Κεφάλαιο VIII

2.2K 171 9
                                    

Βγήκε έξω από το κτήριο ακόμα αλαφιασμένη . Καταρρακτώδης βροχή καθιστούσε αδύνατη κάθε μετακίνηση της . Έπρεπε να είχε πάρει ομπρέλα σκέφτηκε απογοητευμένη με την σημερινή της ατυχία . Ποσα στραβά θα μπορούσαν να της συμβούν ακόμη ;
Γύρισε να κοιτάξει την είσοδο πίσω της . Ήταν άδεια , που σήμαινε πως κανένας δεν θα της δάνειζε την ομπρέλα του . Ξεφυσιξε καθώς κατάλαβε πως έπρεπε να βραχεί μέχρι το κόκκαλο μέχρι να γυρίσει στο διαμέρισμα της .
Με ένα της βήμα βρισκόταν απροστάτευτη μπροστά στον μανιασμένο καιρό .
'Να τι δεν μου είχε λείψει από το Λονδίνο' σκέφτηκε κατσουφιασμενη καθώς ήδη η βροχή είχε ποτίσει τα ρούχα της .

'Ω θεοί που προστατεύετε φοιτήτριες που προσπαθούν να πάρουν το μεταπτυχιακό τους ,κάντε να μην πάθω πνευμονία .' Μουρμούριζε συνεχώς από μέσα της ,σαν να έλεγε προσευχή .
Το πεζοδρόμιο ήταν αδειο , όχι πως θα τολμούσε κάποιος λογικός να βρεθεί στο μέσο ενός κατακλυσμού . Ήταν η μόνη ανώμαλη προφανώς .
Ο μανιασμενος αέρας έκανε την βροχή να χτυπάει δυνατά το κορμί της . Τα μαλλιά της είχαν κολλήσει πάνω στο πρόσωπο της , φαινόταν αξιολύπητη .
Προσπάθησε με την  παλιά της τσάντα να προστατέψει το σώμα της , όμως η βροχή ήταν δυνατότερη της , γκρέμιζε τις αντοχές της .
Ο ήχος μιας κόρνας , έσπασε τηβ σιωπή κάνοντας τηβ να γυρίσει για να αντικρυσει τον δαίμονα της .
«Μπες μέσα και γρήγορα .» Η σοβαρή φωνή του την έκανε να ανατριχιάσει . Ίσως όμως να ήταν και από το κρύο .
«Καλύτερα να πεθάνω από το κρύο παρα να μπω σε αυτό το αμάξι ξανά .» Ψέλλισε στον εαυτό της , έτοιμη να απομακρυνθεί .
Η πόρτα του μαύρου σπορ αμαξιού άνοιξε με δύναμη και ο Αλεξ βγήκε κρατώντας μια ομπρέλα στο χέρι του , την οποία κουνούσε νευρικά από τον εκνευρισμό του . Με το ελεύθερο του χέρι την άρπαξε βίαια από τον αγκώνα κάνοντας την Αριάδνη να γυρίσει απότομα προς το μέρος του και να μορφασει από το πόνο . Τα μάτια της πετούσαν σπίθες καθώς ο θυμός της υπέρχιλιζε επικίνδυνα . Προσπάθησε να ελευθερωθεί Μα κάθε της προσπαθεία απεβει μη δυνατή για να το καταφέρει . Περνώντας μια βαθειά ανάσα προσπάθησε να συγκρατήσει τον εαυτό της . Να συνεχίσει να παριστάνει την ανίδεη . Γιατί αλλιώς δεν θα την έσωζε τίποτα .
«Κυριε καθηγητά .... προτιμώ να πάω με τα πόδια στο σπίτι μου .» Είπε σιγά διαλέγοντας όσο πιο προσεκτικά μπρουσε τηβ κάθε της λέξη έτσι ώστε να μην φανερώνει κανένα συναίσθημα .
«Θέλεις να αρρωστήσεις;» Της απάντησε έντονα χωρίς να χαλαρώσει την λαβή του .
«Ναι ...πολύ θα ήθελα μια πνευμονία στα μέσα του Σεπτέμβρη .» Η φωνή της έσταζε δηλητήριο και ειρωνία , τον μισούσε τόσο πολύ , όσο τον είχε ερωτευθεί τότε .
Είχε όμως ξεπεράσει τον έρωτα της ; Ούτε η ίδια μπορούσα ν το απαντήσει .
«Μην γίνεστε πεισματάρα δεσποινίς Γουάιτ . Αφήστε με να σας αφήσω στο σπίτι σας. Έτσι θα είμαι και εγώ πιο ήσυχος .»
Τα καστανα , σχεδόν μαύρα μάτια του την κάρφωναν με το βλέμμα τους όπως κάθε φορά . Αυτό τι βλέμμα στο οποίο ελιωνε σαν παγωτό το μήνα Αύγουστο . Έστρεψε το βλέμμα της άλλου προσπαθώντας να μείνει ανεπιρρεαστη .
Το κράτημα του είχε χαλαρώσει γύρω απ Ότο χέρι της , πλέον την κοιτούσε με ενδιαφέρον . Κάθε ίχνος θυμού είχε εξαλειφθεί μαζί με την έντονη βροχή .
«Επιμένω να πάω μόνη μου κυριε .»
«Αν λείψεις έστω και μια φορά από το μάθημα μου θα σς αφήσω να είσαι σίγουρη .»
Τα μάτια της Αριάδνης άνοιξαν διάπλατα , τον κοιτούσαν σοκαρισμένα.
«Δεν θα το κάνατε αυτό ..» του είπε πολύ σοβαρή , και τρομοκρατημένη .
«Ω Μα φυσικά και θα το έκανα .» Της είπε με ενα γελακι να κάνει εμφανή τα λευκά του δόντια .
«Μπείτε τώρα στο αμάξι δεσποινίς Γουάιτ . Μη νέα κάνετε να χάσω περισσότερο απ ο τον πολύτιμο μου χρόνο .»
Η κοπέλα προχώρησε προς το όχημα παραδομένη . Τον είχε αφήσει να νικήσει για ακόμη μια φορά . Η τελευταία υποσχέθηκε στον εαυτό της . Κοίταξε διστακτικά τα δερμάτινα καθίσματα . Τα βρεγμένα της ρούχα και το μουλιασμένο της σακίδιο σίγουρα θα τα λέρωναν . Μπήκε με καθίζοντας όσο πιο απαλά μπορούσε πάνω στο ακριβό υλικό , νιώθοντας άπειρες τύψεις για τα λεφτά που θα έπρεπε να ξοδευτούν για την αντικατάσταση τους .
Το κλειδί μπήκε στη μίζα και το αυτοκίνητο μαζί με μερικά ακόμη κατηφοριζε τους βροχερους δρόμους της πόλης .
Η απαλή μουσική από την lacrimosa γέμιζε την άβολη σιωπή ξυπνώντας την Αριάδνη αναμνήσεις που ήθελε να πεθάνουν .
Ήταν το αγαπημένο του τραγούδι , και το δικό της . Ένα από τα κοινά πάθη που μοιραζόταν . Ένα τραγούδι που είχε να ακούσει 7 χρόνια . Προσπάθησε να καταπνίξει τηβ επιθυμία της να το κλείσει και έστρεψα την προσοχή της στο δρόμο .
Η υπόλοιπη πορεία τους κύλησε ήρεμα , με εκείνη βα μιλάει μονο για να του δώσει οδηγίες και εκείνον να γνέφει .
Το ακριβό αμάξι σταμάτησε ελάχιστα λεπτά αργότερα κάτω από τηβ παλιά της πολυκατοικια , και εκείνη βγήκε έξω ψελλίζοντας ένα απλό ευχαριστώ .
Γύρισε να τον κοιτάξει . Δνε είχε παρατηρήσει πως όση ώρα μιλούσε μαζί της στη μέση του δρόμου είχε γίνει κι εκείνος μούσκεμα μέχρι το κόκαλο . Αμέσως μια ανεξήγητη ανησυχία και ένα ενδιαφέρον κατέλαβαν κάθε λογική στο σώμα της .
«Μπορείς ... εννοω μπορείτε να ...να έρθετε ...λίγο πάνω μέχρι να στεγνώσετε .θα νιώθω άσχημα εάν αρρωστήσετε .»
Ο όμορφος άντρας την πέταξε για λίγο και έπειτα συμφώνησε χαρωπά βγαίνοντας μαζί τη απ Ότο αμάξι .
Την ακολούθησε μέχρι την είσοδο της πολυκατοικίας , περίμενε υπομονετικά καθώς έψαχνε τα κλειδιά της στο σακίδιο της ,ενώ παρατηρούσε τα παλιά παπούτσια της σημείο όντας στο πίσω μέρος του μυαλού του να τα αντικαταστήσει το συντομότερο .
Η πολυκατοικια ήταν τόσο παλιά που δεν διάθετε ούτε ανελκυστήρα όποτε οι  δυο τους αναγκάστηκαν να ανέβουν έναν καιολου αμελητέο αριθμό από σκάλες μέχρι να βρεθούν έξω από το μικρό της διαμέρισμα .
Μπαίνοντας μέσα , η μικρότητα του χώρου και η έλλειψη των βασικών βιοποριστικών αγαθών τον έκαναν να μορφασει ενοχλημένος .
Οι ξεφλουδισμένες τι οι ποτισμένοι με υγρασία , η ανύπαρκτη κουζίνα , τα σπασμένα τζάμια .
Οποίος και εάν νοικιάζε το διαμέρισμα τη είχε σίγουρα κοροϊδέψει . Ήταν σχεδόν αδύνατο κάποιος να μείνει σε ένα τέτοιο μέρος . Το βλέμμα του έπεσε Σε ένα βάζο γεματο με ανθισμένες ορχιδέες , κάτι που τον έκανε να χαμογελάσει . Το απαλό του μοβ χρωμα έδινε την μοναδική ζωντάνια στο χώρο . Όλα τα αλλά έμοιαζαν ωχρά με την ζωή αποσταγμένα από μέσα τους . Όπως ήταν και η ίδια .
«Μπ..μπορειτε να ...καθίσετε  εδώ πέρα ... θα σας φέρω πετσέτες και θα σας φτιάξω τσαι .. μήπως θελετε καφέ ;»
Γύρισε προς το μέρος της κοιτάζοντας την με εάν φρύδι ανυψωμένο.
«Έχεις μηχανη του καφέ ;»
«Όχι .. όμως θα μπρουσα να πεταχτώ μέχρι το καφέ στη γωνία και να σας  πάρω έναν ... δηλαδή εάν το θέλετε  .»
«Είσαι τρελη ; Νομίζεις πως θα σε αφήσω να βγεις με αυτή τη βροχή έξω ; Το τσαι είναι μια χαρά .»
Την παρακολούθησε καιως έφευγε ντροπιασμενη από το οπτικό του πεδίο . Μπρουσε βα καταλάβει την νευρικότητα της . Δεν ήθελε να του δείξει το σπίτι της . Ήταν προφανώς κάτι για το οποίο δεν έδειχνε να είναι και πολύ υπερήφανη .
Είχε θυμώσει πολύ μαζί της σήμερα .
Αρχικά γιατί προσποιούνταν πως δεν τον θυμόταν , και μετά γιατί όπως φαινόταν δεν πρόσεχε καν τον εαυτό της . Το μέρος δνε είχε καν κουζίνα για να μαγειρέψει . Ένας θεός γνώριζε ποσσς μέρες είχε να φάει κανονικό γεύμα .
Κάθισε σε έβαλαν από τους ετοιμόρροπους καναπέδες περιμένοντας την .
Γύρισε κοντά του λίγο αργότερα αγου είχε αλλάξει όρθια και είχε τύλιξε με μαι πετσέτα τα βρεγμένα μαλλιά της .
Του παραχώρησε ένα ζευγάρι πετσέτες με ευγένεια .
Ο καρπός της αρπάχτηκε απαλά από το δικό του δυνατό χέρι φέρνοντας τη κοντά του .
Σε μια ένδικη αντιστάσεις τα παιδιά της λύγισα και πλέον βρισκόταν γονατισμένη και λίγα μον ο εκατοστά μακρυά του . Είχε μείνει να τον κοιτάζει Σάμπως χαζεμενη .
Με το άλλο του χέρι χάιδεψε μερικές τούφες απο τα μαλλιά της που είχαν πλέον απελευθερωθεί από τον πετσέτα και της χαμογέλασε με πάθος .

«Πως γίνεται να έχεις ομορφινει τόσο πολύ Βεατρίκη ;»
Είπε στο με αυτό του Μα η Αριάδνη μπόρεσε να τον ακούσει ....

Χελοου !!  Καινούργιο κεφάλαιο εδώ . Μπορώ να πω πως νου αρέσει αρκετά
Αρχικώς λοιπόν θέλω να το απολαύσετε .
Και έπειτα θέλω να σας ευχαριστήσω όλους τόσο πολύ που διαβάζετε αυτή τη ιστορία .
Σήμερα έμαθα πως έχει φτάσει την ένατη θέση στη κατηγορία Μυστηριο και πραγματικά δεν το πίστευα με τίποτα .
Ότι και να πω θεωρώ πως είναι πολύ λίγο . Δεν ξέρω πως να περιγράψω την χαρά μου. Τίποτα δεν θα γίνονταν δίχως εσάς όποτε σας υπέρ ευχαριστώ όλους .
Ελπίζω να απολαύσετε το κεφάλαιο .
Επίσης τα Χριστούγεννα είναι πραγματικά μια ανάσα μακρυά μας (μόνο 13 μέρες 😊😊😊) γι αυτό ετοιμαστείτε γιατί πολλά κεφαλαία θα έρθουν μέσα στις γιορτές

Συμβόλαιο θανάτου #TYS18Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα