Babaloo Gum

22 2 3
                                    

Καθόμουν εκεί πίσω από όλους στεναχωρημένη, αντιμετωπίζοντας τα συναισθήματα μου παθητικά, μουδιασμένη, σαν να ήμουν εγώ που τα ένιωθε αλλά σαν να με παρακολουθούσα να τα νιώθω.

Ενώ στην πραγματικότητα δεν ένιωθα τίποτα. Τίποτα απολύτως. Τίποτα, ούτε να κλάψω ήθελα, ούτε να προσποιηθώ καν πως στεναχωριέμαι. 

Φεύγει η κολλητή σου, έλεγα στον εαυτό μου, το λιγότερο που θα μπορούσα να κάνω θα ήταν να δείξω ένα ελάχιστο δείγμα λύπης, φόβου. Θα έμενα μόνη μου, όλομονη μου. Η Άντζελα έτσι κι αλλιώς δεν μου πολυμιλούσε, είχε ξεκινήσει και παρέα με κάτι παιδιά από το καινούριο της τμήμα μόνο την Κέιτ είχα.

Και δεν ένιωθα τίποτε απολύτως στην σκέψη της απουσίας της από τη ζωή μου. Ήταν απλά ένα μεγάλο κενό μέσα μου που απλά μεγάλωσε λίγο περισσότερο. Τίποτα και κανείς δεν μπορούσε να με πληγώσει. Ούτε καν η απουσία της καλύτερης μου φίλης, ενός ανθρώπου που μου έχει δώσει τα πάντα δε με πληγώνει. Μου δίνει και εγώ τα δέχομαι όλα παθητικά χωρίς να ανταποδίδω τίποτα, και τώρα δεν δίνω ούτε καν τη λύπη μου. Τόσα δάκρυα σπαταλημένα χωρίς λόγο και τώρα που είχα λόγο δεν κυλούσε ούτε μισό.

Νιώθω σαν πεθαμένη, ένα πτώμα που περπατάει, μιλάει, τρώει και κοιμάται. Όμως είναι λες και παρακολουθώ τον εαυτό μου από απόσταση, σαν να βλέπω ένα έργο κι εγώ είμαι ένας αδιάφορος χαρακτήρας που σε συγκεκριμένες περιστάσεις πρέπει να αντιδρά με συγκεκριμένους τρόπους και πολλές φορές τα κάνει θάλασσα ακόμα και σε αυτό, ένας κομπάρσος. 

Και αυτό το έργο είναι η ζωή μου. Είμαι ένας κομπάρσος στη ζωή μου.

Δε με φόβιζε όμως η μοναξιά, ούτε η ιδέα της. Εδώ και πολλά χρόνια την είχα συνηθίσει, και την απολάμβανα πολλές φορές. Εκεί ένιωθα κάπως ζωντανή, μπορώ να είμαι εγώ όταν είμαι μόνη μου.

Τον ειρμό της σκέψης διέκοψε το κουδούνι, δε μιλούσα στην Κέιτ, πήγα κατευθείαν πάνω στην τάξη και έκατσα στη θέση μου. 

Η διπλανή καρέκλα ήταν άδεια. Θα ήθελα να ζητήσω εξηγήσεις για αυτό που έγινε το πρωί, όμως με έβγαλε από τη δύσκολη θέση της συνομιλίας. Κοίταξα έξω από το παράθυρο και είδα την Κέιτ και την Άντζελα στις κερκίδες. Έτρωγαν Κιτ Κατ και γελούσαν με κάτι αστείο.

Ναι, ζήλεψα. Γιατί η Κέιτ δεν είπε και σε μένα να κάτσω έξω την πρώτη ώρα;

Σε όλων τις ζωές είμαι ο κομπάρσος, ποιον κοροϊδεύω;

Στο προαύλιο ήταν ο Τομ και η Έιντζελ, κρατούσαν τα χέρια και κοιτάζονταν και κάτι έλεγαν. 

Μοιάζει με την μικρή του ξαδέρφη σκέφτηκα και γέλασα μόνη μου.

Μετά αυτή σηκώθηκε στις μύτες της, και αυτός έσκυψε λίγο και φιλήθηκαν και μετά πήραν χωριστούς δρόμους.

Η πόρτα άνοιξε και μπήκε η καθηγήτρια της χημείας. 

Μισώ την χημεία.

Αντί για το τετράδιο μου έβγαλα το σκέτσμπουκ μου και άρχισα να σκιτσάρω μια καρικατούρα. Ένα κοριτσάκι θυμωμένο με τα χέρια σταυρωμένα και από το κεφάλι της έβγαινε μια μουντζούρα. Ήταν ο θυμός και η θλίψη.

Δεν πέρασαν ούτε δύο λεπτά από την ώρα που η καθηγήτρια άρχισε να γράφει στον πίνακα και η πόρτα ξανά άνοιξε.

Μέσα μπήκε ο Τομ.

-Κυρία σόρι να μπώ;

-Να πας να ρωτήσεις το διευθυντή. Να του πεις άργησα να μπω είκοσι λεπτά στο μάθημα να με αφήσει η καθηγήτρια να μπω; Να δούμε τι θα πει. Θα σε πετάξει έξω από το γραφείο ή θα αρχίσει τις φωνές.

-Ελάτε κυρία τώρα, δε φταίω, έχασα το λεωφορείο.

-Αφού δεν έρχεσαι με λεωφορείο βρε μη με κοροϊδεύεις.

Κάποια παιδιά γέλασαν.

-Σήμερα ήρθε. Τον είδα που έτρεχε στη στάση!

Μια φωνή από πίσω πετάχτηκε.

Η καθηγήτρια κοίταξε δύσπιστα όμως τον άφησε να μπει.

Στην αρχή κοίταξα ολόγυρα προσπαθώντας να καταλάβω ποιος τον είχε υπερασπιστεί.

Ο Τομ έκατσε στο θρανίο δίπλα μου ήσυχα, έσκυψε και μου είπε: "Ευχαριστώ Μέι, τώρα είμαστε πάτσι."

Έντρομη κατάλαβα ότι εγώ ήμουν η φωνή από πίσω.

Γιατί στο διαόλο να τον βοηθήσω αυτόν, που την ίδια ώρα μου έσκαβε το λάκκο;

Δε φτάνει που μίλησα μπροστά σε όλους, τώρα θα πρέπει να κάτσω και δίπλα σε αυτόν τον ηλίθιο.

Ε ναι, με βοήθησε το πρωί, και;

-Ορίστε και μια τσίχλα για ευχαριστώ. Είπε και έσυρε προς το μέρος μου μια τσίχλα babaloo με γεύση φράουλα.

Η αγαπημένη μου.

Την πήρα ενοχικά και την έβαλα στην κασετίνα μου.

- Ευχαριστώ, είπα μέσα από τα δόντια μου.

Δεν γύρισα να τον κοιτάξω αλλά τον ένιωσα να χαμογελάει.

-Έβγαλε ένα τετράδιο και άρχισε να σημειώνει από τον πίνακα.

Σοβαρά; Σκέφτηκα. Δεν είναι καν μάθημα της κατεύθυνσης του.

Όμως με μια κλέφτη μάτια διαπίστωσα πως έλυνε ασκήσεις στα οικονομικά.

Κανείς δεν πρόσεχε λοιπόν.

N I C Ò L EWhere stories live. Discover now