Chapter 15

888 74 22
                                    

 Ήταν η πρώτη μέρα που συναντήσαμε συννεφιά και βροχή στο νησί. Παρεπιπτόντως βρισκόμαστε χαμένοι σίγουρα πάνω από έξι μήνες, πράγμα που με κάνει να αποδέχομαι πως δεν υπάρχει ελπίδα ούτε ελικόπτερο να περάσει. Αλλά το καλό είναι πως έχουμε συνηθήσει πια. Ειδικά εγώ.
 Η φύση πάντα με τρόμαζε. Ακόμα και όταν πήγαινα στο εξωχικό καθόμουν όλη μέρα μέσα στο δωματιάκι και διάβαζα κανα βιβλίο χωρίς να σκεύτομαι ότι κυκλοφορούν περιβόητα ζουζούνια.
 Τώρα πια είμαστε...σχεδόν φιλαράκια.
«Τι κάνεις;» το ωμό κρέας ακουμπούσε απιλυτικά τα άσπρα δόντια του Ναϊαλ «γιατί ωμό;»
«Βαριέμαι να το ψήνω. Σιγά μωρέ, δεν έχεις φάει ποτέ σούσι;» μου είπε και συνέχισε την μπουκιά του.
 Όντως είχε δίκιο. Το σούσι περιήχε ωμό ψάρι αλλά το απεχθάνομαι ή τουλάχιστον το απεχθανόμουν. Ωστόσο χαίρομαι που απλά τρώει ωμό ψάρι και δεν έχει φτάσει σε σημείο να ξεριζώνει την πέτσα των ποντικιών - που εισβάλουν στο σπιτάκι μας κάθε βράδυ.
 «Λες να κρατήσει το σπιτάκι ή θα πλημμυρίσουμε από την βροχή;» με ρώτησε εκείνος κοιτώντας αυτήν την μία σταγόνα που έπευτε από μια μικρή τρύπα της σκεπής.
«Μην ανυσηχείς, μία τρύπα είναι» του απάντησα για να τον καθησυχάσω.
«Έχεις δίκιο» με πλησίασε αργά και μου έδωσε ένα πεταχτό φιλί. Τα χέρια του τυλίχτηκαν στην μέση μου και το σώμα του ακούμπησε το δικό μου. Μου έδωσε άλλο ένα φιλί που κράτησε λίγα δευτερόλεπτα.
«Σου έχω πει πόσο χαρούμενος είμαι που βρίσκομαι εδώ μαζί σου;» ένιωθα την ανάσα του στη δεξία πλευρά του προσώπου μου, δίπλα από το αυτί μου.
«Όχι»
«Σου το λέω τώρα» Το δεξί του χέρι ακούμπησε την αντίστοιχη πλευρά του γοφού μου.
«Εντάξει». Βρεθήκαμε στο κρεβάτι ξαπλωμένοι ακόμα κι αν η βροχή δυνάμωνε και με έκανε να τρομάζω κάθε λίγο και λιγάκι από τον ενοχλητικό ήχο που έκαναν οι σταγόνες που με ταχύτητα πέφτανε  στη στέγη.
  Tα χέρια του χαϊδευαν τα μαλλιά μου και το βλέμμα του Νι έπεφτε στο δικό μου. Έκανα μία απότομη κίνηση και έβαλα τα χέρια μου κάτω από τις μασχάλες μου για να ζεσταθούν οι παλάμες μου.
«Κρυώνεις»
«Λίγο αλλά δεν πειράζει» του χαμογέλασα για να του δείξω ότι δεν υπάρχει ανησυχία.
«Μπορώ να σου βρω κάτι να σκεπαστείς»
«Δεν χρειάζεται»
«Έλα μαζί μου!» Με σήκωσε τραβώντας το ένα μου χέρι και με έβγαλε έξω στην βροχή «Έχω κάτι να σου δείξω» έλεγε γεμάτος ενθουσιασμό. Η βροχή χτυπούσε το πρόσωπο μου και έσκυβα το κεφάλι μου ενώ ο Νι μου κρατούσε το χέρι και με τραβούσε μπροστά χωρίς εκείνος να φαίνεται πως ενοχλείτε από τις σταγόνες που έπεφταν από τον ουρανό.
