Κεφάλαιο 17

101 25 2
                                    

Η Αριάδνη δεν μπόρεσε να κοιμηθεί την νύχτα. Τι θα μπορούσε να κάνει για να ειδοποιήσει τον Μάξιμο; Τι θα μπορούσε να του πει; Για ποιο λόγο θα τον προειδοποιούσε για κάτι που κανείς δεν μπορούσε να γνωρίζει; Ο πιο σύντομος και ασφαλής τρόπος θα ήταν να πάει η ίδια να τον βρει. Στον δρόμο θα σκεφτόταν πως θα δικαιολογούνταν τόσο στον Μάξιμο όσο και στον πατέρα της αν αντιλαμβανόταν την απουσία της.  Ο πατέρας της  είχε φύγει ταξίδι όμως και όταν ήταν στο σπίτι δεν την αναζητούσε για μέρες, οπότε θα μπορούσε να το ρισκάρει να φύγει.

Όταν ανακοίνωσε την απόφασή της στην Μάρθα, εκείνη προσπάθησε να την αποτρέψει αλλά στο τέλος ενέδωσε, αφού είχε αντιληφθεί πως η Αριάδνη είχε ιδιαίτερα αισθήματα για τον  Μάξιμο. Μόνο όταν κοίταζε εκείνον τα μάτια της άστραφταν. Υποπτευόταν πως ήθελε να τον ακολουθήσει επειδή της έλειπε. Το γεγονός πως ο στρατηγός Φίλιππος έλειπε από το σπίτι της έδινε μια καλή ευκαιρία να το κάνει. 

Μόλις ξημέρωσε, η Μάρθα πήρε κάποια τρόφιμα από την κουζίνα για να πάρουν μαζί τους στο ταξίδι και αφού ντύθηκαν με τα αντρικά τους ρούχα, βγήκαν κρυφά από το σπίτι. Μόνο λίγοι υπηρέτες της γνώριζαν πως θα έφευγαν, οι οποίοι θα προσπαθούσαν να την καλύψουν σε οποιαδήποτε περίπτωση. 

Η Μάρθα έχοντας στηρίξει το δισάκι, που περιείχε όλα όσα μπορεί να χρειαζόταν στο ταξίδι, στον ώμο, προχωρούσε δίπλα στην Αριάδνη στους σχεδόν άδειους δρόμους. Η άμαξα που νοίκιασαν θα τους πήγαινε μέχρι την επόμενη πόλη, ενώ από εκεί και πέρα θα χρησιμοποιούσαν άλογα. 

Το ταξίδι τους κράτησε αρκετές ώρες καθώς η άμαξα είχε ένα ατύχημα. Μια ρόδα χτύπησε σε βράχο και έφυγε από τη θέση της. Παρότι δεν τραυματίστηκαν η αλλαγή άμαξας τις καθυστέρησε πολλές ώρες. Ο ήλιος είχε δύσει αλλά εκείνες συνέχιζαν τον δρόμο που οδηγούσε στο στρατόπεδο του Μάξιμου. Η Μάρθα ανησυχούσε για τη νύχτα που τις είχε προλάβει στο δρόμο αλλά η Αριάδνη ήταν αποφασισμένη να φτάσει στο στρατόπεδο όσο πιο γρήγορα γινόταν.  Όταν είδαν τις φωτιές του στρατοπέδου από μακριά η Μάρθα της φώναξε : "Φτάσαμε"

Στην είσοδο του στρατοπέδου η Αριάδνη ζήτησε να δει τον Μάξιμο αλλά αυτός που πήγε να την βρει ήταν ο Δαμιανός. Ο άντρας με την απορία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του τις οδήγησε σε μια σκηνή. Όταν μπήκαν, η Αριάδνη έψαξε με το βλέμμα της τον Μάξιμο αλλά εκείνος δεν ήταν πουθενά. Στράφηκε στον Δαμιανό: "Που είναι;"

"Ο στρατηγός βγήκε να περπατήσει μετά το φαγητό. Θα πρέπει να γυρίσει όπου να ναι".

"Κατά που έχει πάει;" Ρώτησε εκείνη. 

ΑΡΙΑΔΝΗ ΤΟ ΦΩΣ ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα