48

247 42 1
                                    

Το ξυπνητήρι της Τζιλ χτύπησε ακριβώς στις εννιά. Η κοπέλα που κοιμόταν βαθιά λόγω της κόπωσης άργησε πολύ να προσανατολιστεί αφού άνοιξε τα μάτια της. Στην αρχή το έψαχνε στο κομοδίνο νομίζοντας πως ήταν στο δικό της σπίτι πίσω στην αγγλία. Κατέληξε να πετάξει κάτω διάφορα μπιμπελό καθώς και μια κρέμα ματιών για τη νύχτα αλλά κι ένα ασετόν που είχε χρησιμοποιήσει λίγο πριν ξαπλώσει. Τέλος, το βρήκε και το απενεργοποίησε. Το τραγούδι που είχε επιλέξει ο Ραλφ να παίζει δεν της άρεσε καθόλου και χάρηκε όταν σταμάτησε ο ήχος. Αν της περνούσε από το χέρι θα κοιμόταν τουλάχιστον για δύο επιπλέον ώρες, όμως αυτό ήταν αδύνατο διότι ο Ραλφ είχε κανονίσει να πάνε να επισκεφτούν τον Μπράντον Κόρενταλ στο εργαστήριο του. Όπως είχε ακούσει η Τζιλ χθες, θα τους έδειχνε κάτι στον πίνακα που κοσμούσε το γραφείο του Ραλφ στο Λονδίνο. Της είχε αρέσει πολύ τότε που τον είδε πριν τον πάρουν και το παραδέχτηκε στον εαυτό της πως ανυπομονούσε κιόλας να ακούσει τον ειδικό να τους μιλάει για την ιστορία του. Καθώς πήγε στο μπάνιο για να κάνει ντους θυμήθηκε όλα όσα έγιναν χθες και η διάθεση της καταποντίστηκε. Τα είχε χάσει όλα και κανέναν τρόπο δεν έβλεπε για να πετύχει την ανάκτηση τους. Βέβαια εκείνος της είχε υποσχεθεί πως θα της γύριζε τα τηλέφωνα την τελευταία μέρα της παραμονής της σε κάποιο από τα σπίτια του αλλά τι νόημα θα είχε κι αυτό τότε; Ο Αλεξάντερ είχε πολλές προσδοκίες, κι όλα είχαν αρχίσει τόσο καλά... Μετά που έκαναν έρωτα στο σαλόνι, ο Ραλφ την άφησε να δει ξανά τους χώρους του σπιτιού και πήγε για λίγο στη βιβλιοθήκη για να κάνει ορισμένα τηλέφωνα. Η Τζιλ απελπισμένη τριγύριζε από εδώ κι από εκεί, μέχρι την ώρα που ανέβηκε ξανά στο δωμάτιο της για να ετοιμαστεί για τη βραδινή τους έξοδο. Είχε φορέσει πειθήνια και την καρφίτσα του και τα ζαφειρένια σκουλαρίκια αδιαφορώντας για το αν ταίριαζαν μεταξύ τους. Ο Ραλφ την πήγε στο καλύτερο και πιο φημισμένο εστιατόριο της πόλης, κι εκεί απόλαυσαν τα νοστιμότερα ζυμαρικά του κόσμου, καθώς κι ένα άλλο φανταστικό κρασί. Μετά, έφαγαν παγωτό περπατώντας στα δρομάκια χαζεύοντας τους τουρίστες, κι αργότερα επέστρεψαν στη βίλα. Εκεί, της έκανε ξανά έρωτα και πάνω στον ερωτικό του παροξυσμό την φώναξε τρεις φορές ατζελίνα. Δε μπήκε καν στον κόπο να τον διορθώσει αφού το μόνο που την ένοιαζε ήταν να πάει για ύπνο. Όσο κι αν δεν έφταιγε, ποτέ δε θα το συγχωρούσε στον εαυτό της αυτό που είχε πάθει. Ο άνδρας πάντως λίγο πριν της πει καληνύχτα, της πρότεινε να μείνει στο σπίτι αν ήθελε αντί να ξυπνήσει έτσι νωρίς για να τον συνοδεύσει. Στην αρχή σκέφτηκε να το κάνει για να προσπαθήσει να συνδεθεί από κάπου στο ίντερνετ, αλλά κατάλαβε πως δεν είχε ελπίδα επιτυχίας αφού λογικά κάποιος από τους υπηρέτες θα την παρακολουθούσε και θα μετέφερε στον ιδιοκτήτη του σπιτιού την κάθε της κίνηση. Έτσι του αποκρίθηκε πως την ενδιέφερε κι εκείνη ο πίνακας και πως θα ήταν έτοιμη στην ώρα της. Ντύθηκε απλά, με παντελόνι και πουκάμισο σε μια καφετιά γήινη απόχρωση και βάφτηκε ελάχιστα. Μάζεψε ψηλά τα μαλλιά της κι έβαλε λίγο από ένα διακριτικό άρωμα βανίλιας και κέδρου. Τέλος, κατέβηκε κάτω για να τον συναντήσει. Τον βρήκε στην κουζίνα να απολαμβάνει ένα μεγάλο πιάτο γεμάτο με γλυκές τηγανίτες. Της χαμογέλασε στη στιγμή δείχνοντας της την καρέκλα που ήταν βαλμένη απέναντι στη δική του. Η Τζιλ κάθισε επιστρέφοντας του το χαμόγελο.

Η σαγήνη των ρόδωνWhere stories live. Discover now