πήρε το στείλω και το χαρτί στα χέρια του και έστρεψε τα μάτια του προς το μέρος μου.

<<Λοιπόν, δέχτηκα να σε βοηθήσω κι ας είναι αντί επαγγελματικό. Χρειάζομαι όμως και την δική σου βοήθεια. Θα πρέπει να μου ανοιχτείς πλήρως και να μην μου κρύψεις τίποτα. Να μου λες την αλήθεια σε ότι σε ρωτάω, ακόμα κι αν σε πονάει. Αν νιώθεις πως σε πιέζω υπερβολικά θα μου το πεις, αλλά να ξέρεις πως οι συνεδρίες μας θα συνεχιστούν κανονικά ακόμα και τότε. Ας ξεκινήσουμε όμως. Μου είπες στο τηλέφωνο πως θες να γίνεις περισσότερο ο άνθρωπος Αναστάσης Δροσάκης, πώς το εννοείς αυτό;>> Το ύφος του σοβαρό και άκρως επαγγελματικό, το βλέμμα του με κάρφωνε συνεχώς και χωρίς ίχνος συναισθήματος, η φωνή του άχρωμη και μονότονη.

ΚαραμέλεςWhere stories live. Discover now