Κεφάλαιο 40° Τέλος

1.9K 229 150
                                    

Κάποιες μέρες, ακούω ακόμα τη σιωπή του. Μερικές φορές κάθεται σκεπτικός μπροστά από το παράθυρο . Άλλες πάλι τον πιάνω να αγναντεύει από το μπαλκόνι τον ορίζοντα. Ενώ άλλες εκεί που μιλάμε σταματάει και με κοιτάζει.
Δεν είναι εύκολο να κλείσουν οι πληγές μέσα σε λίγα χρόνια. Μυαλό είναι, κι αυτές θύμησες. Όσο κι αν κλειδώσεις τις πόρτες βρίσκουν τρόπο και δραπετεύουν...

Είχα αποφασίσει να μην γράψω ποτέ ξανά σε κανένα κομμάτι χαρτί. Μα να που το έκανα... Πήγα σήμερα και αγόρασα ένα τετραδιακι. Φρέσκο. Καινούριο. Είναι σημαντική μέρα σήμερα.
Πόσο έχουν αλλάξει όλα...
Έμαθα να κολυμπάω. Ακόμα δε το πιστεύω. Είχε για μένα μια άγρια θάλασσα στην αρχή, τότε φοβόμουν ακόμα , μα ύστερα μου έδωσε γαλήνια νερά. Με κράτησε και εγώ κράτησα εκείνον.
Όπως πάντοτε του άρεσε να λέει, πήραμε και δώσαμε.
Δεν μετανιώνω για το παρελθόν.
Γέμισα, άδειασα και καταφέραμε μαζί, να γεμίσουμε ξανά.

Πέρασαν εξι χρόνια...
Κύλησαν σαν νερό και ούτε που το κατάλαβα. Εξι ολόκληρα χρόνια που έχω να ακούσω νέα της μάνας μου.
Πήγα να την επισκεφθω μόλις με ενημέρωσε ο Κοσμάς πως τη συνέλαβαν μα αρνήθηκε να με δει. Η ποινή ορίστηκε στα τρία χρόνια με αναστολή. Δεν έμεινε ούτε μια μέρα στο κελί. Δεν αποχαιρέτησε κανένα. Μάζεψε μια βαλίτσα και εξαφανίστηκε.
Η Ξανθίππη επέμενε να ψάξω. Επέμενε πως παρά τα όσα έγιναν ήταν μάνα.
Απορώ πως γίνεται αυτή η γυναίκα να έχει τέτοιο μεγαλείο ψυχής.

Ο πατέρας μου όλο και προσπαθεί. Και η αλήθεια είναι πως τον αφήνω να μας επισκέπτεται. Έχει αλλάξει. Προσπάθησε όμως. Δεν απαίτησε συγχώρεση. Όλα τα έκανε όμορφα και ομαλά. Κινήσεις, λέξεις, πράξεις...
Ο Κοσμάς και η Μάρθα έφυγαν σχετικά γρήγορα για τη Θεσσαλονίκη μα πού και πού κατεβαίνουν και μας επισκέπτονται.

Μεγαλώσαμε... Αργήσαμε ίσως να κάνουμε κάποια πράγματα μα τα καταφέραμε. Παλέψαμε.
Κοιτάζω τους τοίχους αυτού του σπιτιού και κάτω από την όμορφη λευκή μπογιά, βλέπω ακόμα εκείνα τα γκράφιτι. Το χρώμα από τους μαρκαδόρους. Τα θραύσματα από τα μπουκάλια όταν ο Ορέστης θύμωνε. Τα πάντα...
Ότι μπορέσαμε και ζήσαμε σε εκείνο το ερημόσπιτο όπως το αποκαλούσαμε , εξακολουθεί να υπάρχει.
Πάντοτε ψάχναμε τον ιδιοκτήτη.
Κανείς δεν ήξερε... Ή τουλάχιστον εγώ και ο Άρης δε ξέραμε.
Ήταν ένα σπίτι που έδωσαν προίκα στη μάνα του Ορέστη οι γονείς της. Κατέληξε φάντασμα όμως όπως και η ίδια.

Δύο μικροί αγγέλοι.. (Υπό Επιμέλεια)Where stories live. Discover now