3ο κεφαλαιο

128 40 13
                                    

Κωνσταντίνος

Ξυπνάω μέσα στην καλή χαρά,αν και τώρα που το σκέφτομαι δεν πρέπει να χαίρομαι. Αύριο αρχίζουν τα σχολεία και ήδη έχω μπουχτίσει με τόσα φροντιστήρια και ιδιαίτερα που να αρχίσει και επίσημα η νέα σχολική χρόνια. Μια χρόνια χωρίς τον κολλητό μου. Το μόνο που κάνω είναι να καλώ τηλέφωνο την Αγγελίνα. Πληκτρολογώ τον αριθμό της, τον έχω μάθει απέξω αυτόν τον μήνα την πήρα υπερβολικά πολλά τηλέφωνα. Καθώς καλεί σκέφτομαι πως δεν υπάρχει περίπτωση να μου απαντήσει το τηλέφωνο αυτό που πρέπει πραγματικά να κάνω είναι να της χτυπήσω το κουδούνι και να μπουκάρω μέσα στο μεγάλο σπίτι της. Το δικό μου είναι καλύτερο φυσικά,αλλά τέλος πάντων. Δεν ξέρω άμα φαίνεται,αλλά παλιά ήμουν πολύ ψώνιο. Ίσως να είμαι και λόγο τώρα. Ντύνομαι και κατεβαίνω στο ισόγειο. Η μητέρα μου με καλημερίζει.
"Καλημέρα αγάπη μου, που πας τόσο νωρίς; Η ώρα δεν είναι ούτε δέκα και έχεις και μάθημα στις δυο." Μου λέει και εγώ τρώω ένα κρουασάν.

"Στην Αγγελίνα,θελω να προσπαθήσω να την βγάλω απο το σπίτι, να χαλαρώσει και εκείνη λιγο. Ξέρεις..» Της λεω και η φωνή μου χαμηλώνει ελαφρά καθώς μιλάω. Εκείνη γνέφει λυπηρά και με χαιρετάει. Καμία φορα η μητέρα μου ειναι αρκετά καλη. Βγαίνω εξω και περιμένω στην αυλή μου, καθώς έχω ενημέρωσει ήδη τον σοφέρ μου,εκείνος με περιμένει καλοσυνάτα έξω από το σπίτι μου. Μπαίνω μέσα χασμουριωντας.

"Καλημέρα Νάσο. Στην Αγγελίνα πήγανε με." Του λέω και έκεινος μου γνέφει. Έχουμε πολύ φιλικές σχέσεις με τον Νάσο με πήγαινε από το δημοτικό σε φίλους μου,όπως και την οικογένεια μου,αλλά κυρίως εμένα,μιας και οι γονείς μου ποτέ δεν είχαν τον χρόνο.

"Άκουσα από τον δικό της σοφέρ,ναι είναι πολύ κουτσομπόλης,ότι δεν πρόκειται να βγει ξανά από το σπίτι. Την έχει καταπαρει η στεναχώρια. Συγνώμη Κώστα μου,αλλά ούτε εσύ πιστεύω να μπορείς να την κανείς καλά. Αντίο,θα έρθω να σε πάρω αργότερα,εντάξει;" Μου λέει Χαιρετώντας με και εγώ κατεβαίνω από το αμάξι του. Έχω να πατήσω το πόδι μου εδώ σχεδόν έναν μήνα. Καταπίνω αργά, και το μυαλό μου αρχίζει να σκέφτεται πράγματα. Μηπως δεν πρέπει να την ενοχλήσω; Ισως να ειναι πολυ νωρις ακόμα για να αρχίζει να διασκεδάζει. Αλλα τελικά παίρνω την απόφαση να της χτυπήσω την πόρτα. Πηγαίνω αποφασιστικά και χτυπάω την πόρτα. κλασσικά όπως οι γονείς μου,το ιδιο και οι γονείς της λείπουν από το σπίτι. Έτσι γνωρίστηκαν οι γονείς μας και οι δυο πλούσιοι και οι δυο φίλοι. Έτσι Πάει και θυμάμαι πριν έναν χρόνο εγώ με την Αγγελίνα μισιωμασταν μεταξύ μας,μέχρι που γίναμε κολλητάρια. Την πόρτα την ανοίγει η Ζωη, η οικιακή βοηθός τους. Όταν με βλέπει αφήνει ένα επιφώνημα και με αγκαλιάζει. Έχουμε φιλικές σχέσεις μεταξύ μας.
"Κωνσταντίνε μου μου ελειψες παιδί μου! Για την Λινα δεν ήρθες; Δεν νομίζω να θέλει να σε δει. Είναι απλά κλειδωμένη στο δωμάτιο της και μου ανοίγει μόνο για της πάω φαγητό. Πραγματικά απελπίζομαι στόρι θα κάνουμε. Με πονάει η ψυχή σκέφτονται την να κλαίει." Μου λέει γρήγορα και εγώ της γνέφω. Καταλαβαίνω όλα όσα νιώθει η Αγγελίνα.

Double TroubleWhere stories live. Discover now