CHAPTER 00

44 6 2
                                    

(ΕΛΠΊΖΩ ΝΑ ΒΓΆΖΕΙ ΝΌΗΜΑ, ΈΧΟΥΝ ΠΕΡΆΣΕΙ ΤΈΣΣΕΡΑ ΧΡΌΝΙΑ ΑΠΌ ΤΌΤΕ ΠΟΥ ΤΟ ΈΓΡΑΨΑ)

Και θέλω να με κρατήσεις όταν πέσω,όχι εδώ — όχι στην γη.

Θέλω να με κρατήσεις λίγο πριν πέσω από τον Παράδεισο. Δεν θέλω να σου πω αντίο ξέρεις Μικρή Σειρήνα,θέλω να μείνω για πάντα δίπλα σου. Και γνωρίζω καλά. Δεν πιστεύεις στο για πάντα. Αλλά στο τίποτα.
Θέλω να μείνω δίπλα σου,σε ικετεύω,μην με ρίξεις.

Μια νύχτα ακόμη,εγώ και εσύ πριν το τέλος. Να με κρατήσεις γερά Σειρήνα. Μην αφήσεις το χέρι μου,τα νερά της θάλασσας δεν δείχνουν οίκτο. Η πτώση, επίσης. Σε σπάει εσένα και τα φτερά σου.
Σειρήνα μου.

Αν ποτέ βρω το θάρρος ( και την ευκαιρία ) να σε σπάσω άσε με λίγο πριν με αφήσεις να γευτώ το χάος που κρύβεις στα πόδια σου. Άσε με να έχω τον έλεγχο του κορμιού σου,για λίγο. Να σε αγγίξω χωρίς να φοβάμαι ότι είσαι ψεύτικη. Άσε με να πραγματοποιήσω όλες τις πρόστυχες σκέψεις μου.

Άσε με, έστω για λίγο,να χαθώ σε κάθε εκατοστό του κορμιού σου, να γευτώ την γεύση σου στο στόμα μου,ξέρεις,για να σε θυμάμαι. Να θυμάμαι ότι για ένα διάστημα ήσουν δικιά μου. Πριν ο χρόνος αρχίσει να γίνεται ο χειρότερος εχθρός μας.

Και κάτι τελευταίο, οι ποιητές δεν αγαπούν απλά για να αγαπήσουν,δεν γράφουν για ένα πρόσωπο τόσο απλά. Το ερωτεύονται πριν καν το γνωρίσουν. Οι ποιητές φαντάζονται γυμνή σάρκα πριν καν την αγγίξουν. Έτσι και εγώ γλυκιά μου Σειρήνα, κολυμπώ στα νερά σου καιρό τώρα.

Και δεν με αφήνεις να πιω το νέκταρ των Θεών, το πίνεις όλο μόνη σου,και το μισό πάει χαμένο. Και έτσι όπως κυλάνε οι χαμένες σταγόνες από τα στήθη σου προς τα κάτω εγώ σκύβω για να γευτώ την αμαρτία σου,και πάντα μιλάω για το ποτό των Θεών. »

Όταν κατάλαβα ότι αυτή ήταν ο Παράδεισος που θα με λυτρώσει από την Κόλαση μου, άρχισα να την τρέμω. Φοβόμουν, διότι ήξερα ότι έτσι και δεχτώ το παιχνίδι της φωτιάς της δεν θα βγω ζωντανός. Ήξερα ότι το τέλος μου θα έρθει από την στιγμή που θα αποδεχόμουν την επιρροή που προκαλεί εκείνη κάθε φορά που τα μάτια της αρχίζουν και λιώνουν το κορμί μου. Για αυτό,φόρεσα την μάσκα ξανά. Δεν κρύφτηκα. Το προσωπείο απλά..Ναι,το αποδέχομαι. Ήθελα να κρυφτώ μακριά της. Μα εκείνη — Θεέ και Κύριε — τραγουδούσε, έκλαιγε και ζούσε τόσο κοντά μου. Ήταν σχεδόν αδύνατον να μην την αγγίξω. Και όταν το έκανα. Αποδέχτηκα την Μοίρα μου. Αποδέχτηκα ότι θα πεθάνω νέος και δεν θα φτάσω ποτέ στην Ιθάκη μου. Θα θαλασσοπνίγομαι,κάθε φορά που θα αγγίζω την Σειρήνα μου,θα με πνίγει με τα άθλια ποιήματα και γράμματα που θα της γράφω. Διότι θα ξέρει,είμαι ο Εφιάλτης της. Θα γίνω εκείνος. Θα γίνω το τέρας που δεν θέλει να είναι κοντά της. Και δεν θέλω να γίνω,όμως θα γίνω. Για να καλύψω τα κενά που άφησε η Εύα,η πιο μεγάλη σκύλα που έχω γνωρίσει.

when you came /Παλιά ΈκδοσηWhere stories live. Discover now