«Λοιπόν που πάμε;» του φώναξα με αποτέλεσμα η φωνή μου να πέσει πάνω από την φασαρία που έκανε ο αέρας και η βροχή.
«Θα δεις» είπε «Αλλά ίσως θα πρέπει να περάσεις κάποιους λάκους με λάσπες πρώτα»
«Δεν με εμποδίζει αυτό». Έκανα ένα μικρό άλμα για να περάσω την τεράστια πέτρα που βρισκόταν κάτω από τα πόδια μου.
«Ίσως συναντήσουμε και κάποια φύδια στην πορία»
«Ούτε αυτό με εμποδίζει»
«Ίσως βρούμε και κάποια άτομα στον δρόμο»
 Σταμάτησα να περπατάω με αυτό το βιαστικό βήμμα.
«Τι εννοείς;» τον ρώτησα.
«Θέλω να σε πάω κάπου....» άρχισε να μιλάει αλλά το διέκοψα.
«Ναι το κατάλαβα αυτό»
«Άσεμε να τελείωσω» ήρθε και έπιασε τα δύο μου χέρια «Για να πάμε εκεί όμως πρέπει να περάσουμε από το χωριό.»
«Πες μου ότι δεν λες χωριό αυτό το αχούρι που ζει η Άντζελα»
Τα μαγουλά του πήραν το χρώμα του ουρανό λίγο πριν ο ήλιος βασιλέψει.
«Δεν το κάνω! Όχι με τίποτα.» του είπα και γύρισα από την άλλη για να φύγω. Το χέρι του άγγιξε τον ώμο μου και μου έφερε αντίσταση.
«Δεν θα μας δει, θα περάσουμε γρήγορα από αυτό το μέρος»
«Αυτή θα μπαστακωθεί στα πόδια μας, άστο για αύριο καλύτερα» του είπα και έβαλα τα χέρια μου πάνω από τα δικά του θέλοντας να του δείξω πως δεν με πείραξε.
«Θα το λατρέψεις αυτό το μέρος στο ορκίζομαι!» μου είπε και με φίλησε.
«Εντάξει θα το δούμε αύριο, στο υπόσχομαι» ανταπέδωσα το φιλί.
«Άκου με μωρό μου» άρχισε να μου μιλάει και τα χέρια του ακούμπησαν το πρόσωπο μου. Το άγγιγμα του πάντα με ηρεμούσε. «Βρέχει και η Άντζελα αποκλείετε να βγει στην βροχή»
«Άκουμε εσύ τώρα» είπα «Μερικά φύδια βγαίνουν στη βροχή» έκανα ένα βήμμα μπροστά και προχώρισα.
«Τι είπε το άτομο!» Ήταν όσα πρόλαβα να ακούσω μετά από τον τεράστιο κεραυνό που φώτισε τον ουρανό «Έχεις δίκιο καλύτερα να πάμε πίσω» είπε ο Νι και έτρεξε να με προλάβει. Μου έπιασε το χέρι και φίλησε τον αριστερό μου ώμο.
«Σ'αγαπάω» του είπα και του έδωσα ένα φιλί διαρκείας κάτω από την βροχή.
«Σ'αγαπάω» είπε κι εκείνος κι ένιωσα το χαμογέλο του να σχηματίζετε πάνω στα χείλη μου.
«Πάντα ήθελα φιλί κάτω από την βροχή!» φώναξε δυνατά καθώς φαινόταν απολύτως ευτιχισμένος και ελεύθερος.
«Αν δεν ήσουν σε αυτό το νησί ίσως και να μην το έκανες ποτέ!» του είπα ενώ μέσα μου ήξερα πως θα μπορούσαν να υπάρξουν καλύτερες στιγμές χωρίς να βρισκόμαστε σε αυτό το νησί.
«Λάθος» πλησίασαμε τα πρόσωπα μας τόσο πολύ που ένιωθα την ανάσα του. «Αν δεν είχα εσένα ίσως να μην το έκανα ποτέ»

To νησί των εραστώνWhere stories live. Discover now