53

117 4 3
                                    

Τοσες πολλες ερωτήσεις μα δεν ρωταω γιατι

Δεκαεννιά μέρες.

Το χαρτί έπεσε απο το ημερολόγιο καθως το χέρι μου έτρεμε απο την ουσία, και ακόμα το κάνει ακόμα τρέμει. Τρέμε τόσο που μετα βίας γράφει ακομα και τωρα τις λέξεις αυτες, τις αναμνήσεις της ημέρας. Πονάει. Πονάει πολύ, αλλα οχι μόνο αυτο αλλα και κατι αλλο. Κάτι σημαντικότερο απο ενα απλο ηλιθιο χέρι.

Η ψυχή μου. Και αυτη ποναει επειδη εχει βαρεθει αυτη την ζωη. Μια ζωη που απο τοτε που την ξεκινησα ηξερα πως δεν υπήρχε γυρισμος. Μεχρι τώρα. Μεχρι εκεινη την ημερα που γνώρισα τον ίδιο μου το εαυτο. Τότε που καταλαβα οτι η ιστορια επαναλαμβανοταν και οτι θα πρεπει να καταστραφει σαν και εμενα.

Ο Ζέυν τραβούσε απο το χέρι μια κοπέλα. Την τραβούσε σε μια γωνία. Εκεινη απο την μια φαινόταν πως δεν ήθελε να παει αλλα απο την αλλη πως δεν ηθελε να αντισταθει. Να αντισταθει σε εκεινη τη γοητεια που έχουν αυτα τα πανεμορφα ματια του, που σε καλουν να κανεις οτι σου πουν τα πανέμορφα χείλη.

Η κοπέλα ήταν μπερδεμένη ανάμεσα σε δυο αγορια, δεν ήθελε αλλο ενα τρίτο για να μπερδευτει ακόμα περισσότερο. Και όμως, να τη εκει στην σκοτεινη γωνια να αφήνει τα χερια του Ζέυν να την χαιδεύουν όλο και πιο κάτω και τα χείλη τους να παίζουν το δικό τους παιχνίδι μαζι με τις γλώσσες τους.

Η Νταιάνα ήταν υπο την επιρροή εκεινου του ναρκωτικού που λέγεται Ζέυν Μάλικ. Και το λάτρευε. Λατρευε τον τρόπο που τα χέρια του άγγιζαν το όμορφο της σώμα, που φιλιούνταν μυστικα απο τους άλλους σε εκεινη την γωνια. Λάτρευε το ποσο επικύνδινος αλλα και το πόσο γλυκος ήταν.

Και μετά να τος. Ο Νάιαλλ με ενα τεράστιο χαμογελο στα πρόσωπό του πλησίαζε το μερος εκεινο χωρις να εχει προσεξει τους δυο "εραστές". Έψαχνε την κοπέλα που του αρέσει, εκείνη που τον έχει τρελάνει και απομακρύνει απο τους φιλους του. Ο μόνος που για αυτο τον λόγο δεν ειχε πίει ακόμη απο το ποτό που όλοι οι υπόλοιποι χωρις να ξέρουν είχαν πιεί. Μαζι τους και η Νταιάνα και ο Ζέυν.

Το χαμόγελο του δεν έσβησε μολις διεκρινε τις φιγουρες στην γωνιά. Αλλά σε λίγο το εκανε. Γιατί κατάλαβε ποιες ηταν οι φιγουρες. Διέκρινε τις λεπτομεριες της κοπέλας που ήθελε τοσο να εχει στην αγγαλιά του και του νεαρου που πίστευε για φίλο του.

Το χαμογελό πάγωσε. Η γη ηταν σαν να ανοιγε και να τον καταπινε. Αυτο που εβλεπε τον άφηνε αναυδο και τοσο παγωμένο. Ηθελε να φωναξει, να ουρλιαξει όμως ούτε αναπνοή δεν έβγαινε απο το στόμα του. Και αυτη ειχε παγώσει μαζι με το χαμόγελό του.

Breath (fanfiction with One Direction greek)Where stories live. Discover now