B.E.T.

5.7K 396 7
                                    

"Μεραααα." πετάχτηκα ξαφνικά από το κρεβάτι. Πράγμα που με έκανε να χτυπήσω το κεφάλι μου στην από πάνω κουκέτα.
"Ιιι συγγνώμη δεν ήθελα να χτυπήσεις." Είπε η Ειρήνη και την κοίταξα με ένα αυστηρό και θυμωμένο ταυτόχρονα βλέμμα.
"Καλημέρα και σε εσένα." Είπα και σηκώθηκα.
"Πάμε για πρωινό και μετά στο γήπεδο μας είπαν."
Σηκώθηκα με το ζόρι και αφού φόρεσα ένα πουκάμισο και ένα μαύρο τζιν σορτσάκι χτενίστηκα και έφυγα μαζί με την Ειρήνη.

"Εεε Ζωή." Η φωνή του ακούστηκε πίσω μου, όμως δεν γύρισα και συνέχισα αυξάνοντας το ρυθμό μου.
"Ζωή δεν σε λένε?" Που βρήκε το όνομα μου? Και γιατί συνεχίζει και ασχολείται?
"Τι έγινε πάλι?" Είπα εκνευρισμένη και γύρισα κοιτάζοντας τον εξαντλημένη. Δεν είχα όρεξη να τον βλέπω άλλο. Δεν είχα όρεξη ούτε να του μιλήσω.
"Εχτές έκανα μαλακια."
"Σώπα." Είπα και ξαναγύρισα πλευρό.
"Γαμώτο μόνο που ασχολούμαι τώρα έπρεπε να με συγχωρέσεις."
"Αλήθεια τώρα συνεχίζεις? Έκανες ότι έκανες και θες και να σου πούμε ότι όλα είναι τέλεια, χωρίς καν να προσπαθήσεις να πεις μια συγγνώμη." Του είπα και αυτός σταμάτησε να περπατάει δίπλα μου. Ή Ειρήνη είχε φύγει πιο μπροστά και εγώ περπατούσα μόνη μου προς την καφετέρια πλέον, με όλες τις σκέψεις μου και την ελπίδα η μέρα να κυλήσει χαλαρά.

...
"Είσαι η Χατζιλάμπρου?" Με ρώτησε η ομαδάρχισα μου.
"Μάλιστα."
"Ο αδερφός σου είχε ένα ατύχημα και χτύπησε στο πόδι.Έρχεσαι?" Τι κατάφερε πάλι αυτός? Έλεος μια μέρα δεν είναι εδώ και χτύπησε κιόλας? Άκυρα τα σχέδια μια ήρεμης ημέρας Ζωίτσα.

"Ζωηηηη." Φώναξε κλαψουρίζοντας το μικρό. Το γόνατο του είχε ματώσει και φαινόταν ότι η πληγή ήταν βαθιά. Που τον πήρα εγώ τέτοιο αδερφό..
"Ο μικρός θέλει ράμματα. Έπεσε στο γήπεδο στα κάγκελα και παραλίγο να πάθει μόλυνση."
"Ε τι να πω." Δεν είχα όντως ιδέα.
"Ενημερώσαμε και τους γονείς του παιδιού." Είπε μια άλλη υπεύθυνη και τότε πήραν τον αδερφό μου για ράμματα.
"Ενημερώστε με όταν τελειώσει. Εγώ επιστρέφω."

Είπα και έφυγα από το δωμάτιο. Στον δρόμο η μυρωδιά του καπνού μου φάνηκε γνώριμη και κατευθύνθηκα προς εκείνο το σημείο αλλάζοντας πορεία. Κρυφοκοίταξα και τον είδα. Καθόταν μόνος του σε ένα σκαλί με το τσιγάρο στο χέρι. Όχι σε κοινή θέα βέβαια αλλά συνέχιζε να μυρίζει αρκετά για να τον πάρουν χαμπάρι. Ήταν τόσο γαμημένα όμορφος παρά τον άσχημο χαρακτήρα του.

"Για να ξέρεις φαίνεσαι αρκετά." Τον άκουσα να λέει. Γαμώτο πάλι ρεζίλι έγινα. Παράδοση πλέον. Βγήκα από εκεί πίσω και πλησίασα.
"Να πάρω?" Ρώτησα κοιτώντας το πακέτο που είχε στο χέρι του και έπαιζε.
"Καπνίζεις?" Με ρώτησε περίεργος.
"Καιρό τώρα."

Η Κατασκήνωση... Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα