Κεφάλαιο Τρίτο: Η τέχνη του πολέμου/ Πριν το Χάραμα

197 13 1
                                    

"Οταν πλησίασα το κελί, άκουσα τον ήχο από το μαστίγιο πάνω στη σάρκα σου μα όχι εσένα. Ούτε καν βογγηξες."

Πεπειραμένα χέρια έσφιξαν το νωπό πανί πριν βουτηχτει στο αίμα. Η κάμαρη του Αντρεϊ φωτίζονταν μόνο από λίγα κεριά, και το πάτωμα ήτανε σκληρό στα γόνατα του.

"Είμαι συνηθισμένος στον πόνο, Αντρέι." Απάντησε ο Μπακού, μην κρύβοντας πια τις κοφτές ανάσες του. Το οτι ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι δεν φαινόταν να βοηθάει και πολύ.

Ο πόνος ήταν εκεί όταν χωρίστηκα από την οικογένειά μου. Πριν από πολύ καιρό, έμαθα πως μπορεί να μου πάρει πολύ εύκολα ότι κάνει την ζωή όμορφη. Είναι εδώ και τώρα που έχω κερδίσει εναν σύμμαχο σαν και σένα. Μόνο που τώρα, αξίζει να τον υπομείνω."

Οι τελευταίες λέξεις έκαναν τον Αντρέι να τον κοιτάξει κατάματα. Πριν προλάβει όμως να αντιμιλήσει, εκείνος τον διέκοψε.

"Εσύ, όμως, άνοιξες πόλεμο με τον νεαρό αφέντη για μένα. Δεν έπρεπε."

"Είμαι συνηθισμένος στον πόλεμο, Μπακού." Ο Αντρέι επαυσε για μια στιγμή.

"Ο πόλεμος ήτανε έχει οταν τα έχασα όλα και είναι ακόμα εδω τωρα που βλέπω πως μπορεί να μην κερδίσω τίποτα. Ούτε την εμπιστοσύνη των άλλων για την αποστολή μου ούτε την πίστη στην λευτεριά."

Παρά την πικρία στην φωνή του τα χέρια του Ανδρέϊ δεν έτρεμαν. Συνέχισε να καθαρίζει τις πληγές μεθοδικά, σύντομα όμως κατάλαβε πως δεν είχε γάζες στην κάμαρη του. Για λίγο σάστισε, κουνώντας το κεφάλι του για να καθαρίσει τις σκέψεις του. Έπειτα μίλησε ξανά.

"Πριν απο καιρό έμαθα πως ο πόλεμος μπορεί να μου πάρει πολύ εύκολα ό,τι αγαπώ, αν αφήσω τους δικούς μου πίσω για χάρη του. Είναι λίγο πιο δύσκολο όμως να γίνει αυτό, αν εγώ τον ξεκινήσω πρώτος, και φροντίσω να μείνω εδώ για να προστατέψω τους δικούς μου." Βαθύ σκοτάδι σκέπασε τα μάτια του μα ο άλλος άντρας δεν ρώτησε τίποτα.

"Ας είναι λοιπόν ο πολεμος ο δάσκαλος μου για να πνίξω στον φόβο ένα θρασύδειλο αρχοντόπουλο. Γιατί τώρα, αξίζει να τον υπομείνω."

Δεν είπαν τίποτα άλλο όταν ο Αντρεϊ πήρε το μαχαίρι του κοντά. Οι χλωμές ακτίνες μιας βουβης αυγης σιγά-σιγά έσκιζαν τον ορίζοντα. Δεν είχαν ακόμα δύναμη για ζεστασιά, μα για πρώτη φορά μετά απο καιρό, η παγωνιά του πόνου λιγόστεψε, η πικρία του πολέμου μέρεψε.

Για πρώτη φορά μετά από καιρό ο Αντρεϊ κατάλαβε πώς είχε κάποιον για τον οποίο άξιζε να πολεμήσει. Έσφιξε το μαχαίρι στο χέρι του. 

"Ξεκουράσου, Μπακού. Δεν χάραξε για τα καλά ακόμα." Τα λόγια έσβησαν, μαζί με τα κεριά. Ο πόλεμος ήταν κοντά. Μα ακόμα υπήρχε χρόνος.

------------------------------------------------
Τέλος

Μπακού και Αντρεϊ:  "Πριν το Χάραμα."

Το παρόν κείμενο είναι εμπνευσμένο από το επεισόδιο 17 της σειράς.

Tweet was written 3/11/23

Magissa: Twitter (X) Stories in Threads 🧵Where stories live. Discover now