(1β) ΑΝΕΚΠΛΗΡΩΤΟΙ ΕΡΩΤΕΣ - ΜΑΡΙΑΝΝΑ: ΔΕΥΤΕΡΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ

114 16 10
                                    


Δεν τα κατάφερα.

Τον είδα να κλείνει ερμητικά την πόρτα του καμαρινιού.

Κοιταχτήκαμε από το τζάμι. Παρότι τα χείλη του κόντεψαν να εξαφανιστούν από την πίεση, το αυστηρό βλέμμα του που ευθυγραμμίστηκε με το πανικόβλητο δικό μου έλεγε τα πάντα... Δεν θα της κάνω κακό... Θέλω χρόνο μαζί της... Μην με διακόψεις Μαριάννα.

Τον είδα να γυρνά το κλειδί και τα έχασα. Γύρισα επίμονα και με θόρυβο το πόμολο για να του δείξω την αντίρρησή μου και για να ανοίξω την πόρτα, χωρίς αποτέλεσμα φυσικά. Ο γιατρός κιόλας βάδιζε προς το μέρος της. Εκείνη φορούσε το καινούριο μεσοφόρι που είχα μοντάρει το προηγούμενο μεσημέρι. Μια σύνθεση κομμένων μεταξωτών υφασμάτων και δαντέλας που συγκρατιόταν κυρίως από καρφίτσες και που δεν άφηνε και πολλά στη φαντασία ενός αρσενικού.

Φαινόταν τόσο ευάλωτη και εκτεθειμένη και εγώ ήμουν ανήμπορη να τη βοηθήσω. Το πρόσωπό της ήταν χλωμό, ανέκφραστο, μια αγαλμάτινη μάσκα που πίσω της σίγουρα έκρυβε ξάφνιασμα, σύγχυση, ντροπή και πόσα ακόμη αρνητικά συναισθήματα.
Είδα τα χέρια της να  αγκαλιάζουν το σώμα της. Μια υποτυπώδη άμυνα στην απρόσμενη εισβολή του γιατρού που μιλούσε ακατάπαυστα, κάποιες φορές κοντά στο πρόσωπό της και άλλοτε μακριά της.

Ο άντρας εξέπεμπε έναν ελεγχόμενο θυμό, ο οποίος ενίσχυε τα γωνιώδη χαρακτηριστικά του  όσο της γρύλιζε σε χαμηλούς τόνους, μα δεν κατάφερνα να ακούσω τον μακρύ μονόλογο.
Πηγαινοερχόταν αδιάκοπα, νευρικός, σαν αγρίμι σε κλουβί. Κάθε τόσο τα χέρια του σηκώνονταν με έμφαση για να συνοδεύσουν τις κορυφώσεις των λόγων του και κατόπιν έπεφταν παραιτημένα στα πλαϊνά του κορμού του, ένδειξη αγανάκτησης ίσως και απελπισίας.

Τον είδα να βγάζει το παλτό και το σακάκι του και να τα πέτα πάνω στην οριζόντια μεταλλική ράβδο με τα κρεμασμένα υφάσματα. Για μια στιγμή εντυπωσιάστηκα. Κάτω από τις στρώσεις των ρούχων του κρυβόταν ένα πολύ δυνατό σώμα. 

Αντίθετα εκείνη φαινόταν να συρρικνώνεται όσο κυλούσε η ώρα και τα λόγια του. Ήταν λεπτοκαμωμένη και έτσι ημίγυμνη έδειχνε τόσο μικροσκοπική δίπλα του. Ταυτόχρονα αυτή η γύμνια αποκάλυπτε ένα όμορφο, δροσερό κορίτσι το οποίο είχε καλυφθεί από την παρατεταμένη πένθιμη εμφάνιση. Η Θεία Ολιβια είχε δίκιο. Ήταν καιρός να τη ντύσουμε με φωτεινά χρώματα.

Αίφνης ύψωσε το πηγούνι της περήφανα, άνοιξε το στόμα της και αντέταξε μια και μοναδική απάντηση στη λεκτική επίθεση που δεχόταν ανατινάζοντας την ένταση του άντρα.

Και τότε το μυαλό μου ξύπνησε.

ΑΝΕΚΠΛΗΡΩΤΟΙ ΕΡΩΤΕΣ - ΣΟΦΙΑWhere stories live. Discover now