~Δεν έχουν κανέναν!~

39 7 0
                                    

Συνεχίζει να μας μιλάει ο Άλεξ

21/3/20

Ξύπνησα και μόλις θυμήθηκα τα χθεσινά άρχισα να κοπανάω το κεφάλι μου στον τοίχο! Την είχα χθες κλειδωμένη μέσα σε ένα δωμάτιο, βασικά, είχα κοπέλα σε δωμάτιο με ευκαιρία να την πηδήξω και δεν το έκανα;!

Γιατί; Ήθελα πολύ να την πηδήξω και πριν και μετά που χωρίσαμε.
Ευτυχώς όμως, για εμένα, μετά αφού τελείωσα την μπύρα μου, ήρθαν μέσα τα αδέρφια μου και γαμήσαμε πολλές. Μπήκα σε συμμορία. (ναι ξέρω πολύ συνηθισμένο είναι σε ιστορίες) Με δέχτηκαν εξαιτίας του ξαδέρφου μου του Θανάση. Με δοκίμασαν σε διάφορες μαλακίες και μετά με δέχτηκαν. Σίγουρα βοήθησε ο Θανάσης αφού όταν είπα πως θέλω να μπω ήταν αρνητικοί όλοι. 

Μόλις βρίσκω τα ρούχα μου κάτω από τον καναπέ ανοίγω την πόρτα να φύγω χωρίς να ξυπνήσω την γκόμενα. Για κακή μου τύχη ξύπνησε.

"Δεν θα κάτσεις για έναν πρωινό γύρω;" με ρωτάει και μου δείχνει τα βυζιά της με τις κινήσεις της.
"Όχι!" λέω γρήγορα "πόση ώρα με κοιτούσες;" ρωτάω 
"αρκετοί για να καταλάβω πως δεν είσαι ποια καυλωμένος. Θέλω να σε κάνω!" λέει την τελευταία πρόταση ψιθυριστά και δαγκώνει το αφτί μου, μόλις σηκωθεί και τρίβεται γυμνή επάνω μου.
"Εγώ όχι! Έχω ποιο σημαντικά πράγματα να κάνω από εσένα" λέω και βγαίνω από την αποθήκη.

Πάω σπίτι με τα πόδια και φτιάχνω καφέ. Ξαφνικά κατά τις 3 το μεσημέρι χτυπάει το κουδούνι. Ανοίγω και κλείνω την πόρτα αμέσως μόλις αντικρίζω το πρόσωπο μιας πουτάνας. Μιας πουτάνας που αγάπησα και με πρόδωσε. Ξέρετε γιατί; Γιατί αυτό κάνουν οι πουτάνες! Εκτός από το ότι γαμιούνται, γαμάνε τα συναισθήματα των ανθρώπων.

Το πόδι της ανάμεσα στην κάσα και την πόρτα με εμποδίζει από το να της κλείσω τον δρόμο. Οπότε αναγκάζομαι να κάνω στην άκρη για να περάσει. 

Μπαίνει και επεξεργάζεται τον χώρο. Δεν θυμάμαι να έχει ξανάρθει. Κάθομαι σε έναν καναπέ και της δείχνω τον άλλον για να καθίσει και εκείνη. Μετά μιλάει
"Ξέρεις γιατί ήρθα" λέει ήρεμα, κοιτώντας το πάτωμα
"Δυστυχώς. Αλλά σε παρακαλώ, διαφώτισε με για τις πουτανιές σου" λέω ειρωνικά αφού ξέρω πως για αυτό θέλει να μιλήσουμε
"Ξέρω πως έγινα τσουλάκι" λέει με ντροπή. Με ντροπή που δεν ένιωθε πριν από λίγες μέρες "Αλλά απλά δεν ήθελα να χάσω κανέναν από την ζωή μου" δικαιολογεί τις πράξεις της
"Και αποφάσισες να γίνεις πουτάνα για αυτό; Για να μην χάσεις κανέναν;" λέω ειρωνικά (ξανά) "και σου λέω το μυστικό τους, που δεν χάνουν κανέναν, δεν έχουν κανέναν. Σε αντίθεση με εσένα..."
"Συγγνώμη! Ήξερα πως είναι λάθος..." την διακόπτω
"Αλλά το έκανες! Το ρίσκαρες! Κι έχασες!"
"Δεν θέλω να χάνω ανθρώπους!" λέει και δάκρυα απειλούν τα μάτια της
"Έτσι γίνεται! Χάνεις έναν για κάποιον άλλον! Αποφασίζεις ποιον θες να κρατήσεις και χάνεις το άλλο πρόσωπο! Έτσι ήταν πάντα δεν θα έρθεις εσύ να το αλλάξεις!" λέω και δυναμώνω λίγο τον τόνο μου
"Με συγχωρείς!Απλά... απλά θόλωσα!" κυλάει το πρώτο δάκρυ. Γαμώτο!
"Με συγχωρείς!" αντιγράφω την φωνή της "αλλά πρέπει να φύγεις!" λέω απλά.
"Άσε με να σου εξηγήσω γιατί!" φωνάζει κι χάνω τον αριθμό των δακρύων! Των δακρύων που προκάλεσα
"Φύγε" λέω και κοιτάω κάτω για να μην την βλέπω να κλαίει. Σηκώνομαι και της ανοίγω την πόρτα για να βγει.

Έρχεται δίπλα μου και με κοιτάζει... Με όλη της την δύναμη με πετάει και με κολλάει σε μια γωνία. Μόλις την κοιτάξω όλο το κλάμα, η λύπη, τα δάκρυα έχουν χαθεί. Κυριαρχεί η θέληση, που δυστυχώς έχει μεγάλη.

"Σε θέλω! Και με θες!" λέει και ενώνει τα χείλι μας. Όχι με το γνωστό απαλό, ήρεμο φιλί της. Αλλά με ένα που μου δείχνει πόσο με θέλει και με έχει ανάγκη. Πόσο με αγαπάει και θέλει να με χορτάσει πριν φύγει. Κατάλαβα πως δεν πρόκειται να ξανάρθει.

Την απομακρύνω

"όχι!" λέω και με κοιτάζει σε φάση 'ναι καλά'
"Αφού με θες!" λέει με απόλυτη σιγουριά και με ξαναφιλάει. Κάνω τα 'θέλω' της πραγματικότητα για μια στιγμή και την σηκώνω επάνω μου. Της κρατάω τον σφικτό κώλο της και τις δημιουργώ πιπιλιές στον λαιμό. Την πετάω με δύναμη στο κρεβάτι από τον θυμό μου, που δεν μπορώ να της αντισταθώ.

Με απότομες κινήσεις την γδύνω και με γδύνει. Κάνω τα δικά μο

Κολλημένοι στο 'Φίλοι'Where stories live. Discover now