Κεφάλαιο 1ο: Η αλλαγή

47 10 6
                                    

             Μεσάνυχτα

«Η ΤΟΎΡΤΑΑΑ!» φωνάζει ο Αριστείδης με όλη του την μπάσα φωνή ενώ έρχεται όλη μου η παρέα,Ορφέας, Αριστείδης, Τηλέμαχος, Δέσποινα, Κασσιανή.Η μουσική άλλαξε και μπήκε το γνωστό τραγούδι για τα γεννέθλια, όλοι μαζί τραγουδούσαν με όση παραφωνία μπορούσαν άλλα δεν με χάλαγε αυτό, όσο στο τέλος που έπρεπε να κάνω την ευχή μου για φέτος.

Έμεινα για λίγο σκεπτικός πρωτού σβήσω τα κεράκια και πω από μέσα μου την ευχή, όλοι όμως άρχισαν   φωνάζουν παραπονίοντας να τελειώνω κι εμένα δεν με βοηθούσε.

«ΈΛΑ ΚΆΝΕ ΜΙΑ ΡΗΜΑΔΟ ΕΥΧΗ»

«ΜΗΝ ΕΊΣΑΙ  ΜΑΛΑΚΑΣ ΚΑΙ ΤΕΛΕΙΩΝΕ»

«ΓΙΑ ΝΑ ΤΕΛΕΙΩΝΟΥΜΕ ΚΑΝΕ ΤΗΝ ΚΙ ΑΣ ΕΊΝΑΙ ΌΤΙ ΝΑΝΑΙ!» ακούω μέσα στο χάος την φωνή του Τηλεμαχου και χωρίς να δώσω περαιτέρω σκέψη φυσάω εγώ και έπειτα κι ο Ορφέας από δίπλα μου που ξέχασα για ένα λεπτό πως κι εκείνος είναι εορτάζοντας  όλα τα κεράκια μαζί.

Όλοι άρχισαν  να ζητωκραυγάζουν ικανοποιημένοι που επιτέλους πήρα την απόφαση να σβηω τα κεράκια, μέτα από λίγο  μουσική ξανά μπήκε δυνατά και  συνέχισαν να κάνουν ότι έκαναν όλοι  με μια μικρή αλλαγή στο ότι κάποιοι ερχόντουσαν και  αγκάλιαζαν εμένα και τον Ορφέα.

Όλα πήγαιναν τόσο ωραία και στρωτά για πρώτη φορά που προσπαθούσα κάτι τέτοιο κρυφά από τους γονείς μου, κι έτσι η ζωή ήθελε να μου το χαλάσει με το να καλέσει την αστυνομία...
Ξαφνικά η πόρτα άνοιξε απότομα και τότε μπήκε η αστυνομία με την ντουντούκα στο χέρι.

«για διαλύστε το» άρχισε να φωνάζει ο αστυνομικός που κρατούσε την ντουντούκα ενώ ο άλλος αστυνομικός έδιωχνε τους καλεσμένους.

«γαμω ποιοι έκαναν παράπονα; τέτοια εποχή πάντα λείπουν οι γείτονες» γκρινιάζω ενώ πιάνω το κινητό μου που πριν από λίγο δονιζοταν μέσα στην τσέπη του παντελονιού μου. Άνοιξα γρήγορα την οθόνη του κινητού και τότε είδα τις άπειρες αναπάντητες από τους γείτονες και από τους γονείς μου συν με πολλά άλλα απειλητικά μηνύματα της μητέρας μου για όταν γυρίσει.

«ποιος μένει εδώ;» ρώτα ο ένας από τους δύο αστυνομικούς ενώ ερχόταν  προς το μέρος μας και τότε όλοι μαζί έδειξαν εμένα.

«οι γονείς μου έφυγαν για ένα διήμερο στον παππού  και στην γιαγιά κύριε.» αποφάσισα να δικαιολογήσω τον εαυτό μου στον αστυνομικό ενώ εκείνος με κοιτάει από πάνω μέχρι κάτω.

Κάνε μια ευχή//Make A WishWhere stories live. Discover now