ΙΙΙ. Το Τέλος (;)

402 25 4
                                    

Γεια σας :)

Λίγο πριν το τέλος.
Θέλω να σας ευχαριστήσω για την αγάπη που δώσατε σε αυτήν την ιστορία.

«Σαν τι να υπάρχει;» η Θεοφανώ κοιτούσε τον Αντρέι με προσποιητή απορία. Ήξερε πολύ καλά τι ήθελε να της πει.

«Κάτι. Σχετικά με το παιδί ίσως.» Το βλέμμα του είχε σκοτεινιάσει τώρα και θύμιζε μέρα με καταιγίδα.

«Τι να σου πω για το παιδί. Δεν υπάρχει κάτι να πούμε.» η Θεοφανώ προσπάθησε να φύγει και το αποτέλεσμα ήταν να την κολλήσει πιο πολύ στον τοίχο ενώ παράλληλα έβαλε τα χέρια του στη μέση της.

«Ότι ο πατέρας είναι ο  Μάρκος, δε το πιστεύω.»

«Δε με ενδιαφέρει αν το πιστεύεις το παιδί είναι δικό του, του άντρα μου και τώρα θα με αφήσεις να φύγω γιατί θα μας καταλάβουν.»

Η Θεοφανώ πήγε να φύγει και αυτή τη φορά εκείνος δεν την πίεσε. Απομακρύνθηκε για να ανοίξει την πόρτα και τότε τον είδε να πέφτει στα γόνατα, να λυγίζει, και να κρύβει το κεφάλι του ανάμεσα στα δάχτυλα του. Ένιωσε τόσο απαίσια εκείνη τη στιγμή. Δεν άντεχε να τον βλέπει έτσι. Έπεσε και εκείνη στα γόνατα.

«Συγνώμη αγάπη μου. Συγνώμη.» πλησίασε και πήρε το κεφάλι του στα χέρια της. Άρχισε να τον φιλάει παντού τρυφερά όπως φιλούν ένα μωρό, και εκείνος άφησε τα δάκρυα του να ξεχυθούν.

«Δε γίνεται να μου λες αλήθεια Θεοφανώ. Δε βγάζει νόημα. Ο Μάρκος έλειπε συνεχώς.»

«Δικό σου είναι. Το παιδί.» εξομολογήθηκε η Θεοφανώ μη μπορώντας να τον βλέπει διαλυμένο. «Δικό μας.»

Ο Αντρέι έβγαλε το κεφάλι του από τις παλάμες της και με τα δάκρυα να τρέχουν ακόμα στο πρόσωπο του την φίλησε τρυφερά στα χείλη. Η Θεοφανώ βάθυνε το φιλί και τυλίχτηκε γύρω του. Τα ρούχα τους άρχισαν να τους στενεύουν. Σαν σε παροξυσμό άρχισαν με γρήγορες νευρικές κινήσεις να γδύνουν ο ένας τον άλλον και έπειτα εκείνος βυθίστηκε μέσα της. Δεν άργησαν να τελειώσουν ήταν τόση η ανάγκη που έκανε τον ρυθμό τους επιτακτικό.

«Το παιδί μας.» ψιθύρισε ανάμεσα στις ανάσες του.

«Ναι αγάπη μου.»

«Σ'αγαπάω Θεοφανώ.»

«Σ'αγαπώ.» τύλιξε τα χέρια της γύρω του και τον έσφιξε τόσο πολύ που τον άκουγε να προσπαθεί να ανασάνει υπόκωφα. Ήθελε να παίρνει ανάσα μέσα από εκείνη, από το σώμα της.

Καθρέφτης. Where stories live. Discover now