Αλλά θα είσαι καλά

2K 270 52
                                    

ΑΛΛΆ ΘΑ ΕΊΣΑΙ ΚΑΛΆ, σου είπε ο γιατρός στο τέλος της εξήγησης του γιατί θα φύγεις από το νοσοκομείο σχεδόν ένα μήνα μετά.

Στριφογυρνάω στο κρεβάτι ανύμπορη να κοιμηθώ. Κοιτάω την ώρα στο κινητό μου.

6:32

Ξέρω ότι δεν είναι εδώ. Τα σαββατοκύριακα δουλεύει συνέχεια και ξεκινάει από Παρασκευή...

Δίχως άλλη καθυστέρηση και αφού κατάλαβα ότι δεν πρόκειται να ξανά κοιμηθώ, σηκώθηκα.

Σκέψεις στοιχιώνουν το μυαλό μου συνέχεια. Και τρέχουν, φωνάζουν, ουρλιάζουν.

Κατεβαίνω ήσυχα την σκάλα λες και θα ξυπνήσω κάποιον.

Κυριακή. Μια κενη μέρα. Τίποτα σημαντικό. Τίποτα γενικό.

Τίποτα, τίποτα, τίποτα.

Και αύριο αρχίζει άλλη μια κουραστική βδομάδα. Άλλη μια κοντά στο αναμενόμενο. Άλλη μια κοντά στην θύμηση όσων πέρασες.

Κοιτιέμαι στον καθρέφτη.

Δέρμα λευκό. Πολύ λευκό και χλωμό. Μάτια γαλάζια. Ψυχρά και χαώδεις. Χείλη λεπτά. Απαλό χρώμα. Μαλλιά μαύρα πλαισιώνουν την όλη όψη. Μακριά. Λαιμός λεπτός. Κόκκαλα ξεπετάγονται έντονα στο τέλος του. Το ίδιο και στο πρόσωπο μου.

Σήμερα θέλω να φάω.

Παίρνω το τηγάνι στο χέρι μου. Προσπαθώ. Θα θυμηθώ. Θέλω να θυμηθώ. Πρέπει να θυμηθώ.

Βγάζω μερικά αυγά και κλείνω τα μάτια. Τι έλεγε πάντα;

Και θυμάμαι. Και φτιάχνω κάτι να φάω. Είναι άνοστο. Εκείνος πάντα το έκανε πεντανόστιμο.

Αφήνω τα πάντα όπως είναι. Νιώθω αδύναμη. Όχι ψυχολογικά. Σωματικά.

Πάω στο μπάνιο. Στεκομαι μπροστά στο είδωλο μου. Με τα χέρια μου πιάνω απαλά τις άκρες της μπλούζας και την βγάζω από το σώμα μου.

Κόκκαλα, κόκκαλα, κόκκαλα.

Και δέρμα ισχνό, θαμπό, άχρωμο σχεδόν. Πλευρά λεπτά. Μερικά κόκκαλα φαίνονται ήδη. Κατάντια.

Ούτε εκείνος θα είναι χαρούμενος εκεί πάνω...

Πρέπει να παχύνω μάλλον. Φαντάζει τόσο αδύνατο να τρώω. Δεν αντέχω και εκεί πίεση.

Πατάω μια τυχαία λίστα αναπαραγωγής και βάζω τα ακουστικά μου.

Και κλείνω τα μάτια και νιώθω ένα κρύο αεράκι ίσα να ανακατεύει τα μαλλιά μου.

Και νιώθω την παρουσία. Και δακρύζω. Σιγανα. Χωρίς λυγμους ή φωνές. Με απαλά κλειστά μάτια.

Μια σουβλιά στην καρδιά. Ένα βάρος στο στομάχι.

Φόβος, φόβος, φόβος.

Όποιος ή ό,τι και αν είναι δεν θα μου κάνει κακό. Θα μου είχε κάνει ήδη.

Και νιώθω σταγόνες να πέφτουν στα ακουμπισμένα χέρια μου στα πόδια μου.

Και από εκεί να κυλάει απαλά προς τα κάτω. Και άλλο, και άλλο, και άλλο.

Και γίνονται βροχή. Μια ήρεμη βροχή. Από αυτές τις βροχές που δεν είναι από τα σύννεφα. Αλλά από πνιγμενα συναισθήματα, πονεμένες ανάγκες, πιεσμένα 'εγω' και κατεστραμμένα όνειρα.

Και δεν μπορείς να τα γυρίσεις πίσω όπως ούτε ο χρόνος δεν γυρνά...

CarnivoreWhere stories live. Discover now