Κεφάλαιο 18

7.2K 295 11
                                    

«Αρηη»
«Άρη ξυπνα.. θα αργήσουμε»
«Τι έγινε;»
«Σε πήρε ο ύπνος»
«Τι ώρα είναι;»
«Έχει περάσει από 8»
«Καλά σηκώνομαι»
«Τώρα» του είπε και βγήκε από το δωμάτιο του.
Κατέβηκε στην κουζίνα να του φτιάξει καφέ και μετά από λίγο κατέβηκε και εκείνος.
«Ευχαριστώ» της είπε και πήρε τον καφέ.
«Τον θεό που με έκανε καλό άνθρωπο»
«Και όχι μόνο» είπε και ήπιε μια γουλιά από τον καφέ του.
«Τι εννοείς;»
«Κάτι δικα μου λέω μην δίνεις σημασία» της είπε και γέλασε.
«Καλά γενικά δεν σου δίνω σημασία»
Ανέβηκε να πάρει την τσάντα της και όταν κατέβηκε ξανά κάτω ήταν και ο Άρης έτοιμος και έφυγαν.
«Έμ τι γίνεται εδώ;»
«Όχι ρε γαμωτο» είπε η Αφροδίτη.
«Τι;»
«Η μαμα πήγε το αυτοκίνητο της εχθές στο συνεργείο για μια βλάβη δεν κατάλαβα... έχουν πάει στην δουλειά με του Πέτρου»
«Το καταλαβαίνεις ότι πρέπει....»
«Όχι»
«Αφροδίτη μην κανεις σαν μωρό»
«Είπα όχι... θα πάω με το λεωφορείο»
«Θα χάσεις το διαγώνισμα»
«Γαμωτο»
«Έλα πάμε»
«Όχι»
«Ρε κοριτσάκι μου είναι απλά μια μηχανή... τι φοβάσαι;»
«Δεν ανεβαίνω σε αυτό το πράγμα» είπε και τότε κατάλαβε ότι είχε αρχίσει να κλαίει.
«Κλαις;» Την ρώτησε και εκείνη του γύρισε την πλάτη.
«Αφροδίτη» είπε και την γύρισε προς το μέρος του.
«Ει; Τι συμβαίνει;»
«Δεν ξέρεις... για αυτό δεν έχεις δικαίωμα να μιλάς»
«Ωραία θες να μου πεις να μάθω και εγώ;»
«Τις λάτρευα τις μηχανές... είχε και ο μπαμπάς μου... όταν είχε καλό καιρό παντού πηγαίναμε με αυτή... και ο μπαμπάς επίσης... δεν την αποχωριζόταν ποτε»
«Κάτσε ρε Αφροδίτη φοβάσαι να ανέβεις επειδή θυμάσαι τον πατέρα σου;»
«Όχι Άρη.... φοβάμαι να ανέβω γιατί ο πατέρας μου πέθανε σε τρακάρισμα οδηγώντας μηχανή.... και εγώ ήμουν μαζί του»
«Τι;»
«Τότε μέναμε στο παλιό μας σπίτι... ξέρεις εκεί κοντά δεν έχει κίνηση οι δρόμοι είναι πιο στενοί... πηγαίναμε για μπάσκετ..... δεν προλάβαμε... ένα αυτοκίνητο παραβίασε το στοπ σε μια διασταύρωση με υπερβολική ταχύτητα και μας πέταξε εκτός δρόμου... Εγώ φορούσα κράνος ήμουν καλά. Ο μπαμπάς μου δεν είχε κράνος... το έδωσε σε εμένα... το δικό του είχε σπάσει.... έπρεπε να σκεφτεί... έπρεπε να φανταστεί... είδα τον πατέρα μου να πέφτει... χτύπησε... χτύπησε πολύ στο κεφάλι... πέθανε επιτόπου...το χτύπημα ήταν σοβαρό.... Είδα τον πατέρα μου να πεθαίνει... και εγώ δεν μπορούσα να κάνω τίποτα γιατί δεν μπορούσα να κουνηθώ»
«Έλα εδώ» της είπε και την αγκάλιασε σφιχτά.
Του ανταπέδωσε την αγκαλιά... Την είχε ανάγκη.
«Έλα μην κλαις» της είπε και σκούπισε τα δάκρυα της. «Θα πάμε με το λεωφορείο έλα»
«Όχι... θα χάσω το διαγώνισμα...»
«Δεν είναι ανάγκη... θα έρθω στο σχολείο και θα σε δικαιολογήσω»
«Δεν χρειάζεται...πάρε κράνος και τα δυο... και πάμε» του είπε και εκείνος υπάκουσε..
«Δεν είναι ανάγκη να το κανεις αυτό»
«Πολλά λες» του είπε και πήρε το κράνος από το χέρι του.
«Τι περιμένεις;» Είπε και φόρεσε το κράνος της.
Έβαλε και εκείνος το δικό του ανέβηκε στην μηχανή.
«Θα ανέβεις;» Την ρώτησε.
«Ναι» είπε και ανέβηκε.
Η καρδιά της χτυπούσε και ασυνείδητα έσφιξε τον Άρη.
Εκείνος χαμογέλασε χωρις εκείνη να το καταλάβει και ξεκίνησε.
Έτρεμε την καταλάβαινε. Την ένιωθε.
«Μην τρέχεις»
«Δεν τρέχω»
«Τρέχεις»
«Μάλλον έχεις πολύ καιρό να ανέβεις σε μηχανή για αυτό το λες»
Δεν του απάντησε και τον έσφιξε ακόμα περισσότερο.
«Φτάσαμε... μπορείς να με αφήσεις» της είπε και εκείνη άνοιξε τα μάτια της που τόση ώρα είχε κλειστά.
Έβγαλε το κράνος της και κατέβηκε από την μηχανή.
«Νταξει είσαι;»
«Εεεε ναι ναι»
«Σίγουρα;»
«Ναι... ναι... ήταν καλύτερα από ότι θυμόμουν»
«Πήγαινε τώρα γιατί θα χάσεις το διαγώνισμα και μετά εγώ θα τα ακούσω»
«Ναι σωστά... ποιος άλλος θα τα άκουγε» είπε γελώντας.
«Καλό μάθημα» της είπε και εκείνη μπήκε μέσα... Είχαν ήδη ξεκινήσει να μπαίνουν στις τάξεις αλλά πάλι καλά εκείνη πρόλαβε να μπει πριν τον καθηγητή γιατί ήταν στριμμένος.
Ένιωθε πολύ ανακουφισμένη... Επειδή μίλησε... επειδή τα έβγαλε από μέσα της. Ακόμα και αν τα είπε στον Άρη... Μάλλον αυτό ήταν που χρειαζόταν... Να μιλήσει και να τα βγάλει από μέσα της... Έστω και στον Άρη... Ήταν καλός ακροατής.
«Θα σε πάω σπίτι;» Την ρώτησε ο Παναγιώτης στο σχόλασμα.
«Εεε όχι μωρε... σήμερα θα έρθει ο Άρης»
«Εμμ οκ... θα τα πούμε»
«Ναι φυσικά και θα τα πούμε»
«Να σου πω... το Σάββατο θα περάσεις από το σπίτι;»
«Γιατί; Πάλι οι δυο μας θα είμαστε;»
«Από όσο ξέρω ναι»
«Καλά... θα δω τι μπορώ να κάνω και αν θα μπορώ να ξεφύγω από την μαμα»
«Είμαι σίγουρος ότι κάτι θα κανεις»
«Θα το σκεφτώ» είπε και όταν βγήκαν από το σχολείο του έδωσε ένα πεταχτό φιλί και μετά έστειλε αρον Άρη να έρθει να την πάρει. Ήταν εκεί μετά από πέντε λεπτά.
«Πως και έτσι σήμερα; Δεν ήταν εδώ ο μορφονιος;»
«Άρη»
«Καλά δεν τον είπα και τίποτα»
«Να μην μιλάς καν για αυτόν»
«Γιατί στον έθιξα;»
«Θες να τσακωθούμε πάλι;»
«Δεν θα με χαλούσε»
«Πάμε σπίτι.. τώρα» είπε και έβαλε το κράνος της ανεβαίνοντας στην μηχανή.
Έφτασαν στο σπίτι και μπήκαν μέσα χωρις να μιλήσουν.

My Step Brother Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα