Καρδιά φτιαγμένη από στάχτες

107 12 7
                                    

Ο έρωτας είναι σαν ένα τριαντάφυλλο, έχει απαλή υφή, σου θολώνει το μυαλό με σκοπό να δοθείς εξολοκλήρου σε αυτόν. Άλλοτε, σε οδηγεί σε καταστροφή, σαν το αγκάθι εκείνου του λουλουδιού που λίγο επαφή να πραγματοποιηθεί το αίμα αρχίζει να στάζει, λερώνοντας τα υπέροχα μοτίβα ενός χαλιού.

Αυτό ακριβώς ήταν και το συναίσθημα που ένιωσε η Μαρίλια Αυγερινού όταν το αγόρι που τόσο αγαπούσε μία μέρα έφυγε δίχως να την αποχαιρετήσει. Δεν ήξερε τον λόγο, γιατί την παράτησε στα κρύα του λουτρού από την στιγμή που φαινόταν πως περνούσε καλά μαζί της; Έφτασε και σε σημείο να την ζητήσει σε γάμο, όμως, όλα τελευταία στιγμή ανατράπηκαν. Δύο μέρες πριν την σημαντική μέρα που θα ένωναν τις ζωές τους, ανταλλάσσοντας όρκους, ο Ιάσωνας χάθηκε από προσώπου γης. Ήταν σα να πνίγηκε στον βυθό της θάλασσας παρασέρνοντας τον η παλίρροια.

Πέρασαν μέρες, εβδομάδες, μήνες...και επιτέλους κατάφερε να σταθεί στα πόδια της. Στην αρχή ήταν πολύ δύσκολο, σε σημείο που πίστευε πως ήταν ακατόρθωτο. Και όμως μπόρεσε ξεχάσει έστω κι λίγο τον πρώτο έρωτα της. Μπορεί για αυτό τον λόγο να πονούσε ακόμη, διότι ήταν ο πρώτος σε όλα. Ο άντρας ο οποίος της έδειξε και τα πιο κρυμμένα μυστικά της αγάπης, αυτός που κορύφωσε τα αναμεμειγμένα και χιλιάδες συναισθήματα.

Την έφερε στα όρια της τρέλας ενός ερωτευμένου και μέσα σε λίγες ώρες, έκανε θρύψαλα την καρδιάς της. Το πάθος και η φλόγα που έκαιγε τα σωθικά της, άρχισε να σιγοσβήνει μέχρι που στο τέλος όλα μετατράπηκαν σε στάχτη. Η Μαρίλια είχε πείσει τον εαυτό της πως η φλόγα του έρωτα ήταν ατελείωτη, όμως έκανε λάθος.

Ακόμη θυμάται τα μαγευτικά του μπλε διαμάντια που την κοίταζαν με τόση λατρεία. Αν δεν την εγκατέλειπε τότε, θα πίστευε μέχρι κι σήμερα πως ήταν ερωτευμένος μαζί της.

Είχαν περάσει δύο χρόνια από εκείνη την φυγή του και ακόμη ήλπιζε ότι κάποια στιγμή θα τον συναντούσε. Της έλειπε πολύ. Παρόλο που της τρύπησε την καρδιά με αγκάθια τριαντάφυλλου, χωρίς δεύτερη σκέψη άρπαζε εκείνα τα μυτερά καρφιά και επούλωνε τις πληγές με τα απαλά πέταλα του λουλουδιού.

Έτσι όπως ήταν χαμένη στις αναμνήσεις του παρελθόντος, κάποιος την σκούντηξε ελαφρά από τον ώμο. Μετακινήθηκε από την θέση της και κοίταξε τριγύρω ταραγμένη. Όταν οι δύο μικρές μπάλες φλόγας συναντήθηκαν με τα κομμάτια αμέθυστου, ένιωσε μία ανακούφιση.

Η αδερφή της. Αν δεν ήταν αυτή μέχρι τώρα η Μαρίλια θα είχε καταρρεύσει. Τόσα χρόνια είχε ένα στήριγμα όμως μέχρι πότε; Μήπως το στήριγμα θα καταστρεφόταν κάποια στιγμή από το ίδιο το παρελθόν;

Διηγήματα Where stories live. Discover now