Chapter 1

340 52 45
                                    

Υποτίθεται ότι θα ήταν άλλη μία συνηθισμένη μέρα στο δικηγορικό γραφείο στο οποίο δούλευε. Άλλη μια μέρα, άλλη μία δίκη. Άλλη μία νίκη; Ίσως. Αυτό που σίγουρα δεν περίμενε ήταν να ξανασυναντήσει αυτήν. Την γυναίκα που τους κατέστρεψε όλους. Αλλά ας τα πάρω από την αρχή.

***

“Αθηνά Κομνηνού. Αυτό είναι το ονομά μου. Θα τα καταφέρω.” Μονολόγησε, κοιτώντας την αντανάκλασή της στον καθρέφτη, καθώς προσπαθούσε να εμψυχώσει τον ίδιο της το εαυτό, να τον πείσει γι’αυτό που επρόκειτο να κάνει. Δυστυχώς για εκείνη, τα λόγια που άφησε να κυλήσουν απο το στόμα της, δεν τα είχε ακούσει μόνο η ίδια.

“Τρελάθηκες, τελικά, ε; Και πολύ το άργησες.” Την κορόιδεψε ο Φίλιππος, καθώς την περίμενε στο σαλόνι, ενώ εκείνη ετοιμαζόταν.

“Ρε ηλίθιε, μ’ακούς; Γιατί δεν είπες κάτι;”

“Και να διακόψω τον ειρμό της σκέψης σου; Ντροπή!” Γέλασε με όλη του την καρδιά και η Αθηνά άκουσε τα βήματα που ηχούσαν όλο και πιο δυνατά, γεγονός που σήμαινε ένα μόνο πράγμα. Είχε αρχίσει να πλησιάζει προς το δωμάτιό, όπου βρισκόταν η Αθηνά.

“Μη! Μην μπεις. Είμαι γυμνή.” Τον απείλησε φωνάζοντας, αλλά εκείνος δεν δίστασε.

“Δεν με τρομάζουν εμένα οι απειλές σου.” Είπε και μπήκε μέσα, όπου την βρήκε να έχει τυλιχτεί με το ροζ μπουρνούζι της όπως-όπως, στην προσπάθειά της να καλύψει ότι προλάβαινε. Για καλή της τύχη, τα επίμαχα σημεία είχαν κρυφτεί επαρκώς.

“Ρε, είσαι ηλίθιο; Αφού σου είπα ότι είμαι γυμνή.” Τον κεραυνοβόλησε με ένα διαπεραστικό ύφος που σκότωνε άνθρωπο.

“Και εγώ που να ξέρω ότι το εννοείς; Εξάλλου, σιγά μην έχανα την ευκαιρία να σε θαυμάσω σε όλο σου το μεγαλείο. Από αύριο να το ξέρεις, όλοι οι άντρες θα πέφτουν στα πόδια της Θεάς του Νόμου. Είναι κρίμα μόνο που δεν είχα μαζί μου και μία κάμερα. Χρυσές θα τις πουλούσα τις φωτογραφίες.”

“Η Θεά του Νόμου, ε; Δεν ακούγεται κακό, αλλά θα προτιμούσα κάτι άλλο. Έχεις κάτι πιο ποιητικό;”

“Άντε, μωρή ψωνάρα, που θες και κάτι ποιητικό. Θα ετοιμαστείς τώρα; Θα αργήσουμε; Δεν έχουν οι δικαστές την δική μου υπομονή να περιμένουν πότε θα δεήσεις.”

“Ωραία, την είπες την εξυπνάδα σου. Αλέ τώρα.” Του έκανε νόημα να φύγει.

“Ε, ντύσου. Σε ενοχλώ; Να, εγώ εδώ στη γωνία θα σταθώ, να σε περιμένω υπομονετικά, σαν την Πηνελόπη.”

Little Do You KnowWhere stories live. Discover now