~Kεφάλαιο 20~

37 7 7
                                    

«Μεγαλειοτάτη, συγχαρητήρια!» της λέει ο αυτοκρατορικός γιατρός.

«Τι έγινε; Γιατί λιποθύμησα;» τον ρωτάει αφότου έχει ξυπνήσει και ο γιατρός την έχει εξετάσει.

«Μην ανησυχείτε πριγκίπισσα. Είστε ευλογημένη από τους ουρανούς με ένα παιδί στην κοιλιά σας! Ο πρίγκιπας θα είναι πολύ υπερήφανος!» της απάντησε με ένα μεγάλο χαμόγελο.

«Πώς; Αλήθεια;» ξαναρώτησε άφωνη. Δεν πίστευε στα αυτιά της.

«Μάλιστα, πριγκίπισσά μου!»

Η Αλκμήνη δεν θα μπορούσε να είναι πιο χαρούμενη, όμως κάτι την εμπόδισε από το να χαρεί παραπάνω. Πολλές σκέψεις άρχισαν να την κατακλύζουν.

Και πώς Θα γεννήσω; Θα είμαι καλή μητέρα; Θα είναι ασφαλές το παιδί μέσα στο παλάτι; Θα μας έχει και τους δυο μας μέχρι να κάνει τη δική του οικογένεια; Θα αναγκαστεί να αναλάβει ευθύνες που δεν θα θέλει; Θα είναι ελεύθερο να κάνει αυτό που θέλει; Σκεφτόταν ξανά και ξανά.

Εν τω μεταξύ, στην αίθουσα του θρόνου ο αυτοκράτορας και ο Jinhai ήταν μόνοι τους και συζητούσαν. Μέσα σε όλα τα θέματα που απασχολούσαν τον αυτοκράτορα ήταν και αυτό της διαδοχής του θρόνου. Μέσα στις προηγούμενες μέρες πετούσε υπονοούμενα ότι προόριζε τον Jinhai για την θέση αυτή, μετά από την απομάκρυνση του μεγαλύτερου πρίγκιπα. Όμως, ο Jinhai δεν είχε τέτοιες βλέψεις γι' αυτόν και την οικογένειά του.

«Λοιπόν, παιδί μου, ήρθε η στιγμή να σου πω πως θέλω να γίνεις ο διάδοχός μου. Ξέρω ότι, μπροστά στον αδερφό σου, είπες πως δεν ήθελες, αλλά πιστεύω ότι είσαι ο ικανότερος για να διοικήσεις την αυτοκρατορία μας. Λοιπόν, τι λες;» τον ρωτάει ο αυτοκράτορας όλο ελπίδα.

«Πατέρα... δε-»

«Μην μου απαντήσεις ακόμα αν πρόκειται να είναι αρνητική η απάντησή σου. Σου δίνω δύο μέρες να το σκεφτείς. Πήγαινε τώρα.» τον διέκοψε πιστεύοντας ότι έτσι ίσως αλλάξει γνώμη.

~~~

Η μέρα προχωρούσε και ο Jinhai μετά από μια βόλτα μόνος του να σκέφτεται την πρόταση του πατέρα του έφτασε στο δωμάτιο τους και είδε την Αλκμήνη ξαπλωμένη, κάτι που δεν θεώρησε συνηθισμένο, μιας και τέτοια ώρα θα ήταν έξω στον κήπο και θα έπινε τσάι. Γρήγορα έτρεξε κοντά της ξυπνώντας την ελαφρά. Εκείνη γύρισε και τον είδε να έχει ένα ανήσυχο βλέμμα. Αυτή γέλασε και του είπε:

«Μην ανησυχείς. Δεν έχω κάτι σοβαρό. Μόνο ότι περιμένω το παιδί σου.»

«Πώς; Τι; Αλήθεια;» φώναξε μέσ' την χαρά προσπαθώντας να το χωνέψει.

Δύο κόσμοι, Μία ένωση Where stories live. Discover now