ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο (IV)

81 10 93
                                    

Το πρόσωπο του Έιναρ Μπλομ έξαφνα φωτίστηκε από ένα πλατύ χαμόγελο που αποκάλυψε ως και τα δόντια του. Τα μάτια του ήταν γεμάτα έξαψη όταν κοίταξε τον Άλφρεντ μέσα στα δικά του γκριζοπράσινα μάτια.
«Σαν να παίρνεις σιγά σιγά τη σωστή απόφαση» επιδοκίμασε, ενώ στο μεταξύ η ματιά της Λίζμπεθ πηγαινοερχόταν γεμάτη τρόμο από τον άντρα της στον καπετάνιο κι από τον καπετάνιο στον άντρα της. Το πρόσωπό της σαν να έχανε σιγά σιγά το χρώμα του.
«Όχι, όχι, αυτό είναι αδύνατον!» έκανε. «Άλφρεντ, πες του κάτι! Δε μπορεί να σκέφτεσαι σοβαρά να συμμετάσχεις σ’ αυτήν την τρέλα!»
Όμως ο Νταλ δε γύρισε καν να την κοιτάξει. Τα γρανάζια του μυαλού του γυρνούσαν, πρώτη φορά προς μια κατεύθυνση τελείως διαφορετική από αυτήν που ακολουθούσαν όλη του τη ζωή• σκεφτόταν την πρόταση του Μπλομ όλο και πιο σοβαρά κάθε δευτερόλεπτο που περνούσε και ήταν αποφασισμένος, βλέποντας πως η Λίζμπεθ πολεμούσε τον καπετάνιο με όλες της τις δυνάμεις, να προσπαθήσει να μην την ακούει. Αυτή η γυναίκα, η αδύναμη κι εύθραυστη, ήταν ταυτόχρονα και ύπουλη. Γι’αυτό κι ο Νταλ ήξερε πως έπρεπε πάση θυσία να αντισταθεί στην επιρροή της, πριν να καταφέρει να του αλλάξει γνώμη σε ανύποπτο χρόνο.
«Μπλομ, άφησέ μας» απευθύνθηκε ξανά στον καπετάνιο, «κι εγώ ως το βράδυ θα σου έχω στείλει άνθρωπο στο σπίτι σου για να σε ενημερώσει για την απόφασή μου.»

Ο Μπλομ άλλαξε το ύφος του σιγά σιγά, αλλοίωσε το χαμόγελό του, ώσπου αυτό έγινε από ευτυχισμένο δύσπιστο.
«Και πού το ξέρω πώς δε θα μου τα χαλάσεις και θα προσπαθήσεις να βρεις μόνος τον θησαυρό, για να έχεις εσύ προβάδισμα μέχρι εγώ να καταλάβω πως έχεις φύγει;» ρώτησε πονηρά.
Ο Άλφρεντ Νταλ τότε γέλασε στάζοντας ειρωνεία.
«Μα φυσικά! Έχεις δίκιο! Αυτό ήταν το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα!» αποκρίθηκε. «Γιατί, βλέπεις, έχοντας χρόνια πείρα στα θαλασσινά ταξίδια και στα πλοία, θα τα κατάφερνα θαυμάσια ολομόναχος ταξιδεύοντας από τη Φιλανδία ως...»
Σταμάτησε τη ροή της φράσης του για λίγο και έστρεψε βλέμμα ερωτηματικό στον καπετάνιο.
«Πού είπαμε ότι βρίσκεται ο θησαυρός;»
«Κάπου ανάμεσα στη Δανία και τη Γερμανία• βέβαια, πιο κοντά στην πρώτη, για να είμαι ειλικρινής» απάντησε ο Μπλομ. «Εμένα μου έτυχε, βλέπεις, το μισό του χάρτη που περιέχει την τοποθεσία του θησαυρού• ωστόσο πιστεύω πως κάθε σημειωμένο λιμάνι έχει τη σημασία του, γι’αυτό και χρειάζομαι και το δικό σου κομμάτι. Εγώ χρειάζομαι εσένα, εσύ χρειάζεσαι εμένα, οπότε πού καταλήγουμε;»
«Πού καταλήγουμε;» επανέλαβε αβέβαια ο Νταλ. «Καταλήγουμε στο ότι αυτό το ταξίδι πρέπει αναγκαστικά να το κάνουμε μαζί. Αν τελικά το κάνουμε. Περίμενε την απάντησή μου, Μπλομ. Δεν έχεις τίποτα καλύτερο να κάνεις, δεν έχεις καμιά καλύτερη επιλογή.»
«Έχει!» πετάχτηκε τότε η Λίζμπεθ. «Έχετε και οι δύο καλύτερη επιλογή• να καθίσετε στα σπίτια σας και να μην κάνετε τρέλες που μπορεί να καταστρέψουν για πάντα την εικόνα μας, Άλφρεντ!» και η φωνή της έσπασε ξαφνικά ικετευτικά.

Ο Θησαυρός του Ιπτάμενου Ολλανδού #WCBC2324Место, где живут истории. Откройте их для себя