κεφάλαιο 24

61 21 36
                                    

Μάρκος

«Έχω τρελαθεί από την αγωνία μου. Έχει ήδη σκοτεινιάσει και άρχισε να βρέχει και η Λυδία πουθενά. Πού είσαι όμορφη;  Γιατί πρέπει να μου το κάνεις συνέχεια αυτό;. Ξαφνικά χτυπάει το κινητό μου Ποιος είναι γαμώ το κέρατο μου τώρα;»

-Θάνο τη βρήκες;.

-Όχι ούτε τα κορίτσια ακόμα . Έχεις στο μυαλό σου που μπορεί να πήγε;

-Όχι… μια στιγμή ναι. Κάτι έχω στο μυαλό μου θα σε πάρω τηλέφωνο αν τη βρω .

-Εντάξει το ίδιο θα κάνω και εγώ θα τα πούμε.

«Κατευθύνομαι στο παλιό κάστρο με την ελπίδα να βρίσκεται εκεί .»

-Λυδία είσαι εδώ; «τη βλέπω μπροστά μου , δείχνει τελείως χάλια, τα μαλλιά της είναι βρεγμένα ενώ τα ρούχα της ». Για όνομα του θεού τι έπαθες;

«Γυρνάει προς το μέρος μου όμως πριν προλάβω να αντιδράσω αρχίζει και τρέχει μακριά μου. Προσπαθώ να την ακολουθήσω όμως αποδεικνύεται πολύ πιο δύσκολο, βρέχει τόσο πολύ που δυσκολεύομαι να δω μπροστά μου ενώ τα παπούτσια μου γλιστράνε σε κάθε μου βήμα.»

-Λυδία περίμενε δεν ξέρεις.

-Είναι πλέον πολύ αργά για εμένα . Δεν μπορεί κανείς να με βοηθήσει.

«Με αυτά της τα λόγια τη χάνω από μπροστά μου. Ψάχνω συνεχώς μήπως και τη βρω αλλά είναι λες και έχει εξαφανιστεί. Πώς στο καλό έγινε αυτό τώρα;»

-Θάνο.. χρειάζομαι βοήθεια.

-Την βρήκες;

-Την έχασα φοβάμαι για τα χειρότερα. Δεν ήταν καλά. Τι πήγα και έκανα; Μου λες;. Αν πάθει κάτι.

-Τι πως γίνεται αυτό;

«εχει νευριάσει και με το δίκιο του. Τον ακούω να προσπαθεί να ηρεμήσει πράγμα το οποίο καταφέρνει γιατί τα επόμενα λόγια του είναι πολύ πιο ήρεμα όσο γίνεται δηλαδή.»

-Μάρκο έλα από το σπίτι και θα βρούμε μια λύση.  Εκτός και αν ξέρεις κάπου αλλού που μπορεί να πήγε.

-Τι έκανα ρε Θάνο εγώ φταίω για όλα . Δεν έπρεπε ποτέ να αφήσω την Ελευθερία να. «Η φωνή μου σπάει . Δεν μπορώ να συνεχίσω άλλο δεν είμαι σε θέση και έτσι τερματίζω την κλήση, όμως μετά από λίγο μου έρχεται ένα μήνυμα που με ταράζει ακόμα περισσότερο.»

Λυδία

«Βαρέθηκα επιτέλους να είμαι δυστυχισμένη. Νόμιζα ότι ο Μάρκος θα με βοηθούσε  αλλά έκανα λάθος, δεν είναι ο ίδιος με τότε έχει αλλάξει και εν μέρει φταίω εγώ με τη στάση μου απέναντι του. Ήλπιζα ότι τη στιγμή που φιληθήκαμε και μετά με το τραγούδι που μου αφιέρωσε τα πράγματα θα πήγαιναν καλύτερα όμως απογοητευτικά για ακόμα μια φορά. Ειδικά μετά από αυτό που έμαθα για εκείνον τη στιγμή που έφυγα από την καφετέρια. Πώς μπόρεσε; . Πλέον έχει σκοτεινιάσει και ξεκίνησε να βρέχει αλλά δεν με ενδιαφέρει, δεν έχει απομείνει τίποτα μέσα μου όπως τότε με τον Θάνατο της μαμάς μου. Μαμά σε παρακαλώ βοήθησε με δεν ξέρω τι να κάνω. Ισως πρέπει να τον βρω και να τον αφήσω να μου εξηγήσει πάντα βγάζω βιαστικά συμπεράσματα αλλά τρέμω για το αν είναι αλήθεια η ψέμα. Έτσι κατευθύνομαι προς το παλιό κάστρο είμαι σίγουρη ότι θα με βρει εκεί όμως ακόμα δεν ξέρω τι πρέπει να κάνω. Ξαφνικά νιώθω κάποιον να με αρπάζει και να προσπαθεί να μου πάρει την τσάντα χωρίς δεύτερη σκέψη του ρίχνω μια κλωτσιά και αμέσως τρέχω μακριά του, δεν έχω ξεπεράσει το φόβο μου σχετικά με τους άνδρες. Όταν φτάνω στο σημείο είμαι αρκετά τρομαγμένη ενώ βλέπω το χέρι μου γεμάτο γρατζουνιές και το μανίκι μου σκισμένο. Θέλω να κλάψω αλλά τα δάκρυά μου δεν μου κάνουν τη χάρη να κυλήσουν από τα μάτια μου μέχρι τη στιγμή που ακούω τη φωνή του. Κάτι μου λέει δεν καταλαβαίνω τι είμαι πολύ ταραγμένη, με κάποιον τρόπο του απαντάω και αμέσως τρέχω μακριά του, δεν αντέχω να με δει έτσι. Ευτυχώς του ξέφυγα και πηγαίνω στο μοναδικό μέρος που θα ηρεμήσω. Όμως λίγο πριν φτάσω. Βλέπω δύο άτομα να έχουν πιάσει μια κοπέλα και να προσπαθούν να τη παρασύρουν σε ένα στενό.»

-Ε τι κάνετε εκεί; Κάτω τα χέρια σας. «Γυρίζουν ξαφνιασμένοι προς το μέρος μου, ενώ ο ένας κατευθύνεται επάνω μου. Για μια στιγμή  κοκαλώνω ενώ βλέπω την άλλη κοπέλα να με κοιτάζει με τρόμο.»

-Βρε βρε τι έχουμε εδώ; Ένα ακόμα τσουλακι που θέλει να το παίξει κάποια.

«Αυτό ήταν ήρθε το τέλος μου. Κλείνω σφικτά τα μάτια μου όταν οι προβολείς από το αυτοκίνητο με τυφλώνουν.»

-Κάτω τα χέρια σας από τις κοπέλες.

-Αυτή η φωνή. Ευτυχώς.

-Ποιος είσαι εσύ μπάρμπα; Στρίβε όμως γιατί μας χαλάς τη διασκέδαση.

-Τι είπες ρε κολώπαιδο. Για ξαναπές το αυτό.

-Γιατί γελάς μπάρμπα;

«Ακούω τη φωνή του άλλου έχει κοκαλώσει από το φόβο του. Ενώ το βλέμμα του Δημητρίου δεν έχω δει παρόμοιο σε άλλο άτομο

- Ρε μαλάκα έρχονται οι μπάτσοι παράτα τις πόρνες και να φεύγουμε.

-Θα … εντάξει εντάξει φεύγουμε ηρέμησε φίλε.

«Τον βλέπω να έρχεται προς το μέρος μου και να με ρωτάει αν είμαι καλά, αφού του απαντάω θετικά στρέφει την προσοχή του στην άλλη κοπέλα και τη συγκρατεί λίγο πριν λιποθυμήσει.»

-Στέλλα έλα εδώ . Πάρε τη Λυδία και πηγαίνετε σπίτι . Εγώ θα πάω την κοπέλα στο νοσοκομείο.

-Είσαι καλά;  Τι έχεις καρδιά μου; Θέλεις να πάρω τηλέφωνο τον Μάρκο; μας είπε ότι σε έψαχνε.

-Όχι σας παρακαλώ δε θέλω να του τηλεφωνήσετε. Απλά θέλω θέλω  «Δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη τα δάκρυά πλέον είχαν κάνει την εμφάνιση τους.» Απλά θέλω τη μαμά μου. "Είπα και πλέον έκλαιγα με λιγμους."

-Αχ αγάπη μου. Σςς ηρέμησε καρδούλα μου εγώ είμαι εδώ, το ξέρω ότι δεν είμαι η μαμά σου αλλά ξέρεις ότι σε έχω σαν κόρη μου. Άκου τι θα γίνει, θα στείλεις στον Μάρκο η σε όποιον θες εσύ ένα μήνυμα και θα τους πεις ότι είσαι καλά γιατί είναι κρίμα να ανησυχούν και θα πάμε στο σπίτι να χαλαρώσεις  και να μου πεις τι έγινε εντάξει;

-Σας ευχαριστώ πολύ κυρία Στέλλα. Αλήθεια δεν ξέρω τι θα έκανα χωρίς εσάς.

Take my soul and fix meWhere stories live. Discover